Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

ΚΟΝΤΕΛΛΗΣ ΠΑΝΟΣ_ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΨΩΜΙ

 

Πάνου Κοντέλλη «Ζωγραφιές του Παλιού Καιρού» 

             Κατάντια


     Να φάμε! Αν σήμερα βρεθεί κάτι, πάει καλά. Κερδίσαμε τη μέρα. Τι θα γίνει όμως αύριο; Μεθαύριο; Τι θα βρούμε να φάμε; Αυτό το πρόβλημα κυριαρχεί.

Το μέλλον; Δεν υπάρχει θέση στη σκέψη μας για το μέλλον, όταν και το σήμερα ακόμα είναι αβέβαιο.

Πόσο μακρινή φαίνεται η εποχή που η φαντασία σου δε χωρούσε τα όνειρά σου, και πίστευες πως έφτανε ν’ ανοίξεις τα χέρια σου για ν’ αγκαλιάσεις όλον τον κόσμο! Να κάνεις δικό σου όλον τον κόσμο. Σπουδές…! Στην Αθήνα. Στη Γερμανία. Ιστορικός – Αρχαιολόγος! Ταξίδια σ’ όλο τον κόσμο: Ινδία, Αίγυπτος, Σκανδιναβία!

Θυμάσαι ακόμα τα νορβηγικά φιόρντ;

Όλα είναι μακρινά κι άπιαστα τώρα.

Να φάμε! Να φάμε! Πεθαίνουμε αύριο.

Πώς προσγειωθήκαμε τόσο ανώμαλα! Τόσο γρήγορα!

Πώς καταντήσαμε έτσι!

(σελ. 203)

Το πρώτο ψωμί

  

Το λίγο κριθάρι που είχαμε σπείρει βρήκε καλλιεργημένο έδαφος και φούντωσε. Είχαμε αμπέλι σ’ αυτόν τον τόπο και το βγάλαμε, γιατί το αφάνισε η φυλλοξήρα. Ξεχορταριάσαμε το σπαρτό με το τσαπί μια-δυο φορές, και, όπως ήταν αραιοσπαρμένο σε αυλάκια, του κάναμε και καμπόσα ποτίσματα. Έφτασε να ψηλώσει ενάμιση μέτρο κι απάνω, κι η κάθε ρίζα είχε και δέκα και είκοσι “αδέρφια”. Όλος ο σπαρμένος τόπος ήταν μια μεγάλη βούρτσα.

Του κ’θάρ, έλεγε η μάνα μου, μες σ’ ντου Μάη γίνιτη.

Νωρίς-νωρίς άρχισε να κιτρινίζει, και κάθε μέρα έβγαζα από ένα στάχυ δυο-τρία σπειριά και τ’ άνοιγα. Μέρα με τη μέρα έπηζε το γαλακτώδες περιεχόμενο, κι έγινε κάποτε στερεό, αν και μαλακό ακόμα.

― Μάνα, να θερίσουμε λίγο, να κάνουμε ένα ψωμί;

― Πού να θιρίσουμι, βρε μουρό μ’; Γάλα ένη ακόμα.

― Θ’ ανάψουμε το φούρνο να το ξεράνουμε και να τ’ αλέσουμε.

Είδε τη λαχτάρα μου και υποχώρησε.

Πήγαμε με το Νίκο και βγάλαμε αστ’βές για να κάψουμε το φούρνο, κι ύστερα θερίσαμε το πιο γινωμένο, καμιά εικοσαριά τετραγωνικά. Βοηθήσαμε τη μάνα να κάψει το φούρνο και ρίξαμε μέσα τα κιτρινισμένα στάχυα, που τα ’χαμε βάλει σε δυο μεγάλους ταβάδες. Δεν έπρεπε να μείνουν πολλή ώρα, για να μην καρβουνιάσουν. Τα μαδήσαμε ύστερα και τ’ αλέσαμε στο χερόμυλο.

Επειδή ήταν φουρνιασμένο, αλεθόταν δύσκολα, και τελικά βγήκε ένα αλεύρι σαν χοντρό σιμιγδάλι. Το κοσκίνισε η μάνα μου κι είδαμε πως έφτανε για ένα μικρό ψωμί. Τ’ αποκοσκινίδια, δηλαδή τα πιο χοντρά κομματάκια που δεν περνούσαν απ’ το κόσκινο, τα καθάρισε αργότερα, τα έβρασε με λίγο γάλα και μας έκανε “ρυζόγαλο”

Ανάψαμε τώρα το φούρνο κανονικά γι’ αυτό το μοναδικό ψωμάκι, το φουρνίσαμε, κι όλη η οικογένεια σταθήκαμε και περιμέναμε. Είχαμε να φάμε ψωμί πάνω από έξι μήνες. Το χοντραλεσμένο αλεύρι φούσκωσε με το ζύμωμα και το φούρνισμα, κι έγινε ένα φουσκωτό ροδοκόκκινο, λαχταριστό ημισφαιρικό ψωμί. Το βλέπαμε σαν κάτι πολύτιμο, και σα σύμβολο ελπίδας και διαβεβαίωσης ότι θα ζήσουμε.

Δεν ξανάφαγα, ούτε θα ξαναφάω, πιο γλυκό ψωμί στη ζωή μου.

Ήταν η τελευταία μέρα του Μάη 1942.

(σελ. 204-205)

____________________

*Ο Πάνος Ι. Κοντέλλης, Λέσβιος συγγραφέας. Όπως γράφει στο βιβλίο του (Έκδοση Νότης Α. Ρεπάνης, Αθήνα 1998), γεννήθηκε στο Μεσότοπο Λέσβου το 1924, από πατέρα πρόσφυγα Αϊβαλιώτη και μητέρα Μεσοτοπίτισσα. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Ασχολήθηκε με το θεατρικό σενάριο και τη λαογραφία κι έλαβε σημαντικές τιμητικές διακρίσεις. Έργα του: το μονόπρακτο «Στο βωμό της ελευθερίας» (1957), η ηθογραφική κωμωδία «Παντρολογήματα» (1980), ιστορικά-λαογραφικά-ηθογραφικά με τίτλο «Ο κόσμος ο μικρός» (1985, 1989), το αυτοβιογραφικό «Ζωγραφιές του παλιού καιρού» (1998) και θεατρικά σε ντοπιολαλιά. Είναι ένας από τους πιο γνωστούς Λέσβιους συγγραφείς.

 


Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025

ΒΑΜΒΑ-ΚΑΜΠΟΥΡΗ ΣΟΦΙΑ_ΠΕΙΝΟΥΣΑΜΕ

 

Σοφίας Βαμβά - Καμπούρη

             ΠΕΙΝΥΣΑΜΕ…

Την παρακάτω ιστορία η Σοφία την έδωσε το 1994 γραπτή στη Μυρσίνη Μ. Βουνάτσου. Η Σοφία είναι χήρα του καλοσυνάτου, μακαρίτη πια, Παναγιώτη Καμπούρη και μητέρα τριών παιδιών, της Μαρίας, της Ειρήνης και του Δημήτρη, γραμματέα του Ελαιουργικού Συνεταιρισμού Παλαιοχωρίου. Πατέρας της ήταν ο Παναγιώτης Βαμβάς κι αδέλφια της η μακαρίτισσα Ευθυμία, μετέπειτα σύζυγος Παναγιώτη Ι. Μαλαμά, ο Μανώλης, που ξενιτεύτηκε και πέθανε στην Αμερική, και η Βασιλική, που μετοίκησε στην Αθήνα. Τα τέσσερα ορφανά παιδιά, η δεκάχρονη Σοφία και τ’ αδέλφια της, άντεξαν στην πείνα και σήμερα η Σοφία μπορεί να περιγράφει με απλότητα τις πιο δραματικές στιγμές των παιδικών της χρόνων. Εμείς δημοσιεύουμε αυτή την ιστορία χωρίς σχόλια, στη μνήμη όσων δεν άντεξαν, με μια προτροπή για τους ζωντανούς: Να θυμόμαστε.

«Μια ιστορία δικιά μου της Κατοχής.

»Έχω γεννηθεί το 1931. Η μητέρα1 μου πέθανε τέλη του 1939. Μέσα στην πείνα, ορφανά τέσσερα παιδιά δεν είχαμε ψωμί, πεινούσαμε. Καμιά φορά τρώγαμε λίγη κουρκούτα, ελιές και χόρτα. Πεινούσαμε...

»Μέναμε μοναχά με τον πατέρα μας. Η πιο μεγάλη αδελφή μου Ευθυμία ήτανε δεκατριών χρονών. Τα άλλα αδέλφια μου ήταν πιο μικρά από εμένα, η αδελφή μου η μικρή ήταν τριών χρονών, ο αδελφός μου ο Μανώλης επτά.

»Λοιπόν πεινούσαμε πολύ. Ψωμί δεν είχαμε. Λοιπόν, πώς τα κατάφερε ο πατέρας μας και μπόρεσε, ύστερα από μήνες δίχως ψωμί, και πήρε λίγο αλεύρι κι έκανε τρία ψωμιά. Τι χαρά ήταν αυτή! Σκέψου να έχομε ψωμάκι, να χορεύουμε, να τραγουδάμε, που θα φάμε ψωμάκι!

»Πήραμε τα ψωμιά από το φούρνο. Τα έβαλε ο πατέρας μου σε ένα ράφι ψηλά, να μας δίνει λίγο-λίγο με το φαγητό, τα χόρτα. Αφού σταύρωσε το ψωμί και μας έκοψε από ένα κομμάτι, το άλλο στο ράφι, λίγο-λίγο, να το έχομε και για τις άλλες μέρες. Εγώ ούτε που το χόρτασα το ψωμάκι, δυο μπουκονιές…

»Την επαύριο έφυγε ο πατέρας μας στη δουλειά του. Το δωμάτιο είχε πόρτα και, όταν άνοιγε ο τσιρτσιβές2, δεν είχε τζάμια. Τα κατόρθωσα κι ανέβηκα στην πόρτα, στον τσιρτσιβέ, κι έφτασα το ράφι και δάγκωνα γύρω-γύρω τα ψωμιά με τα δόντια μου, σαν γάτα. Έδωσα στα αδέλφια μου, έφαγα κι εγώ, φάγαμε ψωμάκι όλο χαρά…

»Το βράδυ όμως το Δικαστήριο. Ήρθε η ώρα να φάμε και πρώτα-πρώτα να κάνομε προσευχή. Πιάνει ο πατέρας μου το ψωμί, δαγκαμένο.

─ “Για, την παλιόγατα την έρημη! Λυπήθηκα να δώσω στα παιδιά μου ψωμί και η παλιόγατα μου το μαγάρισε…”, είπε.

»Με προσοχή το καθάρισε, έπιασε και τα άλλα, ο καημένος έκλαιγε από τον καημό του.

─ “Θα την πιάσω, να τη σκοτώσω τη γάτα”, έλεγε.

»Τρώγαμε επάνω σε σουφρά3, είχαμε μεσάλα, όπως τη λέγαμε. Αφού φάγαμε και πήγα να τινάξω τη μεσάλα3, μάζεψα και τα ψιχουλάκια, να τα φάμε όλοι μαζί. Ο πατέρας μας τότε μας αντελήφθηκε. Μας ρώτησε, μας καλόπιασε, είπαμε την αλήθεια. Και μας έβαλε να πούμε “ήμαρτον” στην Παναγία και σε εκείνον.

»Φιλήσαμε το χέρι του και δεν ξαναπιάσαμε ψωμί χωρίς την άδειά του.»

Παλαιοχώρι 1994

Σοφία Βαμβά - Καμπούρη

_______________

1. Η Μαρία Βαμβά, σύζυγος του Παναγιώτη Βαμβά και μητέρα της Σοφίας, απεβίωσε στις 30/11/1940, ετών 38, από συγκοπή καρδίας (Βλέπε Ληξιαρχικές Πράξεις Θανάτου Κοινότητας Παλαιοχωρίου Πλωμαρίου νομού Λέσβου, τόμος Β΄, αύξ. αριθμ. 20).

2. τσιρτσιβές (ο, τουρκ. cerceve): ξύλινο πλαίσιο πόρτας ή παραθυριού, με τζάμια.

3. σουφράς/σοφράς (ο, τουρκ. sofra): χαμηλό τραπέζι φαγητού.

4. μεσάλα (η, μεσν. μεσάλιον < λατ. mensalium < mensa = τραπέζι): μεγάλη τετράγωνη πετσέτα, ως τραπεζομάντηλο φαγητού.

                    

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

ΛΕΣΧΗ ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ_ΓΙΑ ΘΑΝΑΤΟ ΑΝΤ. ΑΝΔΡΙΩΤΗ

 Βενιαμίν ο Λέσβιος

 

Έφυγε από τη ζωή το μέλος και στενός συνεργάτης του Σωματείου μας

ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚ. ΑΝΔΡΙΩΤΗΣ

  

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

  

ΛΕΣΧΗ ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ «ΒΕΝΙΑΜΙΝ Ο ΛΕΣΒΙΟΣ»


Μετά την είδηση του θανάτου του μέλους και στενού συνεργάτη του Σωματείου μας ΑΝΤΩΝΗ ΝΙΚ. ΑΝΔΡΙΩΤΗ, Επίτιμου Διευθυντή Ερευνών στο Ινστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ στο Ίδρυμα Έρευνας και Τεχνολογίας Κρήτης, συνήλθε σε έκτακτη συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου μας και

α π ο φ ά σ ι σ ε:

1. Να εκφράσει τα θερμά συλλυπητήρια στην οικογένεια.

2. Να παραστεί στην τελετή.

3. Αντί στεφάνου, να καταθέσει χρηματικό ποσό στο Μιχαλέλειο Γηροκομείο Πλωμαρίου για τις ανάγκες του, στη μνήμη του εκλιπόντος.

  Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΠΑΤΕΡΕΛΗΣ

 

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2025

ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ, ΘΑΝΟ!

 

ΘΕΡΜΑ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ

 

 

Συγχαίρουμε θερμά τον Θάνο Γεωργή του Γεωργίου Γεωργή και της Σοφίας Πάσχου, για τη μεγάλη επιτυχία του στις Πανελλαδικές εξετάσεις και την εισαγωγή του στο Τμήμα Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Πατρών με 19.461 μόρια. Πάντα πρώτος, Θάνο!  

Ο Θάνος είναι εγγονός της αείμνηστης Δήμητρας Βουνάτσου-Γεωργή από το Παλαιοχώρι και του Αθανασίου Γεωργή από το Πλωμάρι και κατοικεί με την οικογένειά του στην Πάτρα.

Καλή Πρόοδο στις σπουδές και Καλή Σταδιοδρομία!