Κυριακή 7 Μαΐου 2023

ΦΑΣΟΥΛΑ ΕΥΡΥΔΙΚΗ_ΠΑΣΠΑΛΑΔΕΣ



Τιμή στην Ελληνίδα Μάνα και Νοικοκυρά

 

Αγάπη και Φροντίδες, Λαχτάρες και Υπομονή, Υπευθυνότητα και Αγωνιστικότητα, Καρτερία και Σύνεση, Εργατικότητα και Φιλότιμο, Ανιδιοτέλεια και Αυτοθυσία, Ευσέβεια και Σεμνότητα, Καλοσύνη και Φιλαλληλία, Φιλομάθεια και Ευστροφία, Δημιουργικότητα και Καλαισθησία, Αρχοντιά και Αξιοπρέπεια, Ομορφιά Ψυχής και Ποίηση, όλα στον υπερθετικό βαθμό τα χαρακτηριστικά της παλιάς Ελληνίδας, ελπίζουμε και της σύγχρονης.

Ας φέρουμε στο νου μας τη μάνα μας κι ας αναρωτηθούμε ποια από τα στοιχεία του χαρακτήρα μας και πόσα κύτταρα της ζωής μας είναι δικά της δημιουργήματα. Ας αποτιμήσουμε την αξία της κι ας φιλήσουμε νοερά με ευγνωμοσύνη τα χέρια της. Πολίτες και Πολιτεία πρέπει να δείξουμε έμπρακτα το σεβασμό και την αναγνώριση του έργου της Ελληνίδας Μάνας.

Με έναν παράξενο τρόπο, μια παραδοσιακή συνταγή, διαλέξαμε να τιμήσουμε τη Μάνα, πιστεύοντας πως η γνήσια Παράδοση υμνεί την ΠΡΟΣΦΟΡΑ της κι εμπνέει στα παιδιά ΑΓΑΠΗ και ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ.

 

Πασπαλάδες

Παραδοσιακή συνταγή Λέσβου από την κ. Ευρυδίκη Φασούλα

   

Υλικά:

• 1,5 ποτήρι πετιμέζι

• ½ ποτήρι ζάχαρη

• 1-2 ποτήρια ελαιόλαδο

• ½ ποτήρι χυμό πορτοκαλιού

• 1 ποτηράκι του λικέρ κονιάκ

• 1 κουταλάκι γλυκού κανέλα

• 1 κουταλάκι γλυκού σόδα

• λίγο νερό

• ½ ποτήρι καρύδια κοπανισμένα (προαιρετικά)

• αλεύρι όσο πάρει

• ταψί λαδωμένο

• ½ ποτήρι πετιμέζι για επάλειψη

• ζάχαρη άχνη για πασπάλισμα

 

Παρασκευή:

 

1. Συγκεντρώνουμε όλα τα υλικά στο τραπέζι και τα τοποθετούμε με τη σειρά που θα τα χρησιμοποιήσουμε.

 

2. Σε μία μεγάλη λεκάνη βάζουμε το πετιμέζι, τη ζάχαρη, το ελαιόλαδο, το χυμό πορτοκαλιού, το κονιάκ, την κανέλα κι ανακατεύουμε με το χέρι, μέχρι να λιώσει η ζάχαρη. Μετά διαλύουμε τη σόδα σε λίγο νερό, τη ρίχνουμε στο μείγμα και συνεχίζουμε το ανακάτεμα, μέχρι να γίνει το μείγμα ομοιογενές. Αν θέλουμε, προσθέτουμε μισό ποτήρι καρύδια κοπανισμένα. Τέλος, ρίχνουμε αλεύρι, όσο χρειάζεται για να γίνει μια ζύμη ρευστή όπως του κέικ.

 

3. Αδειάζουμε το μείγμα σε λαδωμένο ταψί και ψήνουμε σε μέτριο προθερμασμένο φούρνο, στους 180 βαθμούς Κελσίου, μία ώρα περίπου, προσέχοντας να μην καεί.

 

4. Βγάζουμε από το φούρνο το γλύκισμα, το κόβουμε σε ρομβοειδή κομμάτια, το αλείφουμε από πάνω με πετιμέζι και το αφήνουμε να κρυώσει και να απορροφήσει το πετιμέζι. Τέλος, το πασπαλίζουμε με ζάχαρη άχνη και τοποθετούμε τους πασπαλάδες σε πιατέλα.

 

5. Οι πασπαλάδες διατηρούνται εκτός ψυγείου για πολύ καιρό. Σ’ αυτή την περίπτωση βέβαια, πρέπει να τους βάλουμε σε γυάλινο ή πλαστικό δοχείο με καπάκι, για να διατηρηθούν μαλακοί.

Καλή Επιτυχία!

 

***

 

Την παραπάνω παραδοσιακή συνταγή της δυτικής Λέσβου μας υπαγόρευσε τηλεφωνικά η κυρία Ευρυδίκη Φασούλα, που κατάγεται από τη Βατούσα, αλλά τα περισσότερα χρόνια της ζωής της τα έχει περάσει στην Αθήνα, μαζί με το σύντροφό της και τα τρία παιδιά τους. Ποτέ όμως δεν ξέχασε το μικρό χωριό της στη Λέσβο, τη βατουσιώτικη γλώσσα, τις συνήθειες και τις συνταγές του τόπου της. Σήμερα έχει χάσει το σύντροφό της και κατοικεί μόνη, έχοντας σαν παρηγοριά τα θρησκευτικά βιβλία που πολύ της αρέσει να διαβάζει, το ραδιοφωνικό σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδας, τα λουλούδια του κήπου της και τις επισκέψεις των παιδιών της.

Παρ’ ότι δεν μπόρεσε να τελειώσει το Δημοτικό λόγω της γερμανικής κατοχής και της πείνας, χαίρεσαι να την ακούς να μιλά για το χωριό της, για θρησκευτικά και κοινωνικά θέματα. Τη διακρίνει η ευσέβεια κι η καλοσύνη, η καρτερικότητα και η πείρα της παλιάς Ελληνίδας. Μερικές φορές γράφει τις σκέψεις της ή θυμάται τραγούδια της Λέσβου ή συνθέτει δικά της ποιήματα, όπως το παρακάτω:

 

Έλα, Χριστέ και Παναγιά, και κάθισε κοντά μου,

βοήθα την υγεία μου, βοήθα την καρδιά μου,

βοήθα και τα άκρα μου, να κάνω τη δουλειά μου.

Βοήθα τα τρία αντρόγυνα, να ’ναι αγαπημένα,

και τα πέντε εγγόνια μου, να ζούνε ευτυχισμένα.

 

Με αγάπη σε όλους σας,

η μητέρα σας.

 

Τελειώνοντας την υπαγόρευση της συνταγής, θυμήθηκε ένα σατιρικό δίστιχο τραγουδάκι που συνήθιζαν να λένε τα παιδιά στη Βατούσα μετά τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς:

«Εις έτη πολλά,

κι ένα μεγάλο πασπαλά»

 

***

 

Την ευχαριστούμε για τη συνταγή κι ευχόμαστε να έχει υγεία και το ανεξάντλητο κουράγιο που τη διακρίνει πάντα. Άλλωστε η ίδια μας το είπε στον επίλογο της συνομιλίας μας με ένα δίστιχο τραγούδι της Λέσβου, όπως συνηθίζουν ακόμα οι παλιοί Λέσβιοι:

 

Θε μου, για δος μου υπομονή στα νέα βάσανά μου,

γιατί πολύ μεγάλωσαν και καίγεται η καρδιά μου.

 

Θεέ μου, για δίνε υπομονή στους ανθρώπους, ν’ αντέχουν τα παλαιά και νέα βάσανά τους…

______________

Σημειώσεις:

Ετυμολογία λέξης "πασπαλάς":

πασπαλάς (εκ του πασπαλίζω) = γλύκισμα, του οποίου τα υλικά είναι αλεύρι, λάδι και πετιμέζι ή ζάχαρη / ο χαλβάς. Μεταφορικά κάτι που μοιάζει με πασπαλά (Βλέπε: Λαογραφική εργασία φοιτήτριας Πηνελόπης Ψάνη στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη «Πέργαμος» Πανεπιστημίου Αθηνών, α/α 564, 1968, σελ. 332, http://pergamos.lib.uoa.gr/dl/read?pid=uoadl%3A4825&childId=331&hint=0.90).

 

πασπαλάς (ο) = 1) κρέας χοιρινό βρασμένο με κρεμμύδια. 2) είδος γλυκίσματος από αλεύρι, αμύγδαλα, μέλι. 3) περιοχή λιόφυτη Αγιάσου, απέναντι απ’ τις Λάμπες. [Ίσως απ’ το παιπάλη > πασπάλη = λεπτή σκόνη αλευριού / ουσία τριμμένη, λεπτή σκόνη από οποιοδήποτε υλικό - ρ. παιπάλλω > πασπαλίζω (με τροπή του ι σε σ)]. (Βλέπε: Δημήτρη Παπάνη και Γιάννη Δ. Παπάνη «Λεξικό της Αγιασώτικης Διαλέκτου», Μυτιλήνη, 2002, σελ. 356).

 

πασπαλαδέλια (τα) = υποκοριστικό της λ. πασπαλάς με την κατάληξη –έλια του λεσβιακού ιδιώματος, που μάλλον σημαίνει κομμάτια από το γλύκισμα πασπαλάς, αλλά συνάμα δηλώνει πόσο νόστιμα και γλυκά και αρεστά είναι στην Άντισσα και στην υπόλοιπη Λέσβο (Βλέπε: http://www.lesvoskitchen.gr/video/item/331-paspalades-i-paspaladelia-antissas.html, όπου μπορείτε να βρείτε παραλλαγές της συνταγής από την Αφροδίτη Σταυράκη. Παρόμοια είναι η συνταγή γλυκίσματος που λέγεται πετιμεζόπιτα).

 

πασπαλάς (στη Μάνη) = πρόχειρο και γρήγορο φαγητό που φτιάχνουν οι Μανιάτισσες στο τηγάνι, ρίχνοντας αλεύρι σε καυτό λάδι, ένα είδος τηγανόπιτας.

 

ο Πασπαλάς/η Πασπαλά: κύριο όνομα, επώνυμο που απαντάται σε πολλά μέρη της Ελλάδας.

 

ο Πασπαλάςοι Πασπαλάδες > οι Πασπαλάδις /θηλυκό η Πασπαλάδαινα > Πασπαλάδιναοι Πασπαλάδαινες > οι Πασπαλάδινις: παρατσούκλι οικογένειας στο Παλαιοχώρι Λέσβου· η ύπαρξή του υποδηλώνει γνώση του γλυκίσματος ή του φαγητού πασπαλάς τα παλιά χρόνια στο χωριό μας.   

 

• Μια όμορφη εκτενή ετυμολογική ανάλυση της λέξης κάνει ο Τάσος Μακρής στο βιβλίο του «Τα παραμύθια των λέξεων»:

 

«Ο χαλβάς κι ο πασπαλάς»

«Μια οικογένεια λέξεων, που είναι μεν γνωστές στα λεξικά, αναγκάζομαι όμως να τις φέρω στο προσκήνιο γιατί δίνουν την εντύπωση πως είναι τούρκικες, ενώ τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το ρήμα πάσσω, που σημαίνει σκορπίζω, σκονίζω, είναι το κλειδί.

Ο μπασμός είναι μια διαδικασία του ψαρέματος, κατά την οποία σκορπίζονται στη θάλασσα διάφορες ουσίες με μυρουδιά, για να μαζευτούν τα ψάρια. Η σωστή λέξη είναι πασμός και παίρνει τη σημασία της διασποράς από το πάσσω.

Η πασπάλ’ είναι κάθε τι που είναι κονιορτοποιημένο και σ’ εμάς η σκόνη αυτή έχει τη σημασία της ανάμειξης πολλών υλικών. «Πασπάλ’» π.χ. λεγόταν ένα είδος αλεύρι-τροφή για τους χοίρους. Το ρήμα πάλι πασπαλίζω έχει τη σημασία του σκονίζω. Και το πασπατεύγου όμως απ’ εκεί γίνεται. Ήταν στην αρχή πασπαλεύω και έγινε πασπατεύγου.

Όλ’ αυτά καλά, αλλά ο πασπαλάς κανείς δεν θα πίστευε πως είναι ελληνική λέξη. Η τούρκικη λέξη είναι χαλβάς κι έχει πολύ γούστο που όλη η Ελλάδα λέει το γλύκισμα με την τούρκικη ονομασία του κι εμείς, που δήθεν έχουμε άλλες τούρκικες λέξεις, τη λέμε με την ελληνική, ή έστω την πολιχνιάτικη, που γίνεται όμως από το ρήμα «πάσσω». Με αλεύρι γίνεται το γλύκισμα. Σκονίζεται το αλεύρι μέσα σε λάδι καυτό και σοροπιάζεται κατόπιν.»

(Τάσος Μακρής, «Τα παραμύθια των λέξεων», έκδοση Συλλόγου Πολιχνιατών Αθήνας, Μυτιλήνη, 2007, σελ. 176-177)

 


Ευχαριστούμε, κυρία Ευρυδίκη…  

 

Πέμπτη 4 Μαΐου 2023

ΒΟΥΝΑΤΣΟΥ ΜΥΡΣΙΝΗ_ΤΟ ΠΗΓΑΔΕΛΙ

 

ΤΟ ΠΗΓΑΔΕΛΙ

 

Η εντοιχισμένη επιγραφή στο κάτω μπροστινό μέρος του πηγαδιού. Φέρει έμμετρο τετράστιχο, το όνομα του χορηγού και ημεροχρονολογία 23 Σεπτεμβρίου 1927.

 

Τη θαυμάσια φωτογραφία της παραπάνω επιγραφής, που είναι εντοιχισμένη στο Πηγαδέλι, μας έστειλε ο παλιός συμμαθητής και φίλος Γρηγόρης Δ. Κουτλής, κατόπιν σχετικού αιτήματός μας. Τον ευχαριστούμε για την άμεση ανταπόκρισή του, που μας έδωσε την ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε τα καλοκαίρια της παιδικής μας ηλικίας στο Ραχίδι, τα νεροκουβαλήματα με πήλινα σταμνιά, μπιτόνια και μεταλλικές λαγήνες. Άλλοτε τα κουβαλούσαν τα γαϊδουράκια, αλλά πιο συχνά τα μετέφεραν στα χέρια νεαρά άτομα, κυρίως παιδιά.

Τους πρώτους τέσσερις στίχους της επιγραφής αναφέρει και ο συγχωριανός μας Γιάννης Π. Μαυραγάνης στο βιβλίο του «Παλαιοχώρι Πλωμαρίου Λέσβου», στο κεφ. «Ύδρευση – Καθαριότητα» (σελ. 99). Γράφει σχετικά: «Στην πλάκα καμιά φορά έμπαινε και κανένα τετράστιχο, όπως η πλάκα στο Π’γαδέλι…». Προσθέτει, μάλιστα, την εξής πληροφορία: «Πολλοί περαστικοί, ιδιαίτερα τα παιδιά και οι νέοι, πάνω σ’ αυτές τις πλάκες έγραφαν με μολύβι ή κάρβουνο τα ονόματά τους ή τετράστιχα, ζωγράφιζαν καρδιές, μαχαίρια και διάφορα παρόμοια».

Το υποκοριστικό «Πηγαδέλι» γιατί υπήρχε μεγαλύτερο πηγάδι σε άλλο σημείο, κοντά στο εξοχικό του Δημητρίου Γ. Αμπελικιώτη.

 

Ο Γρηγόρης Κουτλής στο Πηγαδέλι. Τη φωτογραφία αυτή έχει ως προφίλ στο Facebook.

  

Η επιγραφή είναι εγχάρακτη σε ένθετη γκρι πλάκα, γραμμένη με κεφαλαία γράμματα χωρίς κενά ανάμεσα στις λέξεις, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική συνήθεια. Αποτελείται από έξι στίχους, τέσσερις έμμετρους ιαμβικούς στίχους και δύο που περιέχουν πληροφορίες· ο πέμπτος το ονοματεπώνυμο του κτήτορα και ο έκτος το μήνα, την ημερομηνία και το έτος κατασκευής (Σεπτεμβρίου 23, έτους 1927).

                                     

Σ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΡΥΟ ΤΟ ΝΕΡΟ

ΔΡΟΣΥΣΟΥ ΔΙΑΒΑΤΑ

ΤΟΝ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΝ ΕΝΘΥΜΟΥ

ΣΤΟΥ ΒΙΟΥ ΣΟΥ ΤΗ ΣΤΡΑΤΑ.

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ε. ΚΑΛΔΕΛΗΣ

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 23.1927

 


Μας προβλημάτισε η ταυτότητα του Παναγιώτη Ε. Καλδέλη, το πατρώνυμό του Ε. (Εμμανουήλ;). Το επώνυμο Καλδέλης είναι πολύ γνωστό στο Παλαιοχώρι. Στο Μητρώον Αρρένων Κοινότητος Παλαιοχωρίου Επαρχίας Πλωμαρίου Νομού Λέσβου, καταρτισθέν υπό της Επιτροπής του Νόμου 2295, είναι εγγεγραμμένος ο Παναγιώτης Καλδέλης του Εμμανουήλ (φύλλο 1ο, α/α 6), ο οποίος γεννήθηκε το 1843 στο Παλαιοχώρι. Στις παρατηρήσεις αναφέρεται: «Διεγράφη δυνάμει της υπ’ αριθμ. 10397 από 5/1/1937 αποφάσεως Νομαρχ. Λέσβου». Άρρενα τέκνα του ίσως ήταν ο Ιωάννης (Μητρώον Αρρένων, φύλλο 29ο, α/α 3), ο οποίος γεννήθηκε το 1877 και απεβίωσε στις 8/12/1941, και ο Δημήτριος (φύλλο 38ο, α/α 8), που γεννήθηκε το 1888 και απεβίωσε το 1947. Υπήρχαν και άλλοι δύο με το ίδιο ονοματεπώνυμο, αλλά με διαφορετικό πατρώνυμο, ίσως συγγενείς του. Το 1927, έτος κτίσεως του πηγαδιού, ο Παναγιώτης Ε. Καλδέλης θα ήταν 84 ετών. Επίσης, γεννάται το ερώτημα αν ήταν μόνο χρηματοδότης ή κατασκευαστής και χορηγός συνάμα. 

Σε σχετική ερώτηση προς την παιδική φίλη Παρασκευή Σαββέλη-Καλδέλη, εκείνη μας συμβούλεψε να ψάξουμε σε γειτονικό χωριό, στο Μπορό (Νεοχώρι) ή στο Ακράσι. Γιατί συχνά συγχωριανοί μας δημιουργούσαν οικογένειες σε γειτονικά χωριά ή στο Πλωμάρι. Πράγματι, βρήκαμε ένα δημοσίευμα της εφημερίδας «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» Μυτιλήνης (29/11/1930) στο βιβλίο του αείμνηστου λυκειάρχη Γιάννη Κοντέλλη «Το Ακράσι Λέσβου», τόμος Β΄, Μυτιλήνη 1999, όπου, στο κεφ. «Τα χωριά. Το Μπορό» (σελ. 265), αναφέρεται ο Δημήτριος Εμμ. Καλδέλης, μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου, ο οποίος πιθανόν να ήταν αδελφός του Παναγιώτη.

Επίσης, στην ιστοσελίδα του Συλλόγου Νεοχωριτών Λέσβου «Ο Μπορός», κάποιος Παναγιώτης Καλδέλης αναφέρεται ως ένας από το διευθυντικό προσωπικό του ατμοκίνητου ελαιοτριβείου Αδελφών Μαραγγέλη στο Μπορό (https://www.mporos.gr/neoxori/index.php?option=com_content&task=view&id=60&Itemid=32).

Πιο πιθανό είναι να μετοίκησε στο Πλωμάρι και να δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά εκεί. Ίσως να ήταν συγγενής της οικογένειας Καλδέλη που έχει κατάστημα ειδών κηροποιίας και μνημοσύνων στο Πλωμάρι. Στο βιβλίο Πράξεων της Φιλοπτώχου Αδελφότητος Παλαιοχωρίου «Ο Άγιος Νικόλαος» εγγράφεται πληρωμή δύο χρηματικών ενταλμάτων για το μνημόσυνο του ευεργέτη Γεωργίου Βουνάτσου: στην Πράξη 5, στις 7/3/1937 αναφέρεται πληρωμή του υπ’ αριθμ. 86 εντάλματος «εις Παν. Καλδέλην δι’ αξίαν ενός στεφάνου και μιάς ταινίας διά το μνημόσυνον Γεωργ. Βουνάτσου δρχ. 250» (σελ. 45) και αριθμ. 87 «εις Π. Καλδέλην αξίαν αγγελτηρίων μνημοσύνου Γ. Βουνάτσου δρχ. 35» (σελ. 46). Επίσης, στις 11/12/1938, Πρακτικόν 3ον, πληρωμή χρηματικού εντάλματος υπ’ αριθμ. 14 «Εις Παν. Καλδέλην αξίαν καταθέσεως στεφάνου και ταινίας εις το μνημ. Γ. Βουνάτσου Δρχ. 100» (σελ. 52).

Η ερευνήτρια Κωνσταντίνα Βάκκα-Κυριαζή, αναφέρει έναν Παναγιώτη Καλδέλη από το Πλωμάρι –δυστυχώς χωρίς το πατρώνυμό του– στο βιβλίο της «Η Λεσβιακή Φάλαγγα. Η ιστορία των προγόνων μας», στη σελ. 187/κεφ. «Ποιοι αποτελούν τη Λεσβιακή Φάλαγγα», ο οποίος ήλθε από την Αμερική ως εθελοντής για την απελευθέρωση της Λέσβου το 1912. Στον αλφαβητικό κατάλογο των ανδρών της Λεσβιακής Φάλαγγας (σελ. 230), τον αναφέρει με αύξ. αρ. 64: «Καλδέλης Παναγιώτης, Στρατιώτης Η΄ Ενωμοτία, Πλωμάρι».

  

Φιλολογικά χαρακτηριστικά του τετράστιχου: Μέτρο ιαμβικό (1 άτονη και 1 τονισμένη συλλαβή: υ_ ). Ο πρώτος και ο τρίτος στίχος 8σύλλαβοι, ο δεύτερος και ο τέταρτος 7σύλλαβοι. Ομοιοκαταληκτούν οι στίχοι β΄ και δ΄, παραπέμποντας σε πλεκτή ομοιοκαταληξία.

 

Σ’ αυ-τό – το – κρύ-ο – το – νε-ρό                  (8 συλλαβές)

δρο-σί-σου – δι-α-βά-τα                                 (7 συλλαβές)

τον – Π α-να-γιώ-την – εν-θυ-μού                  (8 συλλαβές)

στου – βί-ου – σου – την – στρά-τα.                (7 συλλαβές)

 

Ο δημιουργός της παραπάνω επιγραφής απευθύνεται σε β΄ ενικό πρόσωπο στο μοναχικό διαβάτη (κλητική προσφώνηση «διαβάτα»). Αρχίζει με τον εμπρόθετο προσδιορισμό «σ’ αυτό», που μας παραπέμπει απευθείας στο περιεχόμενο του πηγαδιού («νερό») και στην ποιότητά του («κρύο», «δροσίσου»), κατ’ επέκταση και στην αξία του πηγαδιού και της προσφοράς του χορηγού. Νοηματική συνάφεια υπάρχει και στις λέξεις «διαβάτα» (από το ρ. «διαβαίνω») και «στράτα», έννοιες που δηλώνουν κίνηση, δράση, κόπο, δίψα. Η φράση «στου βίου σου την στράτα» αποτελεί σύνηθες λογοτεχνικό μοτίβο, ενώ το ρ. «ενθυμού» σε προτρεπτική προστακτική συνδέει το έμμετρο τετράστιχο με τον επόμενο, τον πέμπτο στίχο, και φέρνει στο νου μας τη φράση «εις μνήμην» και την επιθυμία των ανθρώπων για υστεροφημία μέσω της τέλεσης ενός κοινωφελούς έργου.

 

Ας δούμε πώς είναι σήμερα το Πηγαδέλι. Τις παρακάτω φωτογραφίες βγάλαμε στις 10 Νοεμβρίου 2019, ακολουθώντας μια παράκαμψη του χωματόδρομου που οδηγεί από το Ραχίδι στο Βαλανιά.


Το Πηγαδέλι σήμερα, με φανερά τα σημάδια του χρόνου.

 

Αναζητήσαμε πληροφορίες στη βιβλιογραφία – ελάχιστες δυστυχώς – αφού τα χρόνια εκείνα, χρόνια σκληρά και «άνυδρα», πολλοί συγχωριανοί μας ήταν σχεδόν αναλφάβητοι, δοσμένοι στον αγώνα επιβίωσης από τα παιδικά τους χρόνια. Ευτυχώς η προφορική παράδοση ήταν ανοιχτό βιβλίο, που ελπίζουμε να μην κλείσει ποτέ.

 

 

Μετά την εκπόνηση του έργου με τίτλο «ΠΛΩΜΑΡΙ. ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΛΙΑΣ» («PLOMARI. OLIVE TRAILS» στα αγγλικά), έχει τοποθετηθεί στο πιο κεντρικό σημείο του Ραχιδιού πινακίδα με χάρτη και χρήσιμες πληροφορίες για τους περιπατητές. Από εκεί θα ξεκινήσουμε κι εμείς, για να πάμε στο Πηγαδέλι.

 

 

Το Ραχίδι, απλωμένο πάνω σε οροπέδιο με υψόμετρο 524 μ., ήταν παλιά το κύριο θέρετρο των Παλιοχωριανών. Κατάφυτο από αμπέλια, που τα σταφύλια τους προορίζονταν για προσωπική χρήση της οικογένειας ή για κρασί. Δεν έλειπαν κι οι συκιές, που έκαναν καματερά σύκα ή αυγόσυκα. Λόγω του υψόμετρου, τα πρώτα σταφύλια, τα ψιλόρογα, ωρίμαζαν τέλη Αυγούστου. Αρκετά πετρόχτιστα ντάμια, δυο καφενεία, του Παντελή Βαμβαδέλλη το ένα και του Εμμανουήλ Παντελέλη το άλλο, πεύκα, λιόδεντρα και θαμνώδης πυκνή βλάστηση, αλλά και βράχια ριζωμένα στη γη, που τα λέγαμε «μάρμαρα». Δυστυχώς, το Ραχίδι υπήρξε ανέκαθεν άνυδρο, αντίθετα από το Βαλανιά που έχει πλούσια νερά και σκιερά πλατάνια.

Διαβάστε στον πίνακα πληροφορίες για τις πεζοπορικές διαδρομές και βρείτε στο χάρτη το Πηγαδέλι.

 

 

Σήμερα έχουν χαραχτεί δύο αμαξιτοί χωματόδρομοι από Παλαιοχώρι προς Ραχίδι, ο ένας ανατολικά από Διακλάδωση και Πρινοβούνι κι ο άλλος δυτικά, από Αμπέλια, Άγ. Χαράλαμπο, Αγία Παρασκευή, Αγία Τριάδα, Ραχίδι.

 

 

Ο παλιός ανηφορικός χωματόδρομος από τα Πυρπιρά, που τελειώνει στο πλάι του εξωκκλησιού Αγίου Φανουρίου στο Ραχίδι, δεν χρησιμοποιείται πια, παρά μόνο από λάτρεις της πεζοπορίας. Πριν από πενήντα χρόνια όμως ήταν ο κύριος δρόμος και το ανέβασμά του επίπονο.

Όσοι παραθερίζαμε παλιά στο Ραχίδι, ανεβοκατεβαίναμε όλο τον Οκτώβρη για να πάμε στο σχολειό. Στην επιστροφή δεν παραλείπαμε να βάλουμε το χέρι μας σε δυο οπές που υπήρχαν στο πλευρό λίγο πιο κάτω από τη γούρνα των Πυρπιρών, για να διαπιστώσουμε ότι έβγαινε θερμότητα, αφού μας έλεγαν ότι τα Πυρπιρά συνδέονται υπογείως με το θαλάσσιο ηφαίστειο της Παναγίας Κρυφτής. Επειδή σήμερα οι τρύπες έχουν επιχωματωθεί κι ελάχιστοι θα το θυμούνται, καταθέτω αυτή την πληροφορία για τους μελλοντικούς ερευνητές, καθώς και τη μαρτυρία της αείμνηστης Σοφίας Μάρκου-Πρωτογύρου ότι στα γειτονικά κτήματα αναβλύζουν ζεστά νερά, και παρακαλώ όποιος γνωρίζει κάτι σχετικό να συνεισφέρει στην έρευνά μας αυτή.

 

 

Με αφετηρία την πινακίδα, περπατάμε στον αμαξιτό χωματόδρομο με κατεύθυνση προς τα δυτικά. Αριστερά και δεξιά μικρές αγροικίες, κλειστές οι περισσότερες, χέρσα αμπέλια, πρίνοι και πεύκα. Όταν περάσουμε το εξωκκλήσι της Αγίας Τριάδας στο κτήμα των αδελφών Καραμπέτσου, παίρνουμε την αριστερή παράκαμψη του δρόμου και σε ελάχιστη ώρα φτάνουμε στο Πηγαδέλι.

 

 

Πυκνή βλάστηση, δέντρα ήμερα και άγρια κι ένα στενό μονοπάτι καλυμμένο από άγρια χόρτα και ξερά φύλλα. Σιωπή κι εγκατάλειψη παντού…


   

 

Κι όμως, σαν αντικρίσουμε τα ψηλά πλατάνια και βουλιάξουν τα πόδια μας στο παχύ στρώμα από ξερά πλατανόφυλλα, θ’ αναγαλλιάσει η ψυχή μας, ζητώντας να ξαποστάσουμε σε μια ξερολιθιά σκεπασμένη με βρύα και να θαυμάσουμε τη δημιουργική δύναμη της φύσης.

  

 

Δεκάδες αποχρώσεις πράσινου ανακατεμένες με το χρώμα του γκρίζου των γερασμένων κορμών και του καστανοχάλκινου της γης και των ξερών φύλλων.

  


Μεγάλος πλάτανος μερικά μέτρα πιο πάνω από το πηγάδι.

 

Και να, λίγο πιο κάτω, σε ένα πλάτωμα του δρόμου, αντικρίζουμε το Πηγαδέλι. Μια αύρα δροσιάς χαϊδεύει την καρδιά μας, τη διψασμένη από την ξενιτιά και τη νοσταλγία για τον τόπο μας. «Σ’ αυτό το κρύο το νερό δροσίσου, διαβάτα…».

 

 

Το Πηγαδέλι, που έδωσε το όνομά του σε όλη την περιοχή, είναι σήμερα κλειδωμένο με μια σκουριασμένη κλειδαριά κι αλυσίδα. Μόνο ένας μαύρος σωλήνας υποδηλώνει κάποια υποτυπώδη γεωργική χρήση σε κοντινό κτήμα.


Γύρω τα πλατάνια φανερώνουν την ύπαρξη νερού και κάτω απαλό στρώμα τα φύλλα τους. Ξερολιθιές χτισμένες από τους προπάππους μας και σκεπασμένες με πρασινάδα, πουρνάρια και κάθε λογής αυτοφυείς πόες γεμίζουν άναρχα τον περιβάλλοντα χώρο.

 


  

Σαν θρόνος τοποθετημένος στη μέση του μονοπατιού, πλάι σ’ ένα βράχο. Το κυκλικό στόμιο του πηγαδιού προεξέχει 20 εκ. περίπου πάνω από μια πλατύτερη κι υψηλότερη ημικυκλική βάση, που μπορεί να χρησιμεύσει και για ξεκούραση των περαστικών. Ένα μεταλλικό κυκλικό σκέπασμα με τρεις λαβές είναι μόνιμα και τεχνικά προσαρμοσμένο σε μία οριζόντια μεταλλική ράβδο, ενώ μία κάθετη το στηρίζει δεξιά.

 

  


Στην πίσω πλευρά μία προστατευτική όρθια πλάτη και στη δεξιά η παραλληλεπίπεδη γούρνα για το πότισμα των ζώων. Κάποια κεφαλαία γράμματα είναι γραμμένα με χαλίκια στην πλάτη του πηγαδιού, μάλλον εκ των υστέρων. Στην μπροστινή πλευρά του είναι ένθετη η κτητορική επιγραφή, χαραγμένη σε ξεχωριστή πλάκα.

 

 

Η διάνοιξη ενός πηγαδιού ήταν σημαντικό, μακρόπνοο και δαπανηρό έργο. Πρώτα έπρεπε ο ειδικός, ραβδοσκόπος συνήθως, να εντοπίσει την υδροφόρα φλέβα. Μόλις εντοπιζόταν το νερό, γινόταν ο έλεγχος της ποιότητάς του, αν ήταν πόσιμο ή μόνο για πότισμα. Έπειτα γινόταν η διάνοιξη με κοπιαστικό σκάψιμο και απομάκρυνση του χώματος.

Στη συνέχεια άρχιζε το εσωτερικό χτίσιμο του πηγαδιού με λείες πέτρες, για να είναι αδιάβροχο και στερεό. Απαιτούσε ειδικευμένους χτίστες, για να γίνει στεγανή η εσωτερική κυλινδρική κατασκευή και να διασφαλιστεί η καθαρότητα του νερού. Καμιά φορά, έχτιζαν και εσωτερικά σκαλιά, πλάκες που προεξείχαν κι έδιναν τη δυνατότητα να κατεβεί κάποιος.

Ακολουθούσε η κατασκευή του εξωτερικού του πηγαδιού. Κατασκεύαζαν το υπερυψωμένο στόμιο σε ύψος 80 εκ. περίπου, την πλάτη στήριξης, μια παραλληλεπίπεδη γούρνα στο πλάι για πότισμα ζώων, ένα ξύλινο ή σιδερένιο σκέπασμα με λαβές, για ασφάλεια. Ένας μεταλλικός κουβάς κρεμασμένος με σκοινί ή αλυσίδα μόνιμα μέσα στο πηγάδι ή τοποθετημένος στη γούρνα, για το ανέβασμα του νερού.Και τέλος, προαιρετικά, η εντοίχιση της πλάκας με την επιγραφή που θα μαρτυρά ποιος και πότε έφτιαξε το πηγάδι κι έδωσε ζωή στον τόπο. Έργα «δροσερά» από εργατικούς δουλευτές.

 

 

Στην περιοχή αυτή είχαν διανοιχτεί κι άλλα πηγάδια για ιδιωτική ή δημόσια χρήση, αφού το οροπέδιο του Ραχιδιού φιλοξενούσε Παλιοχωριανούς παραθεριστές πολλούς μήνες του χρόνου. Βέβαια ο Βαλανιάς με τα πολλά νερά ήταν κοντά, αλλά η μεταφορά του νερού με τα μέσα της εποχής απαιτούσε κόπο και χρόνο.

Αλλά και σε άλλες περιοχές υπάρχουν πηγάδια, ακόμα και μέσα σε σπίτια στο Παλαιοχώρι. Αξίζει να κάνουμε μια παρέκβαση εδώ. Ο αείμνηστος Δημήτριος Γ. Αμπελικιώτης, ο λεγόμενος Γραμματικός γιατί υπήρξε γραμματέας της Κοινότητας, μας  έλεγε ότι υπάρχουν τρία υπόγεια ρεύματα στο Παλαιοχώρι: ένα στη Λαγκαδούρα, ένα στην Αγορά και τρίτο στην αρχή του Πέρα Μαχαλά. Και πολλοί θα γνωρίζετε ότι, μέχρι τη δεκαετία του ογδόντα, στο καφενείο του Μελανδινού Θρ. Βουνάτσου, μπροστά στο τεζιάκι, υπήρχε ένα πηγάδι σε χρήση, για το πάγωμα των αναψυκτικών. Το νερό δεν ήταν πόσιμο, αλλά δεν μύριζε ούτε στέρευε ποτέ. Κάποτε μάλιστα που ο μακαρίτης ο πατέρας μου το είχε ανοιχτό έπεσε μέσα από απροσεξία ο παπα-Θανάσης κι έβρεξε τα ράσα του. Δυστυχώς, η Αστυνομία απαίτησε το σφράγισμά του, όταν στρωνόταν το δάπεδο με μωσαϊκό.

Η Σοφία Βαμβά-Καμπούρη μας είπε ότι στο σπίτι του μακαρίτη Ιωάννη Κουτσουραδή (Κουλουκιού) πλάι στης Τζίμαινας υπάρχει πηγάδι στο κατώι. Θα επιθυμούσαμε ο σημερινός ιδιοκτήτης να μας το επιβεβαιώσει, δίνοντας περισσότερες πληροφορίες. Πρόσφατα πληροφορηθήκαμε από την Ευαγγελία Μουχτούρη-Σκαφίδα κάτι πολύ ενδιαφέρον: ότι στο πατρικό της σπίτι στη Λαγκαδούρα υπήρχε πηγάδι από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου βρήκαν όπλα και νομίσματα όταν το μπάζωναν. Δυστυχώς, δεν φύλαξαν τα ευρήματα.

Στη Μελίντα, ονομαστό είναι το πηγάδι των Μελανδινών, με μηχανή άντλησης νερού φερμένη από τη Σμύρνη. Πιο πέρα, λίγα μέτρα πιο πάνω από το εξοχικό κέντρο της Μαρίας και της Ελένης Μουχτούρη, ένα άλλο δημόσιας χρήσης και πιο πέρα ιδιωτικά πηγάδια μέσα σε κήπους.

Οι παλιοί Παλιοχωριανοί ήταν άξιοι κι εφευρετικοί στην αντιμετώπιση του προβλήματος της λειψυδρίας. Οι βρύσες και τα πηγάδια το μαρτυρούν…

 

 

Ας ανεβούμε ξανά στο οροπέδιο πάνω από το χωριό μας. Κι ας φανταστούμε πώς έσφυζε από ζωή, κατάφυτο από αμπέλια και πεύκα και δροσερό. Ανατολικά του Ραχιδιού το Χώμα με δικά του νερά, δυτικά ο Βαλανιάς με πανύψηλα πλατάνια και το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Και λίγο πιο πάνω το Πηγαδέλι.

Ο σημερινός διαβάτης που θ’ αντικρίσει το Πηγαδέλι θα δει εικόνα εγκατάλειψης και φθοράς από το χρόνο και την αδιαφορία· βαθιές ρωγμές κι αγριόχορτα φυτρωμένα πάνω στο πηγάδι, σκουριά και ξεραΐλα. Ξερές είναι κι οι καρδιές των ανθρώπων που ζουν σαν ξένοι στο φυσικό τους περιβάλλον. Ίσως, αν τοποθετούσαν οι χωριανοί πάνω στον πλαϊνό βράχο μια δεύτερη επιγραφή με πληροφορίες για το Πηγαδέλι, να ζωντάνευε λίγο η περιοχή, καθώς θα κινούσε το ενδιαφέρον κάποιων ξένων πεζοπόρων.

  


Κλείνοντας αυτό το γραπτό μας, παραφράζουμε το έμμετρο τετράστιχο της επιγραφής, προτρέποντας τον αναγνώστη να αναζητήσει περισσότερες πληροφορίες για το Πηγαδέλι.

 

  «Σ’ αυτό το κρύο το νερό

  δροσίσου, αναγνώστα.

Το Πηγαδέλι ενθυμού

    για τον Καλδέλη ρώτα.»

 

Κι εμείς σήμερα, περαστικοί της ζωής, με το σκοτάδι της λήθης των νέων καιρών στο νου, παραμένουμε αξεδίψαστοι. Όσοι γνώριζαν έχουν φύγει, όσοι γνωρίζουν είναι λιγοστοί. Κι εμείς, διαβάτες διψασμένοι για γνώση ενός κόσμου που έφυγε για πάντα, αφήνοντας μοναχά ένα όνομα και μια χρονολογία πάνω στην πλάκα, στα πόδια του πηγαδιού.

 

Μυρσίνη Μ. Βουνάτσου