Γιάννης
Κιουλμπαλίδης
Ε Μ Β Ο Λ Ι Μ Α
Με ιδιαίτερη χαρά φιλοξενούμε
σήμερα έργα ενός νέου ποιητή, του Γιάννη Κιουλμπαλίδη, δημιουργού της ποιητικής
συλλογής «ΕΜΒΟΛΙΜΑ», που
δημοσιεύτηκε το 2016 στην Αθήνα από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης (σελίδες 32,
ISBN 978-960-576-555-2).
Ο Γιάννης Κιουλμπαλίδης γεννήθηκε
στην Αθήνα το 1975. Έχει σπουδάσει Κοινωνική Ανθρωπολογία. Ζει και εργάζεται
στην Αθήνα.
Τα ποιήματα της συλλογής του, στην
πρώτη τους μορφή, γράφτηκαν το χρονικό διάστημα 1993-1997, εκτός από τα τρία
τελευταία τα οποία γράφτηκαν τον Αύγουστο του 2015. Εξώφυλλο λιτό, με δύο άνισα
εφαπτόμενα τετράγωνα σε μαύρο και κόκκινο χρώμα, το μαύρο και το κόκκινο της
ζωής πάνω σε γκριζοπράσινο φόντο.
Ποιήματα ολιγόστιχα σε απλή
νεοελληνική γλώσσα, ανομοιοκατάληκτοι στίχοι χωρίς ορισμένο αριθμό συλλαβών,
ύφος λιτό, στάση κριτική, λεπτότητα και υποβλητικότητα στην έκφραση. Η ζωή, ο
έρωτας, η προδοσία, το αδιέξοδο, η μελαγχολία, η προσευχή, το θαύμα θέματά του.
Προσωπική ποίηση, που ωστόσο απηχεί πανανθρώπινα συναισθήματα, καθώς
χρησιμοποιεί, εκτός από πρώτο ενικό, δεύτερο ενικό και πρώτο πληθυντικό πρόσωπο
κυρίως. Ποιητική ματιά που αντικρίζει στο μεγάλο καθρέφτη της ζωής τον εαυτό
και τον άλλο…
Η επιλογή των ποιημάτων έγινε από
τη φιλόλογο Ιωάννα Μασσαρά.
ΤΑ
ΞΟΜΠΛΙΑ
Ο ήλιος
ανατέλλοντας
τα ξόμπλια του
χάραξε
πάνω σ’ ένα κοχύλι,
κι εμείς, αντί να το
κάνουμε
λάβαρο κι οδηγό
μας,
έντρομοι βιαστικά το
θάψαμε
βαθιά μέσα στην άμμο.
(σελ. 9)
ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Τα βήματά μου
σέρνονται στο νοτισμένο χώμα
αυλάκια σχηματίζοντας,
που ίσως μια μέρα μέσα απ’ αυτά
περάσουνε
ποτάμια.
(σελ. 10)
ΔΗΜΩΔΕΣ
Τα μάτια σου
ξεστράτισαν τον κόσμο απ’ την τροχιά του
και τ’ άστρα τ’
ουρανού κεντούν μ’ ανθό του μαλαμάτου.
(σελ. 14)
ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ
ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ
Τα λείψανα των ημερών
μας
κρέμονται
κομματιασμένα στους τοίχους
θύματα άγριου
μακελειού
στο άρμα ενός δειλινού
αβάσταχτου,
που δε θέλησε
ακόμα
να μας
ματώσει.
(σελ. 18)
ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ
Στην πολλή απόγνωση
της χθεσινής βραδιάς
μόνοι σταθήκαμε για
μια στιγμή και συλλογιστήκαμε
κι ύστερα χωρίς ν’
ανταλλάξουμε ούτε μια κουβέντα
γυρίσαμε και σίγουροι
ο ένας για τον άλλο
στο σκήνωμα της βραδιά
αυτής
χαράξαμε το σκίρτημα
μιας νέας χαραυγής,
αθέατης όμως
ακόμα.
(σελ. 19)
ΑΝΟΙΞΗ
Μέσα στα δάκρυά
σου
τα παιδιά ζωγράφισαν
δυο χελιδόνια
που πήραν τα δάκρυα
μακριά
για να σου τα
γυρίσουν
έχοντας καλά φυλαγμένη
μέσα τους
την
άνοιξη.
(σελ. 20)
ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟ
Ήλιος χτικιάρης
πρόβαλε από έγχρωμη οθόνη
μύστης καθένας χωριστά
σ’ ένα κοινό αφιόνι.
(σελ. 21)
ΑΔΙΕΞΟΔΟ
Χνάρια αφήνεις πίσω
σου
κι εγώ σ’
ακολουθάω
μα όταν τα χνάρια
χάνονται
δεν ξέρω πού να
πάω.
(σελ. 22)
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Ζωή σε σένα απευθύνω
αυτή μου την προσευχή
και σαν σταυρό την
καρφώνω
στους γενέθλιους
κήπους που κομίζεις στις φλέβες σου
για να πάρω από εσένα,
ζωή, δύναμη
να πλάσω απ’ την αρχή
στάλα-στάλα το αίμα μου,
να εξαγνιστώ
αποδίδοντας τον εαυτό μου
στα σπλάχνα του
πελάγους σου.
(σελ. 23)
ΕΡΩΤΙΚΟ
Τα λόγια
σου
αδέξια
ψηλαφήματα
στο κέντρο της πληγής
μου
κι εγώ πιο πολύ
να σε
θέλω.
(σελ. 24)
ΠΡΟΔΟΣΙΑ
Ο άνθρωπος που
πίστεψες
και τις ελπίδες σου
πάνω του στήριξες
αντί για φτερά στους
ώμους
σου έδεσε πέτρα στο
λαιμό
κι εσύ διαρκώς απορείς
που αντί να πετάς
βυθίζεσαι.
(σελ. 25)
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
Ένα
σπουργίτι
βλέπω στον
πάτο
με χείλη
μαργωμένα
και μου
γνέφει.
(σελ. 26)
ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΟ
Από την άλλη πλευρά
του ονείρου
η πραγματικότητα
ακονίζει τα μαχαίρια της.
(σελ. 27)
ΤΟ
ΘΑΥΜΑ
Το
ξέρω
είμαστε μικροί ν’
αγγίξουμε το θαύμα,
μα απ’ τη ρωγμή που
αφήσαμε
να μπαίνει λίγο φως
ίσως κάποια
στιγμή
μια χαρά
τροπαιοφόρος
καλπάζοντας
σχίσει
τα ράκη που πάνω μας
κέντησε
ο
καιρός.
(σελ. 28)