Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΥΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΥΣ



        Ξεκινάμε λίγο αφού βγούμε απ’ του σπιτιού μας την αγκαλιά.
        Ύστερα ορκιζόμαστε να υπηρετήσουμε την Αλήθεια και τη Νιότη.
        Νιάτα και νους και στόμα και χέρι μας, στρατιώτες
        που πολεμούν ασταμάτητα, χαράζοντας με την κιμωλία
        το δρόμο που οδηγεί προς τον Άνθρωπο.
        Λέξεις και σχήματα και νότες, ποιήματα, χημικοί τύποι και μελωδίες
        κυλούν απ’ την έδρα, σκαρφαλώνουν στον πίνακα,
        σκορπίζονται μέσα στην αίθουσα…
        Μπροστά μας μάτια κι αυτιά, αισθήσεις
        τεντώνουν το τόξο της Νιότης, περιμένοντας να τους μάθουμε
        πώς να σκοτώσουν το μικρόψυχο δράκο της αμάθειας.
        Αντηχούν οι αμίλητοι τοίχοι από του μόχθου τους βόγκους,
        αίθει η αίθουσα από τη λάμψη του Λόγου.
        Ήλιος ο νους, χρυσώνει την πένα που υμνεί της ζωής μας το νόημα.
        Ξυπνούνε οι Φήμιοι, για να τραγουδήσουν στη Νιότη
        τραγούδι δοξαστικό για τους στρατιώτες της Ειρήνης.
        Γλώσσα και Φυσική, Αριθμητική και Μουσική
        περιγράφουν, μετρούν, συνθέτουν της ζωής το ρυθμό.
        Μονοπάτια, π’ οδηγούν το παιδί απ’ του Κύκλωπα τη σπηλιά
        στον παράδεισο, εκεί που φυτρώνει της Δικαιοσύνης το δέντρο
        και ποτίζει τη ρίζα του το καθάριο νερό της Αλήθειας.

        Τριάντα χρόνια με την κιμωλία και το βιβλίο στο χέρι…
        Το χέρι κουράστηκε να κρατάει την πένα.
        Το μέταλλο της φωνής μας άρχισε να σκουριάζει.
        Τα μαλλιά μας πήραν το χρώμα της κιμωλίας.       
        Θα προλάβουμε άραγε να φτάσουμε στον προορισμό μας;
        Θα κόψουμε τον άγιο καρπό της Δικαιοσύνης,
        για να τον μοιράσουμε ίσα στα πνευματικά μας παιδιά;  

        Πολύβουο μελίσσι οι πόθοι μας.
        Η ψυχή μας βαραίνει απ’ του πανδαμάτορα χρόνου το διάβα.
        Σε λίγο θα τελειώσει η τριαντάχρονη μάχη.
        Θα πούμε στους συμπολεμιστές μας αντίο,
        θα κρεμάσουμε στους ώμους τα λιγοστά λάφυρα (σύνταξη)  
        και θα βαδίσουμε χωριστά στου γυρισμού μας το δρόμο…
        Θα μας θυμούνται άραγε, σαν θα σβηστεί απ’ τα μάτια τους
        της μορφής μας η εικόνα;
        Θα μιλούν με αγάπη για μας, όταν θα έχουμε φύγει;
                                                                                                                                   
        Ξάφνου ηχεί σιωπητήριο…
        Στερνός ασπασμός, μια βουβή χειραψία…
        Μοναχά η σιδερένια εξώπορτα τρίζει,
        καθώς ανοίγει, για να περάσει ο στρατιώτης,
        κουβαλώντας αιματηρές μνήμες από τις μάχες
        και τη βαριά του ασπίδα.   
        Βαθιές χαρακιές αυλακώνουν το πρόσωπο.
        Άσπρισαν τα μαλλιά του, πήραν το χρώμα της στάχτης…

        Όμως ο πόλεμος τέλειωσε πια… Φτάνει της γαλήνης η ώρα…
        Χαμογελά… Πασχίζει να θυμηθεί το τελευταίο χάδι της μάνας του,  
        προτού αναχωρήσει για το μέτωπο…
        Έχει λείψει τριάντα ολόκληρα χρόνια…
        Θα τον περιμένει άραγε με την αγκαλιά ολάνοιχτη
        μπροστά στο κατώφλι του σπιτιού τους;

        Γυρισμός. Η ζεστή αγκαλιά του σπιτιού,
        το γλυκό πρωινό ξύπνημα,
        μυρωδάτο ψωμί ζυμωμένο από χέρι αγαπημένο,
        η γαλήνη…
        Η ξέγνοιαστη εκδρομή, που τριάντα χρόνια σχεδίαζε,
        με τη συντροφιά φίλων αγαπημένων
        και το καλάθι με τα μοσχάτα σταφύλια,
        που τριάντα χρόνια τρυγούσε…

        Πριν δρασκελίσει τελευταία φορά την εξώπορτα,
        γυρίζει, αγκαλιάζει με το βλέμμα τις οικείες εικόνες, θυμάται…
        Γλυκιές και πικρές στιγμές, ατελείωτη αλυσίδα από μνήμες:
        αχνά εφηβικά πρόσωπα, ονόματα και φωνές, χέρια που δέχτηκαν
        απ’ το χέρι του μια φέτα από τ’ άγιο ψωμί της Αλήθειας.  
        Θα φυτρώσουνε άραγε τα στάχυα στο χωράφι που έσπειρε χτες,
        για να το θερίσουν τα χέρια, που δέχτηκαν απ’ το χέρι του
        το ατίμητο δώρο της αγάπης για το Καλό;… 

        Αλλά τώρα πρέπει να φύγει… Θ’ αφήσει για αύριο
        τον απολογισμό… Αντίο!

        Αφιερωμένο στους δασκάλους που δίδαξαν την αγάπη για το Καλό και το Δίκιο... 
                                     κι αποχωρούν, χωρίς ανταλλάγματα για την προσφορά τους.  
 
                                                                                                     ~ Μυρσίνη Μ. Βουνάτσου ~

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου