Πέμπτη 25 Μαΐου 2017

ΤΣΙΜΝΑΔΗ ΕΙΡΗΝΗ - ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ


Προσευχή στην Παναγιά
        
     Μια προσευχή, που έλεγαν παλιά στο Παλαιοχώρι τρεις φορές το πρωί, τρεις το μεσημέρι και τρεις το βράδυ όλη τη σαρακοστή προ του Πάσχα, μας έστειλε η Νίκη Τσιμναδή - Φραγκάτου. Την άκουσε από τη μητέρα της Ρηνούλα Κουρτέλη - Τσιμναδή (γενν. 1934), κι εκείνη την έμαθε από τη δική της μητέρα, την Αικατερίνη Κουρτέλη, το γένος Παντέμη, που γεννήθηκε το Μάιο του 1904 στο Παλαιοχώρι Λέσβου και πέθανε το Νοέμβριο του 1980. Διακρινόταν για την ικανότητά της να απομνημονεύει πολλά τραγούδια, παλιοχωριανά δίστιχα αλλά και πολύστιχα δημοτικά.
                                                     

 
Αικατερίνη Παντέμη – Κουρτέλη (1904 - 1980)


  Παλαιοχώρι Λέσβου

  Προσευχή στην Παναγιά                              

    
   Ω! Παναγιά Πανάχραντε
   κι Υπερευλογημένη,
   στον κόσμο δεν ευρέθηκες
   πρώτη και διαλεγμένη.

   Σε νεραντζιές γεννήθηκες,
   σε λεμονιές ανετράφεις,
   σε μέγα σπήλαιο σκοτεινό
   εγέννησες τον Άρη Ιησού Χριστό.

   Τρεις μέρες είχε να μιλήσει,
   τρεις να λαλήσει,
   τρεις και απάνω
   μίλησε και είπε:

─ Κοιμάσαι, μάνα μου;
   Κοιμάσαι,  μητέρα μου;
   Κοιμάσαι,
   μια βασίλισσα του κόσμου;

─ Όχι, γιε μου, δεν κοιμούμαι
   μόνο ξυπνητή λογιούμαι.
   Όνειρο είδα φοβερό
   κι εντρεγιέμαι (τρέμω, φοβάμαι, τρομάζω) να στο πω.

─ Πες μου το, μάνα,
   πες  μου το,
   πες μου το,
   μια βασίλισσα του κόσμου.

─ Γιε μου, σένα σε είδα σε καλό,
   καλό στον Ιορδάνη ποταμό.
   Σκύλοι Οβραίοι σε κυνηγούν,
   σε έπιασαν,
   σου σταύρωσαν τα δυο σου χέρια,
   σου κάρφωσαν  τα δυο σου ποδαράκια,
   ξύδι και χολή σε ποτίσανε,
   στου Πιλάτου την πόρτα σε ρίξανε.

─ Αληθινή  είσαι, μάνα μου,
   αληθινή είσαι, μητέρα μου.
   Όποιος μπορεί και το ειπεί τρεις το πρωί,
   τρεις το βραδύ και τρεις το μεσημέρι,
   από φωτιά να μην καεί,
   από νερό να μην πνιγεί,
   την ώρα της κρίσεως
   να έβγει κερδισμένος.


Αικατερίνη Παντέμη-Κουρτέλη, Ειρήνη Κουρτέλη-Τσιμναδή, Νίκη Τσιμναδή-Φραγκάτου

                   *****
Ανάλυση της προσευχής


     Η «Προσευχή στην Παναγιά» είναι ανώνυμο θρησκευτικό δημοτικό τραγούδι του Παλαιοχωρίου, χωριού της περιφέρειας Πλωμαρίου στη νότια Λέσβο. Αποτελείται από 40 στίχους σε 8 στροφές, έξι τετράστιχες και δύο οκτάστιχες, χωρίς συγκεκριμένο αριθμό συλλαβών ανά στίχο και χωρίς ορισμένο μέτρο. Από τον αριθμό των στίχων του (40), μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε και αφηγηματικό, όπως το «Μοιρολόι της Παναγιάς». Κάποιοι στίχοι ομοιοκαταληκτούν, αλλά δεν ακολουθείται παντού ένα συγκεκριμένο μετρικό σχήμα. Η προσευχή λέγεται σε ρυθμό απαγγελίας, γνωστό από την αρχαία ποιητική μας παράδοση, που στη Λέσβο επιβιώνει από τα χρόνια του Όμηρου. Συνδέεται με συγκεκριμένη χρονική περίοδο, τη σαρακοστή προ του Πάσχα, πριν από τη σταύρωση, την οποία βλέπει σε όνειρο-εφιάλτη η Μητέρα του Χριστού και το αφηγείται στο γιο της. Ο Χριστός-βρέφος το επιβεβαιώνει, φανερώνοντας πως γνώριζε τη θεία αποστολή του. Το περιεχόμενο της προσευχής είναι κατά κάποιο τρόπο ένα προμάντεμα, ένα αληθινά προφητικό όνειρο της Παναγιάς, που προοικονομεί το μαρτύριο του σταυρικού θανάτου του Ιησού για τη σωτηρία των ανθρώπων, συνδέοντας δυο γεγονότα σταθμούς της χριστιανικής θρησκείας και τις αντίστοιχες εορτές: τη Γέννηση και τη Σταύρωση του Ιησού, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα.

     Επειδή είναι η πρώτη καταγραφή, επιφυλασσόμαστε να κάνουμε συμπληρώσεις ή τροποποιήσεις, αν η έρευνα παρουσιάσει μελλοντικά άλλα στοιχεία.
     
     Η πρώτη τετράστιχη στροφή αποτελεί ύμνο προς την Παναγιά και εισαγωγή συνάμα. Κάνουν επίκληση χαρακτηρίζοντάς την «Πανάχραντη» (πάναγνη, παν+άχραντη = αμόλυντη, παναγία) κι «Υπερευλογημένη» (υπέρ+ευλογούμαι), μοναδική και ανώτερη από κάθε άλλη γυναίκα, διαλεγμένη να γίνει η μητέρα του Θεανθρώπου (έμμεση αναφορά στον Ευαγγελισμό της Παναγίας, όπου είναι αφιερωμένη η εκκλησία Παλαιοχωρίου). Το κλητικό επιφώνημα «Ω», οι σύνθετες ονομασίες με τις επιτατικές λέξεις παν- και υπέρ- ως πρώτα συνθετικά, η εμφαντική άρνηση «δεν ευρέθηκες», η σημασία των λέξεων «πρώτη» και «διαλεγμένη», εκφράζουν ευσέβεια και έπαινο και συνάμα είναι αρχή και λόγος της προσευχής. Το αρνητικό «δεν», φαινομενικά δείχνει περιττό, χρησιμοποιείται όμως για να τονίσει την ασύγκριτη αξία της Παναγιάς, σε σχέση με τις άλλες γυναίκες.  

                 

     Στη δεύτερη τετράστιχη στροφή, με δυο όμορφες οπτικές-οσφρητικές εικόνες, περιγράφεται συνοπτικά η γέννηση και το μεγάλωμα της Παναγιάς, ενώ με μια τρίτη επιβλητική οπτική εικόνα -«μέγα σπήλαιο σκοτεινό»- και τα επίθετα «μέγα» και «σκοτεινό» αναγγέλλεται η γέννηση του Ιησού Χριστού. Τα τρία ρήματα «γεννήθηκες», «ανετράφεις», «εγέννησες» καλύπτουν όλο το χρόνο, μέχρι το θαυμαστό γεγονός. Οι δυο πρώτες στροφές είναι πρόλογος και εισαγωγή στο κύριο θέμα, το προφητικό όνειρο της Παναγιάς και την ερμηνεία του από το Χριστό. 
        

     Στην τρίτη τετράστιχη στροφή, η τριπλή επανάληψη του ιερού αριθμού «τρεις» δηλώνει πως το βρέφος που γεννήθηκε φανέρωσε γρήγορα τη θεία του φύση, σε τρεις μόνο μέρες, πρώτα στη μητέρα του, με το λόγο: λογισμό και ομιλία. Με τα δυο συνώνυμα ρήματα «μίλησε και είπε», δίνεται με έμφαση το «πρώτο θαύμα» του Χριστού. Άλλωστε είναι χαρακτηριστικό ότι ο Χριστός χαρακτηρίζεται ως Λόγος.

            

     Οι επόμενες πέντε στροφές, τρεις τετράστιχες (4η, 5η, 6η) και δύο οκτάστιχες (7η, 8η), είναι διάλογος Γιου - Μητέρας, Χριστού και Παναγιάς. Αγάπη και τρυφερότητα, αγωνία και πόνος…  

                

     Στην τέταρτη τετράστιχη στροφή, με τρεις ερωτήσεις όπου επαναλαμβάνεται το ρήμα «κοιμάσαι», ο Χριστός-βρέφος ανοίγει το διάλογο. Από τις τρεις προσφωνήσεις, οι δύο δηλώνουν τη στενή συγγενική σχέση των θείων προσώπων: «μάνα μου», «μητέρα μου». Με την τρίτη προσφώνηση, ο Γιος δίνει έναν τίτλο τιμής στη σεβαστή Μάνα: «μια βασίλισσα του κόσμου», δηλαδή εσύ που είσαι μοναδική βασίλισσα του κόσμου, πρώτη και ξεχωριστή. Έτσι, με το λόγο του Χριστού, καθιερώνεται η Μαρία ως μάνα του Θεανθρώπου και ως γυναίκα. Ορατή η σύνδεση της 4ης στροφής με την 1η στροφή, όπου οι ευσεβείς Χριστιανοί εξυμνούν και εξυψώνουν την Παναγία.

                

     Στην πέμπτη τετράστιχη στροφή, η Παναγιά απαντά στο Χριστό πρώτα αρνητικά στην ερώτησή του αν κοιμάται (1ος στίχος) και μετά καταφατικά χρησιμοποιώντας τον αντιθετικό σύνδεσμο «μόνο» (2ος στίχος): όχι, δεν κοιμούμαι – αλλά ξυπνητή συλλογίζομαι («λογιούμαι»). Αιτία των λογισμών της ένα φοβερό όνειρο, που φοβάται να το πει, μήπως και βγει αληθινό. Η κλητική προσφώνηση «γιε μου», το ρήμα «λογιούμαι», το χαρακτηριστικό επίθετο «φοβερό», το σπάνιο ρήμα «εντρεγιέμαι» (= φοβούμαι, τρέμω, τρομάζω) εκφράζουν τα έντονα συναισθήματα της Μάνας – Παναγιάς, με κυρίαρχο το φόβο μην πάθει κάτι το αγαπημένο της παιδί. Κοντά σ’ αυτά, προβάλλεται η πίστη στα όνειρα και η ιδέα πως, αν δεν φανέρωναν ένα κακό όνειρο που είδαν, ίσως να μην έβγαινε αληθινό. Η ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία του πρώτου με το δεύτερο στίχο («κοιμούμαι»   «λογιούμαι») και του τρίτου με τον τέταρτο («φοβερό»«να στο πω») δημιουργεί ένα ιδιαίτερο αισθητικό αποτέλεσμα, δίνοντας μουσικότητα στα λόγια της Παναγιάς. Επίσης, ακουστική εντύπωση προκαλούν τα τονισμένα –Ό– στην αρχή του πρώτου και του τρίτου στίχου («Όχι» «Όνειρο»), καθώς θυμίζουν το επιφώνημα που εκφράζει πόνο.

               

     Στην έκτη τετράστιχη στροφή, οι προτροπές του Γιου προς τη Μάνα να του πει το όνειρο που είδε, με τρεις επαναλήψεις της φράσης «πες μου το» και την κλητική προσφώνηση «μάνα», δίνουν έμφαση και ένταση στο λόγο. Η προσφώνηση «μια βασίλισσα του κόσμου», όπως και στην τέταρτη στροφή, κινεί ιδιαίτερα την προσοχή του ακροατή, καθώς ο λόγος είναι ελλειπτικός και ξενίζει κάπως η λέξη «μια» στην αρχή του τέταρτου στίχου.

                   

     Η έβδομη στροφή είναι οκτάστιχη. Σ’ αυτήν η Παναγία περιγράφει στην ουσία δυο όνειρα, ένα καλό κι ένα κακό ή, σωστότερα, ένα συνεχόμενο όνειρο που καλύπτει χρονικά τη ζωή του Χριστού από τη βάπτισή του μέχρι τη Σταύρωσή του. Η χριστιανική παράδοση αναφέρει ότι ο Χριστός βαπτίστηκε στα τριάντα του χρόνια και σταυρώθηκε στα τριάντα τρία του. Η προσφώνηση «γιε μου» στην αρχή του πρώτου στίχου δείχνει τη συναισθηματική φόρτιση της Μάνας-Παναγιάς και δίνει επισημότητα στο λόγο της. Φανερώνει πρώτα το καλό, επαναλαμβάνοντας δυο φορές τη λέξη «καλό». Η αναφορά στον Ιορδάνη ποταμό μας παραπέμπει στο γεγονός της βάπτισης του Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Στη συνέχεια, ασύνδετα και με ελλειπτικό λόγο, αναφέρει το κακό όνειρο: η καταδίωξη του Ιησού από Εβραίους, που σαν λυσσασμένοι σκύλοι θέλουν να τον θανατώσουν, η σύλληψη και η σταύρωσή του με καρφιά, το ξύδι κι η χολή που τον πότισαν όταν ζήτησε νερό, η δίκη του στο σπίτι του Πιλάτου, οι ταπεινώσεις κι η καταδίκη του από τους εχθρούς του. Με έξι ενεργητικά ρήματα («κυνηγούν», «έπιασαν», «σταύρωσαν», «κάρφωσαν», «ποτίσανε», «ρίξανε»), ένα σε ενεστώτα και πέντε σε αόριστο, σε ασύνδετο λόγο που φανερώνει ταραχή και φόβο, η Παναγιά περιγράφει το φοβερό όνειρο που είδε για τη μελλοντική τύχη του νεογέννητου γιου της. Το χαρμόσυνο γεγονός της γέννησης το σκιάζει με τα φτερά του φόβου ένας μαρτυρικός και ατιμωτικός θάνατος πάνω στο σταυρό. Είναι τέτοια η ένταση που δημιουργούν τα πολλά ενεργητικά ρήματα και ο ασύνδετος λόγος, ώστε ζωντανεύουν μπρος τα μάτια μας τα πάθη του Χριστού…

               

     Η όγδοη –τελευταία– οκτάστιχη στροφή, περιλαμβάνει δύο ενότητες: α) Η πρώτη ενότητα αποτελείται από τους δύο πρώτους στίχους της στροφής, όπου ο Χριστός επιβεβαιώνει δύο φορές, με τη φράση «αληθινή είσαι…», ότι το φοβερό όνειρο της μητέρας του θα βγει αληθινό. Είναι ίσως οι δυο πιο λακωνικοί και πιο δραματικοί στίχοι, λόγια του ίδιου του Χριστού, που προοιωνίζουν τη Σταύρωσή του. Στις λαϊκές δοξασίες τις σχετικές με τη γέννηση, οι άνθρωποι πίστευαν πως στις τρεις μέρες το σπίτι επισκέπτονται οι τρεις Μοίρες (στην αρχαία Ελλάδα ονομάζονταν Κλωθώ, Λάχεσις, Άτροπος), για να μοιράνουν το νεογέννητο. Παλιά στο Παλαιοχώρι η μάνα στόλιζε το βρέφος και τοποθετούσε στο τραπέζι ένα δίσκο στρωμένο με δαντελένιο δισκόπανο, που πάνω είχε έναν φωκά γλυκό κουταλιού (γυάλινο βάζο γλυκού με σκέπασμα και ανάγλυφα σκαλίσματα), τρία κουταλάκια και τρία ποτήρια νερό, για να κεραστούν οι Μοίρες, να καλοκαρδίσουν και να καλομοιράνουν το νεογέννητο. Κάποιες μητέρες έμεναν άγρυπνες, για να κρυφακούσουν τι θα όριζαν οι Μοίρες για το μέλλον του παιδιού τους. Η συνήθεια να το βάζουν το βρέφος στη ντουλάπα, πληροφορία που άκουσα μικρή και με εντυπωσίασε πολύ, δεν γνωρίζω πόσο διαδεδομένη ήταν… Εδώ το ρόλο των Μοιρών παίζει το προφητικό όνειρο της Παναγιάς.         
     β) Η δεύτερη ενότητα αποτελείται από τους υπόλοιπους έξι στίχους και είναι ο επίλογος. Ο Χριστός ορίζει ότι, όποιος λέει την προσευχή τρεις φορές πρωί, μεσημέρι και βράδυ, θα είναι προστατευμένος από πυρκαγιά κι από πνιγμό και στη Δευτέρα Παρουσία κερδισμένος. Εδώ η προσευχή λειτουργεί ως φυλαχτό και αποτρεπτικό, ως ασπίδα προστασίας της ζωής του πιστού Χριστιανού από τους κινδύνους κι ως μέσο σωτηρίας της ψυχής του. Ο λόγος αγιάζει και σώζει το χριστιανό. Παρόμοια δοξασία είχαν και για το εκτενέστερο (110 στίχων περ.) "Μοιρολόι της Παναγιάς", που πίστευαν ότι ήταν καλό να το λένε οι γυναίκες τρεις φορές κάθε μέρα της Σαρακοστής. 

*****
    
     Πολύ σύντομα, τρεις μέρες μετά την πρώτη ανάρτηση της παραπάνω έμμετρης προσευχής στην Παναγιά, η Σοφία Μάρκου - Πρωτογύρου από το Παλαιοχώρι μας υπαγόρευσε τηλεφωνικά την παρακάτω παραλλαγή της. Δεν θυμάται πότε και από ποιον την πρωτοάκουσε, παρά μόνο ότι την ήξερε και η αείμνηστη γειτόνισσά της Μαρίτσα Χάλακα - Μαυραγάνη. Την απαγγέλλουν από στήθους, στοιχείο που ίσως μας παραπέμπει σε σχολικά χρόνια. Η Σοφία δεν περιορίζει το χρόνο μόνο στην προ του Πάσχα Σαρακοστή, μας είπε ότι είναι καλό να τη λένε τρεις φορές κάθε μέρα.

  Παλιοχωριανή παραλλαγή
  Προσευχή στην Παναγιά

   Η Παναγία γέννησε
   σε μια σπηλιά αποκάτω,
   δίπλα των προβάτων.
   Αγγέλοι την υμνούσανε,
   βοσκοί την προσκυνούσανε.
  
   Τριών ημερών παιδάκι
   σηκώθηκε, μιλούσε.
─ Κοιμάσαι, μάνα μου;
   Κοιμάσαι,  μητέρα μου;
   Κοιμάσαι, βασίλισσα του κόσμου;

─ Κοιμούμαι, παιδάκι μου,
   και βλέπω όνειρο φριχτό
   και θαυμαστό
   και πώς να σου το πω;

─ Πες το, μανούλα μου,
   πες το μου,
   κι εγώ θα σ’ το ξεδιαλύνω.

─ Στο Γολγοθά
   θα σε σταυρώσουνε,
   ακάνθινο στεφάνι
   θα σου φορέσουνε.

─ Αληθινό, μανούλα μου,
   το όνειρό σου.
   Κι όποιος το πει τρεις φορές την ημέρα,
   από φωτιά να μην καεί,
   από νερό να μην πνιγεί
   κι απ’ όλα τα κακά να φυλαχτεί
   και την ώρα της κρίσεως
   να μην κριθεί.      
   Σοφία Μάρκου - Πρωτογύρου

*****
              

Παραλλαγές από άλλα μέρη   

     Με την Κρήτη και την Κύπρο, το νησιωτικό ελλαδικό χώρο γενικότερα, έχουμε πολλά κοινά στα παραδοσιακά τραγούδια, στα έθιμα και στη μαγειρική. Το Αιγαίο, πανάρχαια κοιτίδα των Ελλήνων, ανοίγει θαλάσσιους δρόμους που ενώνουν, αντί να χωρίζουν. Θαρρείς πως ταξιδεύουν με τον αγέρα οι ήχοι των τραγουδιών κι οι ομιλίες των νησιωτών και σκορπίζονται παντού, στα μικρά και στα μεγάλα νησιά του Αρχιπελάγους μας.
     Έτσι, αναζητώντας να βρω αν υπάρχει παρόμοια προσευχή σε άλλα μέρη της πατρίδας μας, βρήκα τρεις παραλλαγές, δύο κρητικές, με 16 στίχους και τίτλο «Το όνειρο της Παναγιάς» η πρώτη, με 31 στίχους και τίτλο «Το όνειρο τση Παναγιάς» η δεύτερη, και μία κυπριακή με 28 στίχους και τίτλο «Κυπριακή προσευχή». Διαβάστε παρακάτω τις τρεις παραλλαγές και βρείτε τις ομοιότητες και τις διαφορές τους.    

                           

  Κρήτη
  Το Όνειρο της Παναγιάς

 


   Η Παναγία η Δέσποινα εν ώρα (;) σπηλαίου

   εγέννησε κι έκαμε παιδί.

   Σ’ τσι τρεις ημέρες απάνω τση μίλησενε:

Κοιμάσαι, μάνα μου, κοιμάσαι, μητέρα μου,

   κοιμάσαι, βασίλισσα του κόσμου, γ-ή αγρυπνείς;

Δεν κοιμούμαι, υιέ μου, Θε  μου βοήθησέ μου,

   μα είδα όνειρον κακό και δειλιώ να σου το πω.

Πε μου το, μάνα μου, πε μου το, μητέρα μου,

   πε μου το, βασίλισσα του κόσμου, και μη δειλιάς.

Ενειρεύτηκα πως σ’ εκρεμάσανε οι σκύλοι οι γ-Ιουδαίοι

   πέντε καρφιά σου βάλανε:

   δυο στα πόδια, δυο στα χέρια κι ένα μέσα στην καρδιά.

Αληθινή ’σαι, μάνα μου, και συ και τ’ όνειρό σου

   κι απού το πει τρεις αργά, τρεις ταχιά και τρεις το μεσημέρι,

   από γκρεμό μη γκρεμιστεί κι από μαχαίρι μη σφαεί,

   από πηγάδι μην πνιγεί κι από φωθιά να μην καεί.

    
   (Πηγή: http://www.kritikoi.gr/main_titles/cretan_poetry/asmata/cretan_poetry401.html)

*****

Κρήτη

Γητειά για την προστασία του ανθρώπου από τη φωτιά, από το νερό και για τη συγχώρηση των αμαρτιών του

  Το Όνειρο τση Παναγιάς

   Η Παναγία η υπέραγνη, η υπερευλογημένη,
   στη Μερσινιά γεννήθηκε
   στη λεμονιά από κάτω.
   Σ’  ένα μεγάλο σπήλαιο,
   Παγωμένο, δροσερό,
   Γέννησε το Σωτήρα μας τον Ιησού Χριστό.
   Σε τρεις μέρες εμίλησε,
   σε τρεις ελάλησε.
─ Κοιμάσαι, μητέρα μου,
   κοιμάσαι, μάνα μου,
   κοιμάσαι, μια κυρία όλου του κόσμου;
─ Δεν κοιμούμαι, γυιε μου,
   αλλ’ αγρυπνώ, καλέ μου,
   κι όνειρο βλέπω και τρομάζω
   πώς να σου το πω.
─ Πες μου το, μητέρα μου,
   πες το, μάνα μου,
   πες το μια κυρία όλου του κόσμου.
─ Οι Οβραίοι σε πιάσανε,
   στου Πιλάτου τα σκαλιά Σε πετάξανε.
   Τα δυο Σου χεράκια σταυρώσανε.  
   Τα δυο Σου ποδαράκια καρφώσανε.
   Ξύδι και χολή Σε ποτίσανε
   και στο πηγάδι μέσα Σε ρίξανε.
─ Ναι μάνα μου,
   ναι μητέρα μου,
   ναι μια κυρία όλου του κόσμου.
   Όλα αυτά θα τα πάθω εγώ για τη σωτηρία του κόσμου.
   Όποιος βρεθεί και πει τ’ όνειρο τση μάνας μου τρεις φορές τη μέρα,
   από φωθιά δεν καίγεται, από νερό δεν πνίγεται, και σε ώρα κρίσεως 
   ο Θεός του συχωρά τσι αμαρτίες του.

(Πηγή: Σταύρος Νικ. Χριστοδουλάκης, «ΓΗΤΕΙΕΣ. Λαϊκή θεραπευτική της Κρήτης», εκδόσεις Μπατσιούλας, Αθήνα 2011, σελ. 331-332)




Εικόνα από το Διαδίκτυο

                    

  Κύπρος

  Κυπριακή προσευχή   


Μητέρα μου, Θεομητέρα μου, πώς κοιμάσαι, πώς περνάς,
   πώς του ήλιου ηδεάσαι και πώς μοναχή περνάς;

Όχι, γιε μου, Μονογένη, μήτε κοιμάμαι, μήτε ξυπνώ,
   μήτε του ήλιου ηδεώμαι, μήτε μοναχή περνώ.
   Έχω Πέτρον, έχω Παύλον, έχω δώδεκα Αποστόλους
   και Σταυρό στην κεφαλή μου κι Άγιο Πνεύμα στην ψυχή μου.
   Αποκείθεν μου, αποδώθεν μου, τα φτερά του Αρχιστρατήγου
   και κοιμούμαι αμέριμνα.
   Εψές όνειρο σε είδα πως σε τρέχαν οι Εβραίοι, 
   οι παράνομοι, οι σκύλοι.
   Πάνω σε πήραν, κάτω σ’ εφέραν, στον Ιορδάνη ποταμό σε πιάσαν,
   στον Πιλάτον σ’ εδικάσαν.
   Πέντε κάρφους σε καρφώσαν, δυο στα πόδια, δυο στα χέρια
   κι ένα στο κεφάλι σου, καρδούλα μου,
   και έτρεξε τ’ άχραντό σου αίμα.
   Στραβοί ήταν εκεί κι εμβλέψασι, κουτσοί κι επερπατήσαν
   και γέροι εκατό χρονών εσώσαν κι εβουρήσαν
   πως αναστήθη ο Χριστός στον κόσμον το κηρύξαν.
   Καληώρα του όπου το λαλεί τρεις φορές την ημέρα.
   Πέφτει λαμπρό, δεν καίγεται μήτε νερό τον παίρνει.
   Την ώρα του θανάτου του η Δέσποινα κοντά του,
   η Δέσποινα με το κερί, Χριστός με το καντήλι
   κι ο Μιχαήλ Αρχάγγελος με το επιτραχήλι.
   Κακότυχοι αμαρτωλοί οπού ’ναι κολασμένοι,
   που δεν πάν’ εις την εκκλησιά την ώρα που σημαίνει.
   Βρίσκουν μεγάλην αφορμήν πως είν’ αζουρωμένοι.
   Μεγαλοδύναμος Θεός τ’ αδύνατα αγαπά τα
   και καθαρή καρδιά θέλει και πάλι συγχωρά τα.

    


                 

  *Ευχαριστώ τη Ρηνούλα, τη Νίκη και τη Σοφία κι εύχομαι να είναι πάντοτε προφυλαγμένες από κάθε κακό.

                       Πέμπτη 25 Μαΐου 2017, Αναλήψεως του Κυρίου
Βουνάτσου Μ. Μυρσίνη

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου