Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - ΠΟΙΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - ΠΟΙΗΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 16 Αυγούστου 2023

ΣΑΧΑ-ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ_ΑΝΤΑΡΑ ΠΟΛΕΜΟΥ

Ας αγωνιστούμε για την ειρήνη…

 

ΜΑΡΙΑΣ Ν. ΣΑΧΑ-ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

ΑΝΤΑΡΑ ΠΟΛΕΜΟΥ

                                                                                                            «Είναι μεγάλο μυστικό τι είναι Θεός

                                                                                                             και κόσμος. Κι ο άνθρωπος;…»

                                                                                                                                              ΓΚΑΙΤΕ

Στου πολέμου το αμόνι πυρακτωθήκαν οι ψυχές!

«Διά πυρός και σιδήρου» στα μύχια των ψυχών

καίγονται του πολέμου φαντάσματα…

Σπιθιρίζοντας, σπίθες ολοπόρφυρες φωτοβολίζουν

στης πυράς την κάψα:

Δες! Τη μαύρη μάνα, μαύρη κουρούνα,

βήμα το βήμα, τις πέτρες κλωτσά, χαμοπετά…

Σκονόβολο η φωλιά! Εκείνο το πλεχτό, με των παιδιών τα κλαδιά.

Τους μαύρους καπνούς η φωτιά λαμπροφωτίζει

και η τρέλα μουρμουρίζει:

τα γηρατειά ελάβωσεν ο τρόμος στην καρδιά.

Χάθηκεν του δέντρου ο κορμός κι ο γιος, σαν πουλί ξενιτεμένο,

στρατευμένο στων πουλιών το σμήνος.

Οι κόρες, τα παιδιά, στην προσφυγιά…

Εχάθηκεν η βραδιά, της κουβέντας η γλύκα!

Δαρμένα, με πόνου νύχια, των μανάδων τα στήθια.

Το δάκρυ ζεστό, παγώνει στο γυάλινο της κούκλας μάτι.

Άκου! Των νηπίων τις κραυγές, πώς χλευάζουν οι σειρήνες!

Φωτιά η μαχαιριά του φίλου για τον φίλο. Άδικα χυμένο αίμα.

Του μίσους και του άδικου πατέρα, ω πόλεμε!

Της επαιτείας οι παλάμες «σπιθίζουν τρέμουλα»,

στου χιονιά το παγοκαίρι. Καμένα της αλήτισσας φτώχιας τα ράκη,

στα ματωμένα λασπόνερα. «Πανηγύρι θανάτου, ω πόλεμε»!

Στων παιδιών το αθώο χάδι, μέσα στης αντάρας τη φωτιά,

σαστισμένα σαλεύουν την ουρά τους τα σκυλιά!

Και στων πυραύλων τους καπνούς, των παιδιών τα βιβλία

την άγια γνώση καπνίζουν… «και σβήστηκεν η γραφή»…

Ιδού, ο των θαυμάτων θύτης: ο Άνθρωπος!

«Ο σώματι, πνεύματι και ψυχή», τώρα, νεκρός… Απάνθρωπος!

                                                                                                                Μαρία Ν. Σαχά-Γιαννοπούλου*

__________

*Η Μαρία Ν. Σαχά-Γιαννοπούλου, με καταγωγή από τη Νάξο, είναι συνταξιούχος φιλόλογος, συγγραφέας και ζωγράφος. Ποιήματα, μελέτες και πίνακές της έχουμε φιλοξενήσει κατά καιρούς στον ιστότοπό μας. Την ευχαριστούμε που μας τιμά με τις πνευματικές της δημιουργίες.

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛΕΞ. _ «Τ’ ΑΚΟΥΣ ΤΑ ΤΖΙΤΖΙΚΙΑ;»

Αλήθεια, τι λένε τα τζιτζίκια στο αδιάκοπο καλοκαιρινό τζιτζίρισμά τους; Τι θα ζητούσαν από τους ανθρώπους, αν μπορούσαν να μας μιλήσουν; Τι θα ζητούσαμε εμείς οι άνθρωποι από τους άκακους θορυβώδεις τραγουδιστές του καλοκαιριού, αν γνωρίζαμε τη τζιτζικόγλωσσά τους, που μοιάζει σαν αδιάκοπη προσευχή; Σε δυο μήνες θα πεθάνουν, εκπληρώνοντας τον φυσικό προορισμό της διαιώνισης. Μήπως κι η δική μας ζωή δεν είναι άρρηκτα δεμένη με τους νόμους της φύσης και το πέρασμά μας απ’ αυτή πολύ σύντομο; Ποιος ο σκοπός, το δικό μας τραγούδι;

 

    Μιχαλόπουλος Αλέξανδρος

    Τ’ ἀκοῦς τά τζιτζίκια;

                                                                           Ἄν δέν λαλήσει τζίτζικας,

                                                                           δεν ἔρχεται καλοκαίρι.

                                                                                              (Παροιμία)

     Τ’ ἀκοῦς;

     Τ’ ἀκοῦς τά τζιτζίκια;

     Τ’ ἀκοῦς πῶς τρίβουν τά μπροστινά τους πόδια;

     Χειροκροτοῦν τάχα τό καλοκαίρι

     μέ τό δικό τους τρόπο

     τό τζιτζικίστικο;

     μήπως παίζουν κάποιο σκοπό ὅλα μαζί

     μέ τίς δικές τους νότες

     τίς τζιτζικίστικες;

 

     Τ’ ἀκοῦς;

     Τ’ ἀκοῦς μέσα στή μεσημεριανή ἡρεμία;

     Θέλουν ἁπλά νά σπάσουν τή σιωπή

     μέ τά δικά τους λόγια

     τά τζιτζικόλογα;

     μήπως θέλουν κάτι νά μᾶς ποῦν

     μέ τή δικιά τους γλῶσσα

     τή τζιτζικόγλωσσα;

 

     Τ’ ἀκοῦς;

     Πές μου τ’ ἀκοῦς;

     Τ’ ἀκοῦς πάνω ἀπ’ τά ψηλά κλωνάρια πῶς γελοῦν;

     Χαίρονται τό φῶς τοῦ ἥλιου τό ζεστό

     μέ τό δικό τους τρόπο

     τό τζιτζικότροπο;

     μήπως κλαῖνε καί πονοῦν γιά μᾶς

     μέ τή δικιά τους ἔγνοια

     τή τζιτζικόεννοια;

 

     Ἄχ! Τζιτζίκι μου. Τζιτζίκια μου ἐσεῖς,

     ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἐμεῖς

     τήν προσευχή σας ἔχουμε

     ἄχ! ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη.

     Ἄχ! Τζιτζίκια μου, προσευχηθεῖτε γιά μᾶς.

 

     Μ’ ἀκοῦς;

     Ἄχ! ἄνθρωπε μ’ ἀκοῦς;

     Μ’ ἀκοῦς πῶς τρίβω τά μπροστινά μου πόδια;

     Χειροκροτῶ τό καλοκαίρι

     μέ τό δικό μου τρόπο

     τό τζιτζικίστικο.

     Καί παίζω κάποιο σκοπό μέ τ’ ἀδέλφια μου μαζί

     μέ τίς δικές μας νότες

     τις τζιτζικίστικες.


     Μ’ ἀκοῦς;

     Μ’ ἀκοῦς μέσα στή μεσημεριάτικη ἡρεμία;

     Θέλω νά σπάσω τή σιωπή

     μέ τή δικιά μου γλώσσα  

     τή τζιτζικόγλωσσα.

     Καί θέλω κάτι νά σοῦ πῶ

     μέ τά δικά μου λόγια

     τά τζιτζικόλογα.

 

     Μ’ ἀκοῦς;

     Πές μου μ’ ἀκοῦς;

     Μ’ ἀκοῦς πάνω ἀπ’ τά ψηλά κλωνάρια πῶς γελῶ;

     Χαίρομαι τό φῶς τοῦ ἥλιου τό ζεστό

     μέ τό δικό μου τρόπο

     τό τζιτζικότροπο.

     Καί κλαίω καί πονῶ γιά σᾶς

     μέ τά δικά μου δάκρυα

     τά τζιτζικοδάκρυα.

 

     Ἄχ! ἄνθρωπε.  Ἄχ! ἄνθρωποι ἐσεῖς,

     ἐμεῖς οι τζίτζικες, ἐμεῖς

     τήν προσευχή σας θέλουμε.

     Ναί! Θέλουμε νά θυμηθεῖτε πάλι…

                                                           ...τόν Παράδεισο

 



                                                                                                       «Τά τζιτζίκια, τά μυρμήγκια

                                                                                                         τά χιλιάδες χρόνια

                                                                                                         μᾶς παρατηροῦν.

                                                                                                         Ἀκοῦνε τί λέμε.»

                                                                                                                               (Ἰνδιάνικο ποίημα)

 

Σημειώσεις:

1. Το παραπάνω ποίημα, με τίτλο «Τ’ ακούς τα τζιτζίκια», είναι από το βιβλίο του π. Μιχαλόπουλου Αλέξανδρου «Ὁ Παράδεισος εἶναι ἐδῶ», με επιμέλεια της Μαριάννας Φιλήντα, θαυμάσια σκίτσα της Κυριακής Φαρμάκη, εκτύπωση από την "Εκτυπωτική Αξιών",  Αθήνα 2015, σσ. 66-68, ISBN: 978 960-93-7642-9.

 

2. Ο π. Αλέξανδρος Μιχαλόπουλος είναι ιερέας στον Ι. Ν. Αγίου Ανδρέα Πατησίων και συγγραφέας τριών βιβλίων. Τον συναντήσαμε ένα πρωινό Σαββάτου να καθαρίζει μαζί με εθελοντές το ναό, που τον έχει εικονογραφήσει ο μεγάλος ζωγράφος και λογοτέχνης μας Φώτης Κόντογλου. Όπως μας ανέφερε ο πατήρ Αλέξανδρος, αυτή την εργασία την κάνουν κάθε Σάββατο. Είναι ένας νέος, ευγενικός και δραστήριος άνθρωπος, που τον απασχολούν τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου, κάτι που διαπιστώσαμε διαβάζοντας τα βιβλία του. Ο ίδιος μας έδωσε την άδεια να συμπεριλάβουμε το παραπάνω ποίημά του στην ανθολογία μας με θέμα το τζιτζίκι και να το αναρτήσουμε στο Paleochori-lesvos.blogspot.gr. Τον ευχαριστούμε πολύ…  

Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017

ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ ΞΕΝΟΦΩΝ ~ «ΑΙΩΝΙΟΣ ΣΤΕΝΑΓΜΟΣ»

     
Ξενοφών Μαυραγάνης
ΑΙΩΝΙΟΣ ΣΤΕΝΑΓΜΟΣ

Δεκάδες χρόνια, αιώνες ίσως,
στο ίδιο κατώφλι καθισμένη,
με το τσεμπέρι κατεβασμένο ως τα φρύδια,
πλέκεις δαντέλες, τρίβεις μανέστρα,
φτιάχνεις τραχανό,  επινοείς φτιασίδια
συνθέτεις ποιήματα στην κρεβατή σου.
Πάντα για τους άλλους, ποτέ για σένα.
Το μάθανε κι  οι άλλοι, οι πολλοί,
κι  ήρθανε με κάμερες  και προβολείς,
να πάρουν την εικόνα σου, να γράψουν τη φωνή σου,
να σε στείλουν στις άκρες της γης,
να γίνεις έκθεμα, θέαμα, οδηγός
μουσειακό  υπόδειγμα,
σ’ έναν κόσμο που δε μπορεί ν’ ακούσει,
ούτε να καταλάβει
τον λυγμό, το παράπονο και τον βαθύ
ατέλειωτο αναστεναγμό
της απόλυτης σιωπής σου.  
                                           Οκτώβρης 2017
                                       

Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

ΣΑΧΑ-ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ ~ «Φωτισμένο» Παράθυρο


«Φωτισμένο» Παράθυρο
                                                               της φιλολόγου Μαρίας Νικ. Σαχά - Γιαννοπούλου

Ανοίγει παραθύρι ένα λευκό του θέρους μεσημέρι.
Μια αχτίδα σε κλαδί ελιάς αστράφτει στο τζάμι.
Μεμιάς χωράει στου παραθυριού το κάδρο
ολόφωτη του τοπίου σελίδα.
Στον ήσυχο ορίζοντα γλαρώνει το μεσημέρι
και σμίγουν εις «σάρκα μίαν»
η χαλκοπράσινη στεριά κι η γαλανή η θάλασσα.
Η γαλήνη, λευκό νυφικό απλώνει στου καλοκαιριού τους γάμους.
Ο ήλιος ξυπόλυτος ζεσταίνει τη ράχη του καϊκιού,
που πάγωσε στη σιωπή και τις έγνοιες του χειμώνα.
Το γυμνό του κατάρτι φασκιώνουνε τ’ άσπρα του πανιά
κι ένας σταυρός βιγλάτορας, πανόπτης, στης κορφής του το μέτωπο.
Το μελτεμάκι αρωματίζει του καλοκαιριού τις άχνες
και γλυκά στην κοχύλα του φυσά της ποίησης άρωμα.

Δες! Έρχονται σειρές-σειρές
τα κυματάκια, παιδιά προσφυγόπουλα, αθώα,
μ’ άσπρα μαντήλια, σημαίες λευκές.
Χαϊδεύονται στης στεριάς τα ποδοφούστανα.
Φιλούνε ευλαβικά τα τρυφερά, πέτρινα χέρια της.
Τραγουδούνε τραγούδια προαιώνια,
βαφτισμένα στη βρεφική ανάσα του φλοίσβου.
Τραγούδια που νανουρίζουν τον ύπνο τους.
  «Να! Ο Οδυσσέας φιλάει το χώμα της Φαιακίδας».
  «Να! Ο Μωυσής δείχνει τη γη της επαγγελίας».
  «Να! Οι Μύριοι αντικρίζουνε τη θάλασσα».

…Μα εκεί, στα πρώτα βράχια, δυο άσπροι κύκνοι γοργοπλέουν.
Βουρκώνει το σύννεφο κι ένας ύπουλος αγέρας
κλείνει την αυλαία της καλοκαιριάς στου παραθυριού το κάδρο.
Νυχτώνει!... Κύματα, παιδιά προσφυγόπουλα, αθώα,
ψάλλουνε τώρα την ελεγεία για τη βαρυχειμωνιά που έρχεται.
Τον εφιάλτη που ξυπνάει τα όνειρά τους.
  «Ε!... Εσείς της άγριας καταιγίδας γέννες,
  γιατί σηκώνετε τείχη ψηλά στης αγάπης τα σύνορα;
  Γιατί, “χωρίς αιδώ”, ακούτε το θρήνο του φλοίσβου;
  Γιατί στις θύελλες θέλετε για “ασπίδες” βρέφη, κρίνα λευκά;
  Μη! Στα αφροκύματα τα νανουρίζουν μάνες.
  Ο άγγελος των παιδιών ας αρπάξει “την μάχαιραν”
  από το χέρι της μεθυσμένης μαινάδας».

Αχ!... Γιατί μονάχα η ποίηση ακούει των πολέμων τον κρότον;
___________

* Δημοσιευμένο στο περιοδικό «Ναξιακά Γράμματα», τεύχος 21, Οκτ.-Νοέμβρ.-Δεκ. 2016, σελ. 61. Σε μας εστάλη για αναδημοσίευση από τη συγγραφέα.
clip_image002ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ


Η Μαρία Νικ. Σαχά-Γιαννοπούλου, συνταξιούχος φιλόλογος, συγγραφέας και ζωγράφος, γεννήθηκε στην Κωμιακή Νάξου. Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, εργάστηκε ως βοηθός στην έδρα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του ιδίου Πανεπιστημίου και στη συνέχεια υπηρέτησε για πολλά χρόνια στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση. Πέρα από τα διδακτικά της καθήκοντα, πνευματικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες την οδήγησαν στη λογοτεχνική και εικαστική έκφραση. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις: στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός», στην «Εταιρεία Επιστημόνων Καλλιτεχνών», στο κτίριο «Κωστή Παλαμά» και σε Πανναξιακές εκθέσεις. Έργα της λογοτεχνικά και ζωγραφικά έχουν δημοσιευθεί σε πολλά έγκριτα περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες (Η όποια παρουσίαση των έργων τέχνης χαρακτηρίζεται από τον κοινωνικό και πολιτιστικό της σκοπό).
     Το 2015 δημοσίευσε τα έργα της σε συγκεντρωτικό τόμο, με τίτλο «Ελληνισμός Εμπνευστής και Δάσκαλος» (ISBN: 978-960-93-7272-5). Στη δημοσίευση αυτή συγκεντρώνει μαζί με τα ήδη δημοσιευμένα έργα της και αδημοσίευτα, λογοτεχνικά και εικαστικά. Τα έργα της Α΄ συλλογής «Ελληνισμός εμπνευστής και δάσκαλος» (ζωγραφίζοντας τα σύμβολα της «λέξης») οργανώνονται σε νοηματικές ενότητες, με εκείνα της νεότερης Β΄ συλλογής: «Η ηχώ της περισυλλογής», ώστε όλα να είναι μέλη στην «οικογενειακή εστία» της δημιουργικής πρωτοβουλίας.
     Πηγές της έμπνευσής της: η ομορφιά της ελληνικής φύσης, τα «ευγενή» ανθρώπινα συναισθήματα, η σημασία της καθημερινότητας, η πίστη στις κοινωνικά και ηθικά δοκιμασμένες αξίες, ως όντως αξίες. Την απασχολούν σύγχρονα προβλήματα και ιδιαίτερα η θέση του παιδιού στη σύγχρονη πραγματικότητα. Θεωρεί τον ρόλο του «ηρωικό», αφού αντιμάχεται τη σκληρότητα των ισχυρών της γης και του οποιουδήποτε πολέμου, με όπλα ιδεαλιστικά: την τρυφερότητα, την αθωότητα, την ειρήνη, την «εν δυνάμει» εξέλιξη του «ζῆν». Το πνεύμα, η ποίηση έχει ευθύνη απέναντι στη ζωή. Και το παιδί ως πηγή ζωής για το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας ενσαρκώνει αξίες και πάνω απ’ όλα την αξία για τη θεμελίωση, γενικά, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
     Εκφράζει την εκτίμησή της για τους «εραστές της πατρίδας» και «ασκητές» του πνεύματος μέσα από την τέχνη. Τους καθοδηγητές της φιλοπατρίας και φιλοκαλίας.
     Σε υψηλό βάθρο του στοχασμού της: η «μικρή» Ελλάδα με τα μεγάλα, πλατιά σύνορα του πολιτισμού της να αργοφωτίζεται από το φως του, «αθέλητα κρυμμένη» στις ψυχές της ράτσας. Αυτή η Ελλάδα ας είναι για τους νέους «το παλιό βιολί με τις καινούργιες δοξαριές». Αυτή η Ελλάδα ας ενισχύσει την εθνική αυτοπεποίθηση και αξιοπρέπεια, με στόχο τον αρμονικό συνδυασμό των αξιών του παρελθόντος με δημιουργικές τάσεις του παρόντος. Και από αυτές τις «δοξαριές» ας ηχεί μια «νέα μουσική», που θα χαμηλώνει το θόρυβο της όποιας εποχής.
     (Το βιογραφικό σημείωμα είναι από το βιβλίο της «Ελληνισμός Εμπνευστής και Δάσκαλος»).
     

Τετάρτη 19 Ιουλίου 2017

ΣΑΧΑ - ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑΣ «ΑΣ ΕΛΘΕΙ “ΕΝΑΣ” ΝΑ ΣΑΛΠΙΣΕΙ ΕΙΡΗΝΗ»



ΜΑΡΙΑΣ ΝΙΚ. ΣΑΧΑ - ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ
            
Ας έλθει «ένας» να σαλπίσει ειρήνη1

Πέσανε τ’ άστρα στη γη.
Γεώδεις μάζες,
δίχως το λάμπος!

Άνθρωποι νωθροί
έπαψαν να τα μετρούν.
Κοιτάζουν χάμω.

Κώφωση δεινή
στην κλαγγή των πολέμων.
«Ένδοθεν ζάλη»!

Ας έρθει «ένας»
να σαλπίσει ειρήνη.
Ωσάν άγγελος.

Δικαιοσύνης σπορά
ειρήνης καρποί.
«Κλάδος ελαίας».

Νήπιο της προσφυγιάς,
γάλα ξενιτιάς
έρμο βυζαίνει.

Μανάδων κραυγές
σε ορθάνοιχτο στόμα.
Βοά ο πόνος.

Τρέμουν οι βάρκες
στων ματιών τις οθόνες.
Φουρτούνες ψυχής.

Πικροθαλασσιά…
Συστενάζουν τα νησιά.
Βαρύς ο σταυρός!

Στις ορδές της συμφοράς,
φράζουν τους δρόμους
των τειχών στήθη.

Κώφωση δεινή
στην κλαγγή των πολέμων.
«Ένδοθεν ζάλη»!

Αδρανής η γη
πισθάγκωνα δεμένη.
Σταύρωσαν αυτήν!

Ας έρθει «ένας»
να σαλπίσει ειρήνη.
Ωσάν άγγελος!

_________________________
1. Η εν λόγω ποίηση είναι η γνωστή με το όνομα «Χαϊκού». Έχει την καταγωγή της από σχετική τεχνοτροπία της Ιαπωνικής Λογοτεχνίας, γνωστή από τον 15ο αιώνα. Η παραδοσιακή μορφή της αποτελείται από τρεις ομάδες των: 5, 7 και 5 συλλαβών. Συνήθως, για έμφαση, τοποθετούνται σε τρεις στίχους (τρίστιχη στροφή). Το Χαϊκού έχει συνολικά 17 συλλαβές και είναι η πιο σύντομη μορφή ποίησης στον κόσμο. Έχει τη χάρη να δηλώνει εν συντομία και με συμβολισμούς πυκνά νοήματα. Δηλαδή υποβάλλει πολλά σε όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις και με σταθερό αριθμό συλλαβών. Το ποιητικό αυτό είδος προκαλεί το ενδιαφέρον της σύγχρονης λογοτεχνίας.

2. Δημοσιευμένα στο περιοδικό «Ναξιακά Γράμματα», τεύχος 23, Απρ.-Μάιος-Ιούν. 2017, σελ. 67.

3. Η Μαρία Νικ. Σαχά-Γιαννοπούλου, συνταξιούχος φιλόλογος, συγγραφέας και ζωγράφος, γεννήθηκε στην Κωμιακή Νάξου. Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, εργάστηκε ως βοηθός στην έδρα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του ιδίου Πανεπιστημίου και στη συνέχεια υπηρέτησε για πολλά χρόνια στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση. Πέρα από τα διδακτικά της καθήκοντα, πνευματικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες την οδήγησαν στη λογοτεχνική και εικαστική έκφραση. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις: στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός», στην «Εταιρεία Επιστημόνων Καλλιτεχνών», στο κτίριο «Κωστή Παλαμά» και σε Πανναξιακές εκθέσεις. Έργα της λογοτεχνικά και ζωγραφικά έχουν δημοσιευθεί σε πολλά έγκριτα περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες (Η όποια παρουσίαση των έργων τέχνης χαρακτηρίζεται από τον κοινωνικό και πολιτιστικό της σκοπό). Το 2015 δημοσίευσε δημοσιευμένα και αδημοσίευτα έργα της (ποιήματα, πεζά και ζωγραφική) σε συγκεντρωτικό τόμο με τίτλο «Ελληνισμός Εμπνευστής και Δάσκαλος» (ISBN: 978-960-93-7272-5).

4. Η εικόνα που κοσμεί τα χαϊκού είναι χριστουγεννιάτικη κάρτα ζωγραφισμένη από την ίδια το 2017.

Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

ΧΑΪΚΟΥ ΜΑΡΙΑΣ Ν. ΣΑΧΑ-ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

Της φιλολόγου Μαρίας Νικ. Σαχά - Γιαννοπούλου
Φιλανθείς στοχασμοί*

Άπιαστοι ήχοι
στη γαλήνη της ρέμβης.
Ηδύς στοχασμός!

Χαρωπές λαλιές
και γύρης πνοές
στων λουλουδιών τα γλέντια.

Άνθη λαμπρά
της έμπνευσης οίστρος.
Των λουλουδιών σοφία!

Το κόκκινο της
τριανταφυλλιάς χρώμα
πορφύρας δόξα.

Άρωμα βαθύ
σ’ άσπρο γιασεμί.
Φιλαρέσκειας ύφος.

Ο άσπρος κρίνος
ορθοστήμονας στέκει.
Θείον άγγελμα!

Οι παπαρούνες
αιμάσσων πέπλος
στης άνοιξης τους γάμους.

Μια μαργαρίτα
χωριατοπούλα αγνή.
«Χλόης οσίας».

Παπαρούνα του
βουνού ένα ξωκκλήσι
με μαύρο σταυρό.

Η πασχαλίτσα
θα κάνει Ανάσταση
στις καμπανούλες.

Σεληνοφέγγει.
Της αμμουδιάς τα κρινάκια
ψαύουν το «είναι».

Τα λευκάζοντα
της ελιάς άνθη
επωάζουν το λάδι.

Ελλοχεύει στα φύλλα
πράσινης δάφνης
σπιρτάδα οσμής.

Στο ψιλόβροχο
κλαίνε τα ρόδα
με δάκρυα στα φύλλα.

Κλάδοι μυγδαλιάς
νύφες χαρωπές
στο φως λευκής ομίχλης.

Μύρα καίγονται
στις φλογισμένες καρδιές
των λεμονανθών.

Το φεγγαρήσιο
φέγγος θερίζει
στους βραχόκηπους σκιές.

Άπιαστοι ήχοι
στη γαλήνη της ρέμβης.
Ηδύς στοχασμός.

_________________ 

* Η εν λόγω ποίηση είναι η γνωστή με το όνομα «Χαϊκού». Έχει την καταγωγή της από σχετική τεχνοτροπία της Ιαπωνικής Λογοτεχνίας, γνωστή από τον 15ο αιώνα. Η παραδοσιακή μορφή της αποτελείται από τρεις ομάδες των: 5, 7 και 5 συλλαβών. Συνήθως, για έμφαση, τοποθετούνται σε τρεις στίχους (τρίστιχη στροφή). Το Χαϊκού έχει συνολικά 17 συλλαβές και είναι η πιο σύντομη μορφή ποίησης στον κόσμο. Έχει τη χάρη να δηλώνει εν συντομία και με συμβολισμούς πυκνά νοήματα. Δηλαδή υποβάλλει πολλά σε όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις και με σταθερό αριθμό συλλαβών. Το ποιητικό αυτό είδος προκαλεί το ενδιαφέρον της σύγχρονης λογοτεχνίας.

** Δημοσιευμένα στο περιοδικό «Ναξιακά Γράμματα», τεύχος 23, Απρ.-Μάιος-Ιούν. 2017, σελ. 66.

*** Η Μαρία Νικ. Σαχά - Γιαννοπούλου, συνταξιούχος φιλόλογος, συγγραφέας και ζωγράφος, γεννήθηκε στην Κωμιακή Νάξου. Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, εργάστηκε ως βοηθός στην έδρα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του ιδίου Πανεπιστημίου και στη συνέχεια υπηρέτησε για πολλά χρόνια στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση. Πέρα από τα διδακτικά της καθήκοντα, πνευματικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες την οδήγησαν στη λογοτεχνική και εικαστική έκφραση. Έχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις: στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός», στην «Εταιρεία Επιστημόνων Καλλιτεχνών», στο κτίριο «Κωστή Παλαμά» και σε Πανναξιακές εκθέσεις. Έργα της λογοτεχνικά και ζωγραφικά έχουν δημοσιευθεί σε πολλά έγκριτα περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες (Η όποια παρουσίαση των έργων τέχνης χαρακτηρίζεται από τον κοινωνικό και πολιτιστικό της σκοπό). Το 2015 δημοσίευσε δημοσιευμένα και αδημοσίευτα έργα της (ποιήματα, πεζά και ζωγραφική) σε συγκεντρωτικό τόμο με τίτλο «Ελληνισμός Εμπνευστής και Δάσκαλος» (ISBN: 978-960-93-7272-5).

**** Η εικόνα που κοσμεί το ποίημα είναι έργο της Μαρίας Νικ. Σαχά - Γιαννοπούλου, υδατογραφία (40 x 60) με τίτλο «Το αγαπώ της μαργαρίτας», δημοσιευμένη στο βιβλίο της με ποιήματα, πεζά και ζωγραφική και τίτλο «Ελληνισμός Εμπνευστής και Δάσκαλος», Αθήνα 2015, σελ. 92.

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

ΜΙΛΑ!

Αζίζ Νεσίν (1915-1995)
  
Σώπα μη μιλάς
 
Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή
κόψ’ τη φωνή σου
σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή είναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε:
“σώπα”.

Στο σχολείο μού κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε: ”εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!”

Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
“κοίτα μην πεις τίποτα, σσσσ… σώπα!”

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσί μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
“Τι σε νοιάζει εσένα;”, μου λέγανε,
“θα βρεις το μπελά σου, σώπα”.

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
“Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα”.

Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά,
η γυναίκα μου ήταν τίμια κι εργατική
κι ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή, που της έλεγε “Σώπα”.

Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε:
“Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα”
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμίες ζηλευτές,
με τους γείτονες, μας ένωνε, όμως, το Σώπα.

Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος, σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του “Σώπα”.
και μαζευτήκαμε πολλοί
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ.
Εύκολα, μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το “Σώπα”.

Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν’ την να σωπάσει.
Κόψ’ την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς,
χωρίς να μιλάς να λες “έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς”
Αχ! Πόσο θα ’θελα να μιλήσω ο κερατάς.

Και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.

Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ’ την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις. Κόψε τη γλώσσα σου.

Για να είμαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου,
γιατί νομίζω πως θα ’ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο,
με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ!


Απαγγελία του ποιήματος από την ηθοποιό Μαριέτα Ριάλδη στο: