Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΕΝΕΥΗΣ 1951 ΓΙΑ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Πρόσφυγες ~ Συνθήκη της Γενεύης 1951

Το προσφυγικό πρόβλημα έχει αναδειχθεί ως μείζον κοινωνικό και πολιτικό κι έχει προστεθεί στα πάμπολλα δεινά που μαστίζουν την πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια. Οι Έλληνες, που από το 2010 βρισκόμαστε στα όρια οικονομικής ασφυξίας και διαρκών ταπεινώσεων από τους ίδιους τους Ευρωπαίους εταίρους μας, στέκουμε αμήχανοι απέναντι σε χιλιάδες πρόσφυγες-θύματα βομβαρδισμών από αλλότριες ιμπεριαλιστικές χώρες και εμφυλίων σπαραγμών, προβληματισμένοι και φοβισμένοι από τους κινδύνους που απειλούν την ελληνική κοινωνία και την εθνική ακεραιότητα της Ελλάδας. Πατρίδα και παγκόσμια ειρήνη, σεβασμός ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ανθρωπισμός είναι ύψιστες αξίες για τους λαούς.
    
Διαβάστε τι ορίζει η Συνθήκη της Γενεύης 1951 για τους πρόσφυγες, για να μπορείτε να κατανοείτε όσα συμβαίνουν και να ερμηνεύετε όσα μας μέλλονται…
 
clip_image002
clip_image004
image
clip_image006
clip_image008
clip_image010
clip_image012clip_image014
clip_image016
clip_image018
clip_image020
clip_image022
clip_image024
clip_image026
clip_image028
clip_image030
clip_image032
clip_image034
clip_image036
clip_image038
clip_image040
clip_image042
clip_image044
clip_image046
clip_image048
clip_image050
clip_image052
clip_image054


(Πηγές:
Περισσότερα:


*****

Σύμβαση της Γενεύης του 1951: Ερωτήσεις και Απαντήσεις

Η διαδικασία της εφαρμογής ενός σώματος διεθνούς δικαίου, συμβάσεων και αρχών για την προστασία των προσφύγων, ξεκίνησε στις αρχές του 20ού αιώνα από την Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ), τον προκάτοχο των Ηνωμένων Εθνών. Κορυφώθηκε δε στις 28 Ιουλίου του 1951, όταν η Γενική Συνέλευση ενέκρινε τη σχετική με το Καθεστώς των Προσφύγων Σύμβαση. Η Σύμβαση καθορίζει ακριβώς το ποιος είναι ο πρόσφυγας και το είδος της νομικής προστασίας ή άλλης παροχής, καθώς και των κοινωνικών δικαιωμάτων που αυτός ή αυτή οφείλει να λάβει από τα κράτη που υπέγραψαν το έγγραφο. Επίσης, καθορίζει τις υποχρεώσεις του πρόσφυγα στις χώρες υποδοχής και ορίζει συγκεκριμένες ομάδες ατόμων, όπως οι τρομοκράτες, που δεν δικαιούνται προσφυγικής ιδιότητας.
     Μερικούς μήνες μετά την ψήφιση της Σύμβασης, την 1η Ιανουαρίου 1951, ο νέος Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, ξεκίνησε τις εργασίες του και για τα επόμενα πενήντα χρόνια το έγγραφο έμελλε ν' αποτελέσει τη βάση σε κάθε προσπάθεια του οργανισμού για βοήθεια και προστασία των περίπου 50 εκατομμυρίων προσφύγων. Αυτό το πρώτο ''εργαλείο'' περιόριζε την παροχή προστασίας στους Ευρωπαίους πρόσφυγες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ το Πρωτόκολλο του 1967 διεύρυνε την εντολή της Ύπατης Αρμοστείας καθώς το πρόβλημα των εκτοπισμένων πληθυσμών εξαπλωνόταν σε όλο τον κόσμο. Η αρχική Σύμβαση ενέπνευσε επίσης την υπογραφή και άλλων κειμένων τοπικού χαρακτήρα όπως τη Σύμβαση του 1969 του Οργανισμού Αφρικανικής Ενότητας και τη Διακήρυξη της Καρθαγένης του 1984.
     Συνολικά 140 χώρες έχουν υπογράψει το ένα ή και τα δύο κείμενα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Αλλά καθώς, σε παγκόσμιο επίπεδο, η μορφή της μετανάστευσης άλλαξε και ο αριθμός των ατόμων που μετακινούνται έχει αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, διατυπώνονται αμφιβολίες για τη σημασία της Σύμβασης του 1951, ιδιαίτερα για την Ευρώπη-που κατά ειρωνικό τρόπο ήταν και ο τόπος όπου την εμπνεύστηκαν.
     Αυτή τη στιγμή η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ παρέχει βοήθεια σε περισσότερους από 21 εκατομμύρια ανθρώπους και η Σύμβαση, η οποία αποδείχθηκε εξαιρετικά ευπροσάρμοστη στις ραγδαίες αλλαγές των καιρών, συνεχίζει να είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της εντολής προστασίας της.

Γιατί είναι σημαντική η Σύμβαση;
Ήταν η πρώτη διεθνής συμφωνία που κάλυπτε τις πιο ουσιαστικές πλευρές της ζωής των προσφύγων. Καθόριζε μια σειρά θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία θα πρέπει να είναι τουλάχιστον ισότιμα με τις ελευθερίες που απολαμβάνουν οι αλλοδαποί υπήκοοι μιας χώρας ή και σε μερικές περιπτώσεις και οι ίδιοι οι πολίτες της χώρας. Αναγνωρίζει το διεθνές πεδίο δράσης των προσφυγικών κρίσεων και τη σπουδαιότητα της διεθνούς συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης και της από κοινού συμμετοχής των κρατών στη διευθέτηση του προβλήματος των προσφύγων.

Τι περιλαμβάνει η Σύμβαση του 1951;
Καθορίζει τον ορισμό του πρόσφυγα. Παραθέτει τα δικαιώματα του πρόσφυγα, περιλαμβάνοντας και ελευθερίες όπως αυτές της θρησκείας, της μετακίνησης, της ελευθερίας, της εκπαίδευσης, της κατοχής ταξιδιωτικών εγγράφων, της δυνατότητας εργασίας, και τονίζει τις υποχρεώσεις του ή της πρόσφυγα προς τη χώρα υποδοχής. Μία σημαντική διάταξη ορίζει τη μη επιστροφή του πρόσφυγα -ο νομικός όρος είναι η -σε χώρα όπου υπάρχει φόβος δίωξής του. Επίσης διασαφηνίζει ποια μη επαναπροώθηση άτομα ή ομάδες ατόμων δεν καλύπτονται από τη Σύμβαση.

Τι περιλαμβάνει το Πρωτόκολλο του 1967;
Το Πρωτόκολλο αφαιρεί τους γεωγραφικούς και χρονικούς περιορισμούς που έθετε η αρχική Σύμβαση, σύμφωνα με τους οποίους μόνο άτομα που εμπλέκονταν στα γεγονότα που συνέβησαν στην Ευρώπη πριν την 1η Ιανουαρίου του 1951 μπορούσαν να υποβάλουν αίτηση ασύλου.

Ποιος είναι ο πρόσφυγας;
Το άρθρο 1 της Σύμβασης καθορίζει ακριβώς το ποιος είναι ο πρόσφυγας. Είναι ένα άτομο που βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του ή του τόπου κατοικίας του, έχει δικαιολογημένο φόβο δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ορισμένη κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων και εξαιτίας αυτού του φόβου δίωξης αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να απολαμβάνει την προστασία αυτής της χώρας ή την επιστροφή σ' αυτήν.

Τι είναι η προστασία;
Οι κυβερνήσεις θέτουν σε ισχύ τους νόμους μιας χώρας και προστατεύουν τους πολίτες σύμφωνα με τις διατάξεις τους. Όταν οι κυβερνήσεις αδυνατούν ή δεν είναι πρόθυμες να το κάνουν αυτό, συχνά κατά τη διάρκεια συγκρούσεων ή εμφύλιας διαμάχης, πολλοί άνθρωποι εγκαταλείπουν τις εστίες τους, μεταβαίνοντας ακόμη και σε άλλη χώρα, όπου μπορεί να θεωρηθούν πρόσφυγες. Καθώς δεν απολαμβάνουν πλέον την προστασία της χώρας τους, το ρόλο αυτό αναλαμβάνει η διεθνής κοινότητα.

Ποιος προστατεύει τους πρόσφυγες;
Κύρια υπεύθυνες για την προστασία των προσφύγων είναι οι χώρες υποδοχής. Οι χώρες που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση του 1951 είναι υποχρεωμένες να τηρήσουν τους όρους της. Η Ύπατη Αρμοστεία διατηρεί ρόλο ''παρατηρητή'' στην όλη διαδικασία επεμβαίνοντας εάν χρειάζεται για να βεβαιωθεί ότι στους πραγματικούς πρόσφυγες θα χορηγηθεί άσυλο και δεν θα εξαναγκαστούν να επιστρέψουν σε χώρες όπου η ζωή τους κινδυνεύει. Ο οργανισμός ψάχνει να βρει τρόπους να βοηθήσει τους πρόσφυγες να ξαναρχίσουν τη ζωή τους, είτε μέσω του εθελοντικού επαναπατρισμού στις χώρες καταγωγής τους είτε, εάν αυτό είναι δυνατό, μέσω της μετεγκατάστασης σε χώρες υποδοχής ή σε άλλες τρίτες χώρες.

Εξακολουθεί η Σύμβαση να είναι κατάλληλη για τη νέα χιλιετία;
Ναι. Υιοθετήθηκε για να διευθετήσει τις συνέπειες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τη διάλυση των αυτοκρατοριών και τη μαζική φυγή ανθρώπων. Μπορεί η φύση των συγκρούσεων και της μετανάστευσης να άλλαξε στο πέρασμα των χρόνων, όμως η Σύμβαση αποδείχθηκε ιδιαιτέρως ευπροσάρμοστη σε κάθε περίπτωση παροχής βοήθειας για την προστασία περίπου 50 εκατομμυρίων ανθρώπων και θα συνεχίσει να κάνει το ίδιο εφόσον η ίδια η φύση της δίωξης δεν αλλάξει.

Η Σύμβαση προοριζόταν να ρυθμίσει μεταναστευτικά κύματα;
Όχι. Εκατομμύρια ''οικονομικών'' ή άλλων μεταναστών τα τελευταία χρόνια επωφελήθηκαν από τη βελτίωση στην επικοινωνία για να αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή σε άλλες χώρες, κατά κύριο λόγο δυτικές. Δεν θα πρέπει ωστόσο να συγχέονται με τους πρόσφυγες, οι οποίοι τρέπονται σε φυγή φοβούμενοι για τη ζωή τους και όχι απλώς για οικονομικούς λόγους. Οι κυβερνήσεις πρέπει να αντιμετωπίζουν αυτά τα προβλήματα με δύο διαφορετικούς τρόπους -τα θέματα των προσφύγων να αντιμετωπίζονται μέσω των διαδικασιών ασύλου και να διαχωρίζονται από τα προβλήματα της μετανάστευσης.

Πώς η 'Yπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ διαχωρίζει τους πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες;
Ένας οικονομικός μετανάστης εγκαταλείπει τη χώρα του με τη θέλησή του προς ανεύρεση μιας καλύτερης ζωής, συνεχίζοντας να απολαμβάνει την προστασία της χώρας του/της. Ένας πρόσφυγας δεν έχει επιλογές όταν εγκαταλείπει τη χώρα του εξαιτίας του φόβου δίωξης.

Η Σύμβαση καλύπτει τους εσωτερικά εκτοπισμένους πληθυσμούς;
Όχι με συγκεκριμένο τρόπο. Οι πρόσφυγες είναι άτομα που έχουν διασχίσει διεθνή σύνορα περνώντας σε μια δεύτερη χώρα όπου ζητούν άσυλο. Οι εσωτερικά εκτοπισμένοι πληθυσμοί μπορεί να έφυγαν για τους ίδιους λόγους, παραμένουν όμως εντός του εδάφους της χώρας τους και συνεπώς υπόκεινται στους νόμους της. Σε συγκεκριμένες καταστάσεις κρίσεων, η Ύπατη Αρμοστεία παρέχει βοήθεια σε κάποια εκατομμύρια εσωτερικά εκτοπισμένων πληθυσμών, αλλά όχι στο σύνολο των 20-25 εκατομμυρίων παγκοσμίως. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχει αυτή τη στιγμή μία εκτεταμένη συζήτηση πάνω στον τρόπο με τον οποίο θα προστατευθεί καλύτερα αυτή η ομάδα ξεριζωμένων ανθρώπων και από ποιον.

Μπορεί η Σύμβαση να λύσει τα προσφυγικά προβλήματα;
Οι άνθρωποι γίνονται πρόσφυγες είτε ως μεμονωμένα άτομα είτε ως μέρος μαζικών εξόδων, εξαιτίας πολιτικών, θρησκευτικών, στρατιωτικών ή άλλων προβλημάτων που συμβαίνουν στη χώρα τους. Η Σύμβαση δε σχεδιάστηκε για να αντιμετωπίσει αυτά τα αρχικά προβλήματα, αλλά για να διευθετήσει τις συνέπειές τους προσφέροντας στα θύματα κάποιο βαθμό διεθνούς προστασίας ή και άλλη βοήθεια, και τελικά βοηθώντας τους να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους. Η προστασία μπορεί να συμβάλλει κατά κάποιο τρόπο δίνοντας μια γενικότερη λύση, όμως καθώς ο αριθμός των προσφύγων έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, γίνεται φανερό ότι η ανθρωπιστική δράση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πολιτική δράση στην επίλυση ή στην αποφυγή μελλοντικών κρίσεων.

Ποιες υποχρεώσεις έχει ο πρόσφυγας;
Οι πρόσφυγες υποχρεούνται να σέβονται τους νόμους και τους κανονισμούς της χώρας ασύλου.

Είναι οι υπογράφουσες τη Σύμβαση χώρες υποχρεωμένες να δίνουν μόνιμο άσυλο σε όλους τους πρόσφυγες;
Η Σύμβαση δεν παρέχει αυτόματη ή μόνιμη προστασία. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι πρόσφυγες θα ενταχθούν μόνιμα στη χώρα ασύλου, ενώ άλλες όπου ένα άτομο μπορεί να παύσει να είναι πρόσφυγας όταν οι λόγοι της προσφυγικής του ιδιότητας παύσουν να υπάρχουν. Η ιδανική λύση για τα εκτοπισμένα άτομα είναι ο εθελοντικός επαναπατρισμός, εφόσον οι συνθήκες στη χώρα καταγωγής το επιτρέπουν.

Ποιοι δεν καλύπτονται από τη Σύμβαση;
Άτομα τα οποία έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά της ειρήνης, εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ή κάποιο σοβαρό μη-πολιτικό έγκλημα εκτός της χώρας ασύλου.

Μπορεί ένας στρατιώτης να θεωρηθεί πρόσφυγας;
Ο πρόσφυγας είναι πολίτης. Ένα άτομο που συνεχίζει να παίρνει μέρος σε στρατιωτικές δραστηριότητες δεν μπορεί να λάβει άσυλο.

Χώρες που δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση, μπορούν να αρνηθούν να δεχθούν υποψήφιους πρόσφυγες;
Όλες οι χώρες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση, είναι υποχρεωμένες να παρέχουν βασικές αρχές προστασίας, βάσει του διεθνούς δικαίου. Κανένας πρόσφυγας, για παράδειγμα, δεν πρέπει να επιστραφεί σε έδαφος όπου υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή του.

Τι σημαίνει ''φορέας δίωξης'';
Είναι ένα άτομο ή μία οργάνωση -κυβερνήσεις, επαναστάτες ή άλλες ομάδες -που αναγκάζουν τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Η προέλευση πάντως της δίωξης δεν είναι αποφασιστικής σημασίας. Αυτό που είναι σημαντικό είναι το κατά πόσο ένα άτομο έχει ανάγκη διεθνούς προστασίας, εφόσον η χώρα καταγωγής του δεν μπορεί να την παρέχει.

Η ''προσωρινή προστασία'' διαφέρει από τη Σύμβαση του 1951;
Σε διάφορες περιπτώσεις μαζικών εισόδων ανθρώπων, όπου οι διαδικασίες ασύλου δεν μπορούν να λειτουργήσουν, τα κράτη εφαρμόζουν την ''προσωρινή προστασία'', όπως συνέβη και κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων στην πρώην Γιουγκοσλαβία στις αρχές του 1990. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η προσωρινή προστασία λειτουργεί προς όφελος τόσο των κυβερνήσεων όσο και των ίδιων των αιτούντων άσυλο, μόνο όμως συμπληρωματικά, δεν αντικαθιστά την προστασία που παρέχει η Σύμβαση.

Κάποιες χώρες, όπως οι Ευρωπαϊκές, έχουν κατακλυστεί από πρόσφυγες;
Η Ευρώπη έχει φανεί πολύ μεγαλόψυχη στους πρόσφυγες, λαμβάνοντας υπόψη και τις διάφορες συγκρούσεις στα Βαλκάνια τη δεκαετία του 1990. Όμως το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου προσφυγικού πληθυσμού φιλοξενείται από τις πιο φτωχές και λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, κυρίως στην Αφρική.

Μπορεί μια χώρα να θεωρηθεί ''ασφαλής'', με την έννοια ότι δεν μπορεί να προκαλέσει πρόσφυγες;
Όχι. Ακόμα και σε χώρες όπου γενικά δεν υπάρχει σοβαρός φόβος δίωξης, οι ισχυρισμοί των πολιτών της χώρας αυτής πρέπει πάντα να εξετάζονται. Πρέπει να παραπέμπονται σε ταχύρυθμες διαδικασίες, υπό τον όρο ότι ο αιτών άσυλο έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την υπόθεση της απουσίας κινδύνου.

Πώς μπορεί η Κύρωση της Σύμβασης να παρουσιαστεί σε μία ανησυχούσα κυβέρνηση ή τοπικό πληθυσμό;
Μερικές τοπικές ανησυχίες συνδέονται με παρερμηνεία ή παρανόηση. Η Σύμβαση και το Πρωτόκολλο δεν αποτελούν παρά το νομικό πλαίσιο, βάση του οποίου και τα Κράτη μπορούν να αναπτύξουν την πολιτική τους όσον αφορά στους πρόσφυγες, και μάλιστα οι υποχρεώσεις που βαρύνουν τις Κυβερνήσεις δεν είναι τόσο περιοριστικές, όσο συχνά θεωρείται. Το να ανέχεται κανείς πρόσφυγες αντί να τους παρέχει νομική παρουσία, μπορεί να συντελέσει στη δημιουργία μιας "γκρίζας ζώνης" η οποία θα μπορούσε να υποτροπιάσει και να προκαλέσει ένα σοβαρό ζήτημα πολιτικό ή ασφάλειας.

Περιορίζεται η κρατική κυριαρχία από την αποδοχή της Σύμβασης;
Η κυριαρχία δεν είναι ποτέ απόλυτη. Οι διεθνείς σχέσεις προϋποθέτουν ένα λογικό και αποδεκτό επίπεδο συμβιβασμού. Τα αντιπροσωπευτικά όργανα των προσφύγων συμβιβάζουν το κρατικό ενδιαφέρον με την προστασία. Η παροχή ασύλου όμως, για παράδειγμα, δεν έχει συμπεριληφθεί στις αρμοδιότητές τους, αλλά συνεχίζει να εναπόκειται στην αποκλειστική διάθεση των κυβερνήσεων.

Περισσότερα:


Πατρὶς ὕψιστον ἀγαθόν

Σάββατο 2 Απριλίου 2016

2 ΑΠΡΙΛΙΟΥ: ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

2 Απριλίου: Γενέθλια του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και
Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου
                                                                                 
Διαβάστε ένα απόσπασμα από το βιβλίο της Άλκης Ζέη…

clip_image002Το καπλάνι της βιτρίνας
Οι βαρετές Κυριακές, ο Ίκαρος και η προπαίδεια

Η ΚΥΡΙΑΚΗ τον χειμώνα, είναι η πιο βαρετή μέρα. Θα ’θελα να ξέρω αν όλα τα παιδιά του κόσμου περνούνε τόσο βαρετά, όσο η Μυρτώ κι εγώ. Το απόγευμα μάλιστα, όταν αρχίζει να σκοτεινιάζει νωρίς-νωρίς, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε. Από το πρωί έχουμε παίξει, έχουμε τσακωθεί, ύστερα ξαναμονοιάσει, έχουμε διαβάσει –εγώ το Δαβίδ Κόπερφηλντ και η Μυρτώ τον Τζακ– και δε μένει πια τίποτα, μα τίποτα να κάνεις.
Ο μπαμπάς κι η μαμά, τις Κυριακές, παίζουν χαρτιά στο σπίτι του κυρίου Περικλή, που είναι ο διευθυντής του μπαμπά στην Τράπεζα. Η θεία Δέσποινα, η αδερφή του παππού, πάει επίσκεψη στις φίλες της κι η Σταματίνα, η υπηρέτρια, έχει έξοδο. Έτσι μένουμε τα κυριακάτικα απογεύματα στο σπίτι μόνες με τον παππού. Αν είναι καλός καιρός, ο παππούς μάς πάει περίπατο κι ύστερα, μόλις σκοτεινιάσει, γυρνάμε πίσω. Τότε αρχίζει η μεγάλη βαρεμάρα. Ο παππούς κλείνεται στο γραφείο του με τους «αρχαίους» του. Έτσι λέμε, με την αδελφή μου τη Μυρτώ, τα βιβλία του παππού, γιατί είναι όλα Αρχαία Ελληνικά.
     Εμείς πάμε στην τζαμωτή βεράντα και κοιτάμε τη θάλασσα. Όταν έχει τρικυμία, τα κύματα σπάνε στους βράχους, πιτσιλάνε τα τζάμια κι έτσι όπως κυλάνε οι στάλες απάνω τους μοιάζουν με δάκρυα. Τότε είναι που συλλογιζόμαστε τις πιο θλιβερές ιστορίες. Τάχατες πως πέθανε ο μπαμπάς, η μαμά ξαναπαντρεύτηκε κι ο πατριός μας είναι πιο κακός και από του Δαβίδ Κόπερφηλντ.
    Ή, πάλι, σκεφτόμαστε πως ο παππούς είναι ένας φτωχός ζητιάνος κι εμείς, ντυμένες με κουρέλια, γυρίζουμε μαζί του μέσα στο κρύο και ζητιανεύουμε, από πόρτα σε πόρτα, ψωμί.
     Τούτη όμως την Κυριακή είχαμε τόσο βαρεθεί, που σαν είπα στη Μυρτώ να παίξουμε «Ο παππούς ζητιάνος», μου απάντησε πως πιο σαχλή ιστορία δεν είχαμε ξανασκεφτεί. Καθίσαμε κάμποση ώρα μουτρωμένες και ύστερα πήρε καθεμιά ένα τζαμάκι για δικό της και είπαμε, σ’ όποιο πέσουν οι πιο πολλές σταγόνες εκείνη θα κερδίσει. Επειδή όμως κέρδιζα συνέχεια εγώ, η Μυρτώ είπε πάλι πως πιο κουτό παιχνίδι δεν ξαναπαίξαμε.
     ― Δε φτιάχνουμε μια ιστορία για το καπλάνι; έκαμα, μα το μετάνιωσα αμέσως, πριν καλοτελειώσω τη φράση μου, και μούδιασα.
     ― Σαν δεν ντρέπεσαι! Αυτό μονάχα σου λέω, αγρίεψε η Μυρτώ. Έχεις τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου, που νομίζεις πως μπορείς να φτιάχνεις ιστορίες για το καπλάνι!
     Ίσως να ’χε δίκιο. Γιατί, για το καπλάνι*, που είναι βαλσαμωμένο μέσα σε μια βιτρίνα κάτω στο μεγάλο σαλόνι, μονάχα ο ξάδελφός μας ο Νίκος ξέρει να διηγιέται. Ο Νίκος μένει στην Αθήνα και σπουδάζει Αθήνα χημικός στο πανεπιστήμιο. Κάθε καλοκαίρι έρχεται στο νησί** και πηγαίνει μαζί μας εξοχή.
      Μπορεί, βέβαια, η θεία Δέσποινα να έλεγε πως το σκότωσε το καπλάνι ο άντρας της, γιατί περνούσε κολυμπώντας από την Τουρκία και έτρωγε τα πρόβατα στο νησί – αυτό όμως είναι ιστορία για τους μεγάλους και κανένα παιδί δεν την πιστεύει. Ο Νίκος ξέρει ένα θαυμαστό παραμύθι για το καπλάνι της βιτρίνας, που δεν τελειώνει ποτέ και κάθε καλοκαίρι το συνεχίζει.
     Είχε σκοτεινιάσει για καλά. Η θάλασσα δεν ξεχώριζε μήτε τα κύματα. Μονάχα ακούγαμε ένα «παφ» και γέμιζαν ξαφνικά τα τζάμια δάκρυα. Ο δρόμος έξω ήταν έρημος. Τότε πήγαινα να πιστέψω πως το νησί μας άδειαζε τις χειμωνιάτικες Κυριακές, οι άνθρωποι έφευγαν κάπου μακριά κι απόμενε μόνο η τζαμωτή βεράντα με μας τις δυο, που, θαρρείς, έπλεε μέσα στην αφρισμένη θάλασσα.
     ― Σαν δεν ντρέπεσαι, ξανάπε η Μυρτώ.
     Κατάλαβα πως το έλεγε πιο πολύ για να ξαναπιάσουμε κουβέντα, έστω κι αν ήτανε να τσακωθούμε. Κι εγώ έψαχνα αφορμή να πάω κοντά της, γιατί ήτανε πολύ σκοτεινά και φοβόμουνα. Τότε ακούστηκαν τραγουδιστά τα μαγικά λόγια: ΠΑ, ΒΟΥ, ΓΑ, ΔΕ, ΚΕ, ΖΩ, ΝΗ…
     Ήτανε ο παππούς, που σαν τέλειωνε τη μελέτη του, έψελνε σε μια παράξενη γλώσσα που τη λένε βυζαντινή. Η Μυρτώ κι εγώ, άμα θέλαμε να κάνουμε τις σπουδαίες στ’ άλλα παιδιά, μιλούσαμε τάχα, μεταξύ μας, μια ξένη γλώσσα. Έλεγε η μια: ΠΑ  ΒΟΥ  ΓΑ και απαντούσε η άλλη: ΔΕ  ΚΕ  ΖΩ  ΝΗ. Τότε κείνα μας ρωτούσανε: «Μα τι γλώσσα μιλάτε;». Εμείς απαντούσαμε καμαρωτά: «Δεν καταλαβαίνετε; Βυζαντινά».
      Ο παππούς ήρθε στην τζαμωτή και μας πήρε να πάμε στην τραπεζαρία. Μας έσπασε καρύδια και μας έδωσε να τα φάμε με μέλι. Όταν η Μυρτώ ζήτησε και τρίτη φορά να της γεμίσει το πιατάκι, ο παππούς τής είπε:
     ― Μυρτώ, τι προτιμάς; Κι άλλα καρύδια ή να σου διηγηθώ έναν μύθο;
     ― Φυσικά, καρύδια! απάντησε εκείνη. Αφού ο μύθος δεν τρώγεται!
     Παράξενος που είναι ο παππούς μας! Δε μοιάζει με τους παππούδες των άλλων παιδιών. Ψηλός ψηλός, περπατάει κρατώντας ένα καλάμι αντί μπαστούνι, χωρίς να καμπουριάζει καθόλου τη ράχη του. Όλοι στο νησί τον λένε «Ο ΣΟΦΟΣ».
     Ξέρει όλο τον Όμηρο απέξω. Ποτέ δε μας λέει παραμύθια για δράκους και βασιλιάδες, παρά μύθους για τους αρχαίους θεούς και θρύλους για τους ήρωες. Καμιά φορά πιστεύω πως ο παππούς είναι αρχαίος Έλληνας, δεν τολμώ όμως ούτε στη Μυρτώ να το πω, γιατί θα μου απαντήσει: «Σαχλαμάρες».
     ― Λοιπόν, τι θα κάνετε τώρα; ρώτησε ο παππούς, αφού τελειώσαμε τα καρύδια.
     Εμείς δεν είπαμε τίποτα, γιατί, αν του λέγαμε πως θέλαμε να παίξουμε μαζί του τόμπολα, εκείνος θα μας απαντούσε: «Να σας πω καλύτερα έναν μύθο. Τόμπολα παίζετε και με τη Σταματίνα».
     ― Λοιπόν, θα σας πω έναν μύθο, είπε ο παππούς κι άρχισε την ιστορία του Δαίδαλου και του Ίκαρου.
     «…Ο Ίκαρος, με τα φτερά που του έφτιαξε ο πατέρας του ο Δαίδαλος, άρχισε να πετά σαν πουλί. Μα πέταξε τόσο ψηλά, σχεδόν κοντά στον ήλιο, κι έλιωσε το κερί που μ' αυτό ήταν κολλημένα τα φτερά του. Έτσι έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε. Γι' αυτό το πέλαγος, όπου έπεσε, λέγεται Ικάριον…»
     Μέσα στο Ικάριον πέλαγος είναι το νησί μας. Τι μικρό που φαίνεται πάνω στην υδρόγειο! Σαν μία μικρή τελεία. Πέρα, τ’ άλλα νησιά, κι ύστερα ολόκληρη η Ελλάδα κι οι άλλες χώρες απέραντες.
     Τι όμορφα που θα ’ναι να βάζεις δυο φτερά στην πλάτη σου και να πετάς! Να ’ναι, ας πούμε, μια βαρετή Κυριακή κι εσύ να λες: Δε βάζω τα φτερά μου, να πεταχτώ μια στιγμή στην Ιαπωνία ή στην Κίνα ή στην Αφρική, να δω αν τα Γιαπωνεζάκια, τα Κινεζάκια και τα Αραπάκια περνούνε κι αυτά βαρετές Κυριακές; Να δω αν παίζουνε σαν και μας κουτσό, σκοινάκι, πεντόβολα;
     ― Μπορεί στ’ αλήθεια, παππού, να πετάξει καμιά φορά ο άνθρωπος; ρώτησα.
     ― Σαχλαμάρες! πρόλαβε ν’ απαντήσει η Μυρτώ.
     Μα ο παππούς δεν την άφησε να συνεχίσει:
     ― Μπορεί, άμα περάσουν πενήντα, ίσως εκατό χρόνια, να γίνει κι αυτό. Τώρα έχουμε Γενάρη του 1936 και ίσως ως τον Γενάρη του 1986 οι άνθρωποι να πετάνε, σαν τον Ίκαρο, κοντά στον ήλιο, χωρίς όμως να ξεκολλάνε τα φτερά τους.
     ― Ουουου, ως τότε τι να το κάνουμε, λέει η Μυρτώ. Εμείς πια θα είμαστε γριές κι έτσι κι αλλιώς δε θα μπορούμε να πετάμε.
     Ο παππούς τη μάλωσε πως είναι εγωίστρια. Αν, λέει, σκεφτόντανε έτσι όλοι, δεν θα ’χε γίνει καμιά ανακάλυψη στον κόσμο. Οι επιστήμονες θα λέγανε: Γιατί να κουραζόμαστε να βρούμε τούτο ή εκείνο, αφού ώσπου να τελειοποιηθεί η εφεύρεσή μας εμείς θα είμαστε γέροι ή θα ’χουμε πεθάνει.
      ― Αλλά οι επιστήμονες, κυρία Μυρτώ, συνέχισε ο παππούς, σκέφτονται την ανθρωπότητα κι όχι τον εαυτό τους. Οι ίδιοι μπορεί να μην υπάρχουν, αλλά το όνομά τους μένει αθάνατο.
     ― Θα ’θελα να γίνω εφευρέτης, λέει η Μυρτώ.
     ― Αν οι... εφευρέτες ξέρανε τόσο άσχημα την προπαίδεια, όπως εσύ, της πέταξε ο παππούς, δεν θα γινότανε καμιά εφεύρεση στον κόσμο.
     Δε φανταζόμασταν πως θα τέλειωνε τόσο άσχημα αυτή η Κυριακή. Ο παππούς άρχισε να ρωτάει τη Μυρτώ το 7x7 κι εκείνη θαρρείς το έκανε επίτηδες κι όλο τα μπέρδευε. Επέμενε μάλιστα πως 7x8 κάνει 46 –ενώ ο παππούς έλεγε 56–, που έκανε τον παππού να θυμώσει.
     ― Αν δε μάθεις την προπαίδεια απέξω κι ανακατωτά, δεν θα πας ποτέ σου σε αληθινό σχολείο, είπε ο παππούς και μας έστειλε να κοιμηθούμε.
     Εγώ πηγαίνω στη δεύτερη τάξη και η Μυρτώ στην τέταρτη. Δεν πηγαίνουμε όμως σχολείο, μας κάνει ο παππούς μάθημα στο σπίτι. Κάθε χρόνο δίνουμε εξετάσεις, σαν «διδαχθείσες κατ’ οίκον», και περνούμε τις τάξεις. Σε δημόσιο σχολείο δε θέλουν να μας στείλουν, γιατί εκεί, λέει ο παππούς, είναι τόσα παιδιά σε κάθε τάξη, που μπορεί να περάσει μισός χρόνος και να μη σε σηκώσουν για μάθημα. Είναι και το ιδιωτικό σχολείο του κυρίου Καρανάση στη γειτονιά μας, μα αυτό, λέει ο μπαμπάς, δεν είναι για το βαλάντιό μας.
     Όταν πέσαμε πια στα κρεβάτια μας να κοιμηθούμε, άρχισε η Μυρτώ να λέει πως εγώ έφταιγα που την κατσάδιασε ο παππούς για την προπαίδεια: που ρώτησα αν θα μπορέσει στ' αλήθεια να πετάξει ο άνθρωπος. Πού να το ’ξερα πως, για να πετάξει ο άνθρωπος, χρειάζεται κανείς να ξέρει την προπαίδεια απέξω κι ανακατωτά την προπαίδεια κι έτσι θα θυμότανε ο παππούς να ρωτήσει τη Μυρτώ;
     Μπορούσε, όμως, ποτέ κυριακάτικα να πάνε όλα καλά; Αν πηγαίναμε σχολείο, θα μας άρεσε η Κυριακή, που θα μέναμε στο σπίτι. Ενώ τώρα…
     ― Αχ, να πηγαίναμε σχολείο! λέω δυνατά.
     Μα η Μυρτώ έχει κουκουλωθεί από το κεφάλι και κάνει πως δεν ακούει. Τότε είπα ακόμα πιο δυνατά:
     ― ΕΥ-ΠΟ; ΛΥ-ΠΟ;
     ― ΛΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ, απάντησε εκείνη πεισμωμένα, κάτω από τα σκεπάσματα.
     Αυτά δεν ήτανε βυζαντινά, αλλά μια δική μας γλώσσα, που μόνο οι δυο μας την καταλαβαίναμε. ΕΥ-ΠΟ, θα πει: πολύ ευχαριστημένη. ΛΥ-ΠΟ: πολύ λυπημένη. Αν δεν το ρωτούσαμε κάθε βράδυ η μια στην άλλη, δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε. Δεν ξέρω γιατί τις Κυριακές σχεδόν πάντα απαντούσαμε: ΛΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ.
     Να ’χα τώρα φτερά σαν του Ίκαρου, θα μπορούσα να πέταγα από χώρα σε χώρα και να ρώταγα όλα τα παιδιά του κόσμου: ΕΥ-ΠΟ; ΛΥ-ΠΟ;

* το καπλάνι: η τίγρη, από το τουρκ. kaplan   ** νησί: Σάμος 

(Πηγή: Πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος «Το καπλάνι της βιτρίνας» της Άλκη Ζέη (γενν. 1925), εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2011, σελ. 11-19)

clip_image002[15] clip_image002[12]

Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ ~ ΑΝΕΠΙΔΟΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

Σαν σήμερα γεννήθηκε η ποιήτρια...

Πολυδούρη Μαρία 
(Καλαμάτα 1η Απριλίου 1902 - 29η Απριλίου 1930 Αθήνα)
 
clip_image001 
    ΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙ

Μαρίας Πολυδούρη - Ἀνεπίδοτη ἐπιστολὴ

«Αὐτὸ εἶναι τὸ γράμμα μου
στὸν κόσμο ποὺ ποτὲ δὲν
ἔγραψε σὲ μένα...»

Ἔμιλι Ντίκινσον

Ἀγαπητοὶ φίλοι!
Ἴσως τὸ γράμμα αὐτὸ νὰ μὴν διαβαστεῖ ποτέ, ἀπὸ κανέναν, ἀλλὰ στ᾿ ἀλήθεια δὲ μὲ νοιάζει. Ἴσως μέχρι νὰ φτάσει στὰ χέρια σας νἄχω πειὰ ὁλότελα ξεχαστῆ ἀπ᾿ ὅλους. Ἀλλά, οὔτε δὰ κι᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο μὲ νοιάζει. Ἐξάλλου, δὲν ἔχω καὶ πολλὰ νὰ σᾶς πῶ, θέλω μόνο νὰ σᾶς θυμίσω ὅτι κάποτε ὑπῆρξα. Κάποτε ὑπῆρξα κι᾿ ἤμουν καὶ ζωὴ καὶ θάνατος μαζί. Καὶ ζωὴ καὶ Χάρος ἤμουν!
     Ἔζησα, τὁμολογῶ, μιὰ ζωὴ δηλητηριασμένη, γι᾿ αὐτὸ θαρρῶ ἀποφάσισα νὰ τὴν ἐγκαταλείψω. Ἐκεῖνο ποὺ γιὰ τοὺς ἄλλους ἤτανε ζωή, γιὰ μένα θάνατος ἦταν. Γεννιόμουνα καὶ πέθαινα κάθε μέρα, ὥρα καὶ στιγμή. Ζοῦσα μὲ τὸ θάνατο, ζοῦσα γιὰ νὰ πεθάνω, μὰ τουλάχιστον δὲ ζοῦσα νεκρὴ ὅπως οἱ γύρω μου, τὰ μικρὰ ἀστεῖα ἀνθρωπάκια ποὺ λέγαν πὼς μ᾿ ἀγάπησαν, κι᾿ ἂς μὴν μπόρεσαν ποτέ, κι᾿ ἂς μὴν τόλμησαν ποτὲ νὰ διαβάσουν τὴν ψυχὴ ποὔκρυβε περίσσιο φῶς καὶ σκοτάδι μέσα της. Κατὰ βάθος μὲ φοβόντουσαν καὶ δὲν ἀργοῦσαν νὰ τραποῦν εἰς ἄτακτον φυγήν. Δὲν ἄντεχαν νὰ μὲ κοιτοῦν κατάμματα, μὴν τύχει καὶ τοὺς κλέψω τὴν ψυχή τους.
     Ἀγαπήθηκα, ἀγαπήθηκα πολύ, μὰ μπορεῖ ποτὲ κανεὶς νὰ φαντασθῆ ὅτι λυπόμουνα βαθειὰ ὅταν καταλάβαινα ὅτι μ᾿ ἀγαποῦσαν; Ἐγώ, ἴσως νὰ μὴν ἀγάπησα ἀρκετά, ὄχι ὅσο ἔπρεπε. Τὸν ἰδανικό μου ἔρωτα θαρρῶ τὸν ἔζησα στὴ φαντασία μου. Ἡ ψυχή μου καὶ ἡ ἀγάπη γεννήθηκαν τὴν ἴδια μέρα. Αὐτὸ τὸ ἔνιωθα μέσα μου, κι᾿ ὅμως δὲν πίστευα ὅτι θὰ ὑπῆρχε μέρα ποὺ θὰ μοῦ ἀποδείκνυε ὅτι ἀγαποῦσα ἀληθινά. Δὲν εἶνε στ᾿ ἀλήθεια τραγικό, μιὰ μεγάλη εἰρωνεία, νὰ μιλοῦν γιὰ τὴν ἀγάπη ἄνθρωποι ποὺ δὲν τὴν γνωρίζουν καὶ νὰ σιωποῦν ἐντελῶς κεῖνοι ποῦ νοιώθουν τὴν ψυχή τους νὰ πνίγεται στὸ πόνο της;
     Πολλοὶ λέγαν ὅτι ζοῦσα μέσ᾿ στὸ κεφάλι μου. Κάτι ἔπρεπε νὰ ποῦν κι᾿ αὐτοί... Πῶς ἄλλως θὰ μὲ κατέτασσαν σὲ συγκεκριμένη κατηγορία ἀνθρώπων; Ἄνθρωποι, ἀνθρωπάκια! Ἡ ζωὴ ἕνα τεράστιο ψέμα ποὺ ἄλλοι τὸ ἀγαπᾶνε κι᾿ ἄλλοι - οἱ λίγοι - προσπαθοῦν νὰ τὸ κάνουν ἀληθινὴ ζωή. Ἐσεῖς, ἀγαπητοὶ ἄγνωστοί μου φίλοι, πῶς ζεῖτε; Ζεῖτε; Μιὰ φάρσα, αὐτὸ ἦταν ἡ δικιά μου ζωή. Κανεὶς δὲν τὴν κατάλαβε. Γεννήθηκα χωρὶς νὰ τὸ θέλω, ἔζησα στὸ περίπου, καὶ σκηνοθέτησα τὸ θάνατό μου. Κι᾿ ὅμως ἀγαποῦσα τὴ ζωή, ἀλλὰ πάντα αὐτὴ μοὔπαιρνε ὅ,τι ἄλλο ἀγαποῦσα. Μοῦ ἔλειπε πάντα μιὰ καρδιὰ ποὺ νὰ πονῆ γιὰ μένα. Κι ἦταν δύσκολο, δύσκολο πολὺ νὰ ζῶ μονάχη μου μέσ᾿ σ’ ἕνα κόσμο τόσο παράλογα προσκολλημένο στὰ μικρά τῆς ζωῆς καὶ στὸ τίποτα. Ἤμουνα σὰν παράσιτο, σὰν μαῦρο ξωτικὸ ποὺ ἔχασε τὸ δρόμο κι᾿ ἀντὶ νὰ ταξιδέψει στὸν ὀνειροκόσμο του, ξέπεσε σὲ τούτη δῶ τὴ γῆ. Μάλιστα, κάποια φορά, κάποιος μὲ ρώτησε κρυφὰ ἂν εἶμαι χήρα σὰν φοροῦσα μαῦρα βαρειά. Ἐγέλασα. Ἀλήθεια ἦταν! ἂν μάντεψε τὴν ψυχή μου, καλὰ τὴν ὠνόμασε χήρα...
     Εἶνε ποὺ θὰ παρακαλοῦσαν νὰ εἶχαν ζήσει στὴν ἐποχή μου. Ἐγώ, θἄθελα νὰ ζήσω σὲ κάποιαν ἄλλην ἐποχή. Ἔζησα ἀνάμεσα σὲ μιὰ γενειὰ ἡττημένη. Κάποιοι ἀπό μας κάναν τὸν πόνο στίχο, τὴν ὀργὴ τραγούδι, ἀλλὰ κανεὶς δὲν τόλμησε... - οὔτ᾿ ἀπὸ μᾶς οὔτ᾿ ἀπ᾿ τοὺς ἄλλους - δὲν τόλμησε νὰ ξεφύγει ἀπ᾿ τὸ χαραγμένο μονοπάτι, δὲν τόλμησε νὰ πεῖ ὅ,τι στ᾿ ἀλήθεια σκεφτότανε, δὲν τόλμησε νὰ κάνει ὅ,τι στ᾿ ἀλήθεια ἤθελε νὰ κάνει. Οἱ περισσότεροι ἦταν - ἤμασταν - δειλοὶ ποὺ ᾿ψαχναν ἁπλὰ ναὔρουν τὴν αὐτοεπιβεβαίωσή τους. Κάτι νέοι σκυθρωποὶ κι᾿ ἀνάπηροι. Ὀλίγοι γέροι μὲ κακόβουλο ὕφος. Κάτι δεσποινίδες σαλατολόγοι καὶ ὑπερφίαλοι... Ἀπόκληροι τῆς ἀντίληψης... Κι᾿ ὅμως ἀνάμεσα σ᾿ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ Κ., ὁ μόνος ποὺ θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ μὲ καταλάβει, ἀλλὰ οὔτε καὶ κεῖνος τόλμησε... Μοὖπε μάλιστα, πὼς μὲ λυπόταν γιατί τὸν ἀγαποῦσα... ὅτι ἤμουνα γι᾿ αὐτὸν μιὰ παρηγοριά. Τὄχε ἡ ἐποχή, κανεὶς δὲν ἦταν ὁ ἑαυτός του! Γι᾿ αὐτὸ θαρρῶ καὶ ἔζησα τόσο μόνη, κι᾿ ἂς εἶχα πάντοτε κάποιους νὰ μὲ συντροφεύουν, ἀδέλφια μου σ’ ένα πόνο ποὺ δὲ θὰ μποροῦσαν ποτὲ νὰ συλλάβουν. Ἔκαναν τὰ πάντα γιὰ μέ, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη τους ἦταν μιὰ θυσία ποὺ ποτὲ δὲν δέχτηκα μὲ εὐμένεια κι᾿ οἱ ἀνησυχίες τους χειροπέδες γιὰ μένα. “Πόσο εἶνε ἀστεία ἡ ζωὴ μὰ καὶ πόσο ἀστειότεροι εἴμαστε μεῖς ποὺ τὴν ἀνεχόμαστε τέτοια”, ἔγραψα, θυμᾶμαι, κάποτε στὸ ἡμερολόγιό μου...’
     Μά, ἀπὸ τότε ἔχουν πειὰ περάσει χρόνια. Πόσα, δὲν ξεύρω, ἀφοῦ ὁ χρόνος δὲν ἔχει πειὰ γιὰ μὲ καμμία σημασία. Τώρα, εἶμαι κάπου ἀλλοῦ καὶ ζῶ - ἂν τούτη δῶ ἡ κατάσταση θεωρεῖται ζωὴ - μέσ᾿ ἀπ᾿ τὶς ἀναμνήσεις μου. Ξεφυλλίζω τὰ τετράδια τοῦ μυαλοῦ καὶ κυττάζω πίσω. Ὅλα ζητάω τὰ χαμένα, τὶς μικρὲς στιγμές, τὸν ἀγαπημένο... Γυρνῶ τὸ βλέμμα καὶ τὸν κυττάζω πάντα τὸ δρόμο ποὺ ἀφήσαμε. Εἶνε μακρύς, σκοτεινός, γεμάτος δυσκολίες καὶ φρίκη... εἶνε τόσο μακρύς, τόσο δύσκολος... κι᾿ ὅμως - θεὲ συγχώρεσέ με - θὰ τὸν ἔπαιρνα μὲ τὴν καρδιὰ γεμάτη δάκρυα καὶ μεταμέλεια... Μὲ τὴν καρδιὰ δεμένη μὲ τὰ σίδερα τῆς ἁμαρτίας θὰ ξεκινοῦσα νὰ σ᾿ εὕρω μοναδικὴ κι᾿ ἀξέχαστή μου ἀγάπη... Δὲ θέλω τίποτε ἄλλο, μόνο νὰ φτάσω, νὰ σταθῶ κοντά σου τόσο ποὺ φτάνει γιὰ νὰ ἰδῶ... νὰ ἰδῶ τὸ πρῶτο βλέμμα σου ἐκεῖνο ποὺ μοῦ ᾿ριχνες σὰν ἔφτανα... τὶς μικροῦλες ὅλες ἐκεῖνες ρυτίδες στὸ πρόσωπό σου... νὰ ἰδῶ τὰ χέρια σου ν᾿ ἁπλώνονται σὲ μένανε νὰ μὲ ἀγκαλιάσουν... νὰ ἰδῶ... νὰ νοιώσω τὸ φίλημά σου... Εἶνε τόσο μεγάλος ὁ καϋμὸς καὶ εἴμεθα τόσο μικροὶ ἕνας-ἕνας ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὸν ἀποτελοῦμεν...
     Τὰ λόγια αὐτὰ ἴσως νἀκούγονται σὰν παραλήρημα ἑνὸς ἑτοιμοθανάτου, μά, ἀλοί, δὲν μπορῶ νὰ πεθάνω ἀφοῦ εἶμαι ἀπὸ χρόνια πειὰ νεκρή. Ὅσο ζοῦσα, ὅσο ἔζησα, ἤμουνα παιδί. Ἤμουνα ἕνα παιδὶ ἄμυαλο, μπορῶ νὰ τὸ παραδέχωμαι ἀλλὰ καὶ ποιὸ παιδὶ δὲν εἶνε ἄμυαλο; Ἕνα παιδὶ εἶμαι ἀκόμη... Ἕνα παιδὶ ποὺ γράφει σὲ σᾶς, τοὺς ἄγνωστούς του φίλους, γιὰ νὰ τοὺς πεῖ: νὰ μείνετε πάντα παιδιά, κι᾿ ἂν εἶνε δυνατὸν ἄμυαλα παιδιά. Νὰ ζήσετε τὴ ζωή σας μὲ τρέλλα, νὰ ζήσετε παράλογα, νὰ σκοτώσετε τὴ λογικὴ ποὖνε ὁ φονιὰς τῆς χαρᾶς καὶ τῆς ζωῆς, νὰ τολμήσετε νὰ κάνετε τὰ δύσκολα, τὰ μεγάλα, τὰ σημαντικά, ν᾿ ἀκολουθήσετε τὰ δύσβατα μονοπάτια, ν᾿ ἀφήσετε νὰ θρονιαστεῖ στὴν καρδιά σας γιὰ πάντα ἡ ἄνοιξη καὶ τὸ χαμόγελο στὰ χείλη, ν᾿ ἀγαπήσετε μὲ πάθος καὶ νὰ καεῖτε ἀπ᾿ τὴ φλόγα τῆς ἀγάπης σας, νὰ κάνετε τὸν πόνο, τὴ χαρά, τὴν κάθε σας στιγμὴ τραγούδι, κι᾿ ὅταν ἔρθ᾿ ἡ ὥρα ἡ στερνὴ νὰ πεθάνετε ὄχι ἀπὸ πλῆξι, ἀλλὰ ἀπὸ εἰλικρίνεια ὅπως ὁ φίλος τζίτζικας, ποὺ τόσο ὡραία τὰ ἔλεγε μὰ μεῖς τὰ παίρναμε γιὰ γκρίνια...
     Τώρα, καθὼς γράφω τὶς τελευταῖες γραμμές, κυττῶ πίσω καὶ ἀντιλαμβάνομαι πόσο στάθηκα τυχερή: ἔζησα ἐλεύθερη ὅσο καμμιὰ ἄλλη γυναίκα τῆς ἐποχῆς μου, ἔκανα πράγματα ποὺ δὲν ἔκανε καμμιὰ ἄλλη, κι᾿ ἀγαπήθηκα ὅσο λίγες. Καί, δὲν τὸ ξεχνῶ, καθὼς τὸ βλέμμα μου ἔσβηνε, ἐκείνη τὴ μελαγχολικὴ αὐγούλα τ᾿ Ἀπρίλη, δὲν ἤμουν πειὰ μόνη. Νέοι ποὺ μ᾿ ἀγάπησαν ἦρθαν νὰ μ᾿ ἀποχαιρετήσουν καὶ φίλες γκαρδιακὲς στὸ προσκεφάλι μου ἕνα τελευταῖο τραγούδι νὰ μοῦ χαρίσουν...
     Αὐτὸ εἶναι τὸ γράμμα μου στὸν κόσμο ποὺ ποτὲ δὲν ἔγραψε σὲ μένα, ὅπως λέει κι᾿ ἡ καλή μου φίλη.
Μὲ ἀγάπη,
Μαρίκα Πολυδούρη

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

21 ΜΑΡΤΙΟΥ: ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ

21η Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης και Εαρινή Ισημερία

 

Λορέντζος Μαβίλης

Έλληνας δημοτικιστὴς Ποιητής καὶ ἐθνικὸς Αγωνιστής

(γεννήθηκε στην Ἰθάκη 1860 – 1912 σκοτώθηκε για την πατρίδα στο Δρίσκο Ἰωαννίνων)

 

Πατρίδα

 

Πάλε ξυπνάει τῆς ἄνοιξης τ᾿ ἀγέρι 

στὴν πλάση μυστικῆς ἀγάπης γλύκα, 

σὰν νύφ᾿ ἡ γῆ, πὄχει ἄμετρα ἄνθη προίκα, 

λάμπει ἐνῶ σβηέται τῆς αὐγῆς τ᾿ ἀστέρι.

 

Πεταλοῦδες πετοῦν ταίρι μὲ ταίρι, 

ἐδῶ βουίζει μέλισσα, ἐκεῖ σφήκα· 

τὴ φύση στὴν καλή της ὥρα ἐβρῆκα, 

λαχταρίζει ἡ ζωὴ σ᾿ ὅλα τὰ μέρη.

 

Κάθε μοσχοβολιὰ καὶ κάθε χρῶμα, 

κάθε πουλιοῦ κελάηδημα ξυπνάει 

πόθο στὰ φυλλοκάρδια μου κι ἐλπίδα

 

νὰ σοῦ ξαναφιλήσω τ᾿ ἅγιο χῶμα, 

νὰ ξαναϊδῶ καὶ τὸ δικό σου Μάη, 

ὄμορφή μου, καλή, γλυκειὰ πατρίδα.

                                                                          (σονέτο)

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

ΚΥΡΙΑΖΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ~ ΑΓΑΛΜΑ ΣΙΓΡΙΑΝΗΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ ΛΕΣΒΟΥ

Αναδημοσίευση από:

Χρονογράφημα

Η περιπλάνηση της Σιγριανής Αρτέμιδος στον Βόσπορο

Σάββατο 12 Μαρτίου 2016  Αριστείδης Κυριαζής
Νήσος Αιολίς Λέσβος, η δε χώρα Λεσβία
Δεκαπενθήμερες επισημάνσεις

Mε αφορμή πέντε άρθρα του αγαπητού Ερέσιου φίλου Σπύρου Πιπερά στο «Εμπρός», από 28-9-13 μέχρι 11-1-14, δημοσίευσα στις 9-8-14 στη στήλη, το κείμενο «Η Άρτεμις Λαφρία της Λέσβου στην Κωνσταντινούπολη από το 1865» (http://www.emprosnet.gr/blogs/hronografima/62526-i-artemis-lafria-tis-lesvoy-stin-konstantinoypoli-apo-1865), όπου τόνιζα:
 clip_image004[6]
     «Tο εξαίσιας ομορφιάς, όλο έρωτα, κίνηση και χάρη άγαλμα είναι καταχωρημένο ανάμεσα σε δεκαεννέα περιπτώσεις στο διεθνές Εικονογραφικό Λεξικό των Κλασικών Μυθολογιών στην κατηγορία των αγαλμάτων της “Αρτέμιδος Λαφρίας και πλησιέστερων τύπων”. Το άγαλμα βρέθηκε στη Λέσβο περίπου το 1865 και αφού εκλάπη από τους Τούρκους μεταφέρθηκε κρυφά στην Κωνσταντινούπολη και εκτίθεται στο εκεί Αρχαιολογικό Μουσείο χωρίς, εδώ και εκατό πενήντα χρόνια, κάποιος Έλλην Λέσβιος, πριν από τον Σπύρο Πιπερά, να έχει αναφέρει κάτι γι' αυτό!
     Από το ότι δεν υπάρχει στη Λέσβο μαρτυρία της εποχής εκείνης για τη μεταφορά του αγάλματος, συμπεραίνω ότι πρέπει να βρέθηκε στο Σίγρι, που τότε είχε μόνο μουσουλμάνους κατοίκους και γι' αυτό δεν μαθεύτηκε από τους Έλληνες λόγιους».

     Το 1885 ο Γάλλος αρχαιολόγος Salomon Reinach έγραψε σχετικά: «Γοητευτική μορφή, ένα από τα πιο αξιοσημείωτα αγάλματα του τουρκικού μουσείου, χαριτωμένος τύπος αγάλματος Λεσβίας κόρης, κομψή τοποθέτηση πτυχώσεων του φορέματος, στάση και έκφραση προσώπου που ανακαλούν την ιδανική παρθένα-θεά, η σιγμοειδής απόδοση του κορμού που αναπαύεται σε στήριγμα, που ήταν ένα από τα αγαπημένα μοτίβα του Πραξιτέλη, δίνει σε όλη τη μορφή μια εικόνα ηρεμίας που προστίθεται στην ονειρώδη και γαλήνια έκφραση της κεφαλής. Μπορούμε να δεχθούμε ότι ένα από τα αριστουργήματα του Πραξιτέλη, όλα άγνωστα σε εμάς εκτός του αγάλματος των Αντικύρων, μπορεί να ενέπνευσε τον Ελληνορωμαίο καλλιτέχνη που δημιούργησε το γλυπτό της Λέσβου» (American Journal of Archaeology).

     Στο «Λεσβιακό Ημερολόγιο» του 2016, ο Ιωάννης-Ανδρέας Βλάχος, στο κείμενο «Σίγριον, ένα αφιερωμένο στην θεά Άρτεμη αρχαίο λιμάνι της Λέσβου», έγραψε:
     «Ο Burcher (Pauly-Wissowa, σελ. 2456, “Σίγριον”) είχε σκεφθεί πως θα έπρεπε ίσως να συσχετισθούν τα τοπωνύμια αυτά (“Σίγριον άκρον” από τον Στράβωνα και “Σίγριον Λέσβου λιμήν” από τον Βυζάντιο) με μια λέξη που μνημονεύει ένας άλλος, κατά τι παλαιότερος του Στέφανου Βυζαντίου λόγιος, ο Ησύχιος: την ιδιαίτερα σκοτεινής ετυμολογίας λέξη “σίγρα”, που μόνο στο Λεξικό του εμφανίζεται και που την αναφέρει μόνο στον πληθυντικό (“σίγραι”). Η λέξη αυτή, σημειώνει ο Ησύχιος, σήμαινε “των αγρίων συών οι βραχείς και σιμοί”, δηλαδή “μικρόσωμοι και κοντοί αγριόχοιροι” [...] Συνεπώς, η Άρτεμη λατρευόταν στην άκρα δυτική αυτή περιοχή της Λέσβου, είτε στην περιοχή του “Σιγρίου άκρου”, είτε στο ομώνυμο λιμάνι, ως προστάτιδα της ναυσιπλοΐας».

     Στα παραπάνω προσθέτω: α) Ο Σιγριανός φίλος Γιάννης Τσίκνας μου εξέθεσε ότι «ο Μπαρμπαντώνης Λεοντής, o μεγαλύτερος αδελφός του Μπαρμπαγιάννη, μού είπε ότι τον παλαιό οικισμό Παλιοχώρι του Σιγρίου, όπου βρέθηκαν τάφοι, παλιά τον έλεγαν Γουρνοχώρι». β) Στο βιβλίο «Mytilena Sacra» του Ιάκωβου Κλεόμβροτου καταγράφονται οι γειτονικοί μεταξύ τους παλαιοί χριστιανικοί οικισμοί «Γούρνος» και «Παλιοχώρι», που βρίσκονταν αντίστοιχα βόρεια και ανατολικά του κάμπου Σιγρίου (τ. Δ΄, σ. 393), όπως και χωράφι «Κοπριούδα» (τ. Α΄ σ. 232). γ) Κατά το λεξικό του Δημ. Δημητράκου: «γουρνάς, ο γουρνάρης, ο χοιροβοσκός». δ) Η Ευαγγελία Μπαλτά σημειώνει ότι στα Οθωμανικά Κατάστιχα του έτους 1548 στο Ναχιγιέ Ερεσού, καταγράφεται το αμιγές χριστιανικό χωριό Gorina ή Gurnya με 112 οικογένειες (Αριστείδης Κυριαζής, «Λεσβιακό Ημερολόγιο 2015») και ε) Ο φίλος Κώστας Καμπουρίδης με πληροφόρησε ότι στο υπό έκδοση βιβλίο «Η Λέσβος τον 16ο αιώνα. Οικονομία και πληθυσμός. Το Οθωμανικό κατάστιχο απογραφής του 1548» γράφει ότι στην παραγωγή του χωριού Gourina αποδίδεται από την Μονή Υψηλού - Ιωάννου Θεολόγου ετήσιος φόρος κατ’ αποκοπή 200 άσπρων για ένα χωράφι 2-3 στρεμμάτων που καλλιεργούσαν στο χωριό αυτό οι καλόγεροι.

clip_image002
Φωτ: Αντίγραφο αγάλματος της Σιγριανής Αρτέμιδος Λέσβου από το Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινούπολης.

     Στις 13-1-16, επισκέφθηκα με την Ερατώ το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης, όπου σε περίοπτη θέση φυλάσσεται το άγαλμα της Αρτέμιδος της Λέσβου, ύψους 107 εκατοστών, και προμηθεύτηκα από το εκθετήριο το εικονιζόμενο αντίγραφό του σε σμίκρυνση, ύψους 40 εκατοστών με τη βάση, το οποίο μετέφερα και παρέδωσα στην Αθήνα στον Σπύρο Πιπερά, αναμένοντας τη συνέχιση των ερευνών του και ευχόμενος ο θησαυρός της Σιγριανής Αρτέμιδος, που εκλάπη και κρυφά περιπλανήθηκε στο Βόσπορο από τους Οθωμανούς το 1865, να επιστρέψει στον τόπο του, στην περιοχή της Ερεσίας και μάλιστα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Γιαλού της Ερεσού.

clip_image004   clip_image006 
Φωτ: Συγκρίνετε το Λεσβιακό άγαλμα της Σιγριανής Αρτέμιδος με το αντίγραφό του από το Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινούπολης.

Αριστείδης Κυριαζής

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

ΣΑΡΑΚΟΣΤΙΑΝΕΣ ΣΥΝΤΑΓΕΣ ΝΙΚΗΣ

ΝΟΣΤΙΜΑ ΦΑΓΗΤΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ

Σουπιές με μάραθο και ελιές

Υλικά:
- 3 μέτριες σουπιές
- φλυτζανιού  ελαιόλαδο
- 5 φρέσκα κρεμμυδάκια
- 2 ξερά κρεμμύδια σε φέτες
- 2 ματσάκια μάραθο ψιλοκομμένο
- ½ φλυτζανιού λευκό κρασί
- 200 γραμμάρια πράσινες ελιές χωρίς κουκούτσι
- χυμός από ένα λεμόνι
- 1 κουταλιά γλυκού κορν-φλάουρ ή αλεύρι
- αλάτι
- πιπέρι

Παρασκευή:

1. Συγκεντρώνουμε όλα τα υλικά στο τραπέζι. Καθαρίζουμε τις σουπιές, αφαιρούμε τα κουκούτσια από τις ελιές και κόβουμε τα κρεμμυδάκια, τα κρεμμύδια και το μάραθο.

2. Σε μια κατσαρόλα βάζουμε το ελαιόλαδο και τις σουπιές και τα σωτάρουμε σε μέτρια φωτιά. Όταν σωταριστούν, ρίχνουμε τα κρεμμυδάκια, τα κρεμμύδια και το μάραθο. Ανακατεύουμε για λίγο και σβήνουμε με το κρασί. Προσθέτουμε αλάτι, πιπέρι και μισό φλυτζάνι νερό και τα βράζουμε μέχρι να μαλακώσουν οι σουπιές.

3. Όταν βράσουν, ρίχνουμε τις ελιές και συνεχίζουμε το βράσιμο για 10 λεπτά ακόμη. Τέλος, ρίχνουμε το χυμό λεμονιού. Αν θέλουμε να δέσει η σάλτσα μέσα στο λεμόνι,  βάζουμε 1 κουταλάκι γλυκού κορν-φλάουρ και το ρίχνουμε στην κατσαρόλα.

4. Μπορούμε να αντικαταστήσουμε το λεμόνι με 2 μέτριες ντομάτες και λίγο πελτέ ντομάτας, που θα τα βάλουμε μετά το σβήσιμο με το κρασί, που θα είναι κόκκινο αντί για λευκό.
Καλή Επιτυχία!
clip_image002[6]

Κολοκύθα ψητή στο φούρνο

Υλικά:
- 1 μέτρια κολοκύθα
- αλάτι
- πιπέρι
- ελαιόλαδο
- διάφορα μυρωδικά (θυμάρι, φασκόμηλο, τζίντζερ)
- 3-4 κουταλιές σούπας ξίδι μπαλσάμικο

Παρασκευή:

1. Πλένουμε και κόβουμε την κολοκύθα σε κομμάτια.

2. Λαδώνουμε ένα ταψί και τοποθετούμε την κολοκύθα. Ρίχνουμε αλάτι, λίγο ελαιόλαδο σε κάθε κομμάτι και τέλος όποιο μυρωδικό μας αρέσει. Μπορούμε να προσθέσουμε και 3-4 κουταλιές σούπας ξίδι μπαλσάμικο.

3. Ψήνουμε στους 180 βαθμούς Κελσίου για μισή ώρα περίπου.

Καλή Όρεξη!


* Ευχαριστώ τη βαφτιστήρα μου Νίκη Τσιμναδή - Φραγκάτου για τις νόστιμες συνταγές της. Στείλτε και τις δικές σας συνταγές, για δημοσίευση στο Paleochori-lesvos.blogspot.com.