Ο φόβος φυλάει τα έρμα…
Προ
αιώνος περίπου υπήρξε ένα επιδημικό φαινόμενο, που, ως πανδημία, συγκλόνισε
συθέμελα το παγκόσμιο οικοδόμημα Υγείας, που η Ιστορία την καταγράφει ως
Ισπανική γρίπη. Η διάδοση της επιδημίας ήταν μαζική και ανεξέλεγκτη και
συνεπακόλουθα μαζική η απώλεια ζωών. Εδώ και τρεις-τέσσερις μήνες, την υφήλιο
ταλανίζει και κλονίζει μία μη ελεγχόμενη πια επιδημία, αυτή του κορονοϊού. Τούτο
οδήγησε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) να την κηρύξει ως πανδημία, την
11η Μαρτίου.
Η
Ισπανική γρίπη, πανδημία του 1918, έπληξε κάθε γωνιά της Γης με εκατόμβη
θυμάτων, όταν πέθαναν ως κάποιες πηγές αναφέρουν 50-60 εκατομμύρια, κι άλλες 100
εκατομμύρια άνθρωποι. Αυτή η τραγωδία, λέγεται, είχε κι ένα ευεργετικό
αποτέλεσμα: τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Τούτο, αφού οι στρατιώτες
εξαντλημένοι πέθαιναν μέσα στο αμπρί τους, αδύναμοι ακόμα και το τουφέκι τους να
σηκώσουν.
Σήμερα,
που η πανδημία του κορονοϊού ταλανίζει ήδη το 1/3 των κατοίκων της Γης και η
ανθρωπότητα βιώνει την ανάσα του θανάτου πάνω απ’ το κεφάλι της, αναπόφευκτα
κάθε άνθρωπος καταλαμβάνεται από απύθμενο φόβο.
Δεν
θα μπορούσα ποτέ, ούτε καν να διανοηθώ, ότι στη ζωή μου θα έφθανε μέρα που θα
ήμουν «φυλακισμένος» στο σπίτι μου,
όχι εξ ανθρώπινης επιβολής, αλλά εξ εκείνης της Φύσεως. «Πολιορκημένος»
απ’ τον κορονοϊό. Τούτο δε, λόγω της επιθετικότητας, του άκρως αστάθμητου της
εξάπλωσης και των αμέτρητων θανάτων εκ του ιού Covid-19, κοινώς κορονοϊού, αυτού
του «αόρατου εχθρού», όπως ακόμη και
ο Πλανητάρχης χαρακτήρισε. Εμπειρία πρωτόγνωρη για το σημερινό
άνθρωπο.
Τον
20ό αιώνα, ξέχωρα απ’ την Ισπανική γρίπη, υπήρξαν διάφορες, μικρότερης βέβαια
έκτασης, επιδημίες που ασφαλώς προξενούσαν φόβο στον άνθρωπο. Ήμουν γύρω στα
δέκα, όταν είχε εκδηλωθεί η επιδημία της πολιομυελίτιδας, η οποία ατυχώς
προσέβαλε παιδιά της ηλικίας μου, που κάποια απ’ αυτά προσβλήθηκαν και έχασαν
την αρτιμέλειά τους. Ευτύχησα να είμαι αρτιμελής, αφού ευτυχώς δεν προσβλήθηκα.
Θυμούμαι όμως το φόβο μου, γι’ αυτό το ενδεχόμενο.
Ύστερα
από 65 χρόνια, ομολογώ πως τότε ζήλεψα, όταν στενός συγγενής μου είχε
ευεργετηθεί κάνοντας το πανάκριβο τότε διαθέσιμο εμβόλιο, ενώ για μένα αυτό
υπήρξε όνειρο απραγματοποίητο. Εκείνου ο πατέρας μπορούσε να διαθέσει τα
απαιτούμενα χρήματα. Δυστυχώς για μένα, όπως και για την πλειονότητα των
παιδιών στο χωριό, το απαιτούμενο ποσό δεν υπήρχε. Ακόμη και σήμερα, θυμούμαι
το όνομά του εμβολίου: Σεϊμπίν. Τούτο, αν και διαθέσιμο, το ελληνικό κράτος, με
σύστημα υγείας ανύπαρκτο τότε, δεν διέθετε τα απαιτούμενα κονδύλια προς
εμβολιασμό των Ελληνοπαίδων.
Σήμερα
με τον κορονοϊό, τα πράγματα είναι δυστυχώς πολύ χειρότερα. Δεν υπάρχει εμβόλιο
ούτε φάρμακο θεραπείας. Η επιστήμη δεν γνωρίζει ακόμη την ταυτότητα του
μικροσκοπικού αυτού τέρατος. Δεν γνωρίζει το «είναι»
του, τις ιδιότητές του και, το κυριότερο, την «αχίλλειό
του πτέρνα», για να στοχεύσει και να τον πλήξει εκεί, με το πρέπον φάρμακο.
Έτσι, ως στιγμής, βαδίζει σε τελείως αχαρτογράφητα νερά. Αποτέλεσμα, με ήδη
εκατοντάδες χιλιάδες κρούσματα και υπερείκοσι χιλιάδες νεκρούς παγκοσμίως, η
ανθρωπότητα πορεύεται σε άγνωστες ατραπούς, χωρίς πυξίδα και μπούσουλα ακόμα,
παρά τον τιτάνιο αγώνα των Πανεπιστημίων, των εργαστηρίων, των ερευνητικών
φορέων και των επιστημονικών κέντρων, τους τελευταίους μήνες.
Πέραν
της τραγικής καταστάσεως με τα ανθρώπινα κρούσματα, υπάρχει ίσως ένα
τρομακτικότερο, άκρως δυσθεώρητο κρούσμα. Αυτό της Παγκόσμιας οικονομίας, που
καθημερινά μεγεθύνεται. Τρισεκατομμύρια ευρώ εκτιμάται ότι ήδη χάθηκαν και θα
χαθούν ακόμη πολλά περισσότερα απ’ το φόβο που έχει επιβληθεί στην ανθρωπότητα.
Αυτού που εξ ανάγκης οδηγεί στην πλήρη αδράνεια και παντελή απραξία των
παραγωγικών δυνάμεων και μέσων και, συνεπώς, στη μη παραγωγή πλούτου. Φυσικά
και για την Ελλάδα, αλίμονό μας, θα υπάρξουν αντίστοιχες απώλειες στο μέτρο που
της αναλογεί.
Κατά
τον 20ό αιώνα και πριν ακόμα ανακαλυφθεί η πενικιλίνη, υπήρξαν δύο επιδημίες
τοπικού επιπέδου: φυματίωση και λέπρα. Σε όποια οικογένεια μικρόβιό τους
προσέβαλε ένα μέλος της, τούτη σχεδόν ξεκληριζόταν. Προκειμένου να προφυλαχθεί ο
υγιής πληθυσμός, είχε επιβληθεί η απομόνωση των νοσούντων: καραντίνα. Για τους
φυματικούς στα Σανατόρια, για τους λεπρούς στα λεπροχώρια, με εμβληματικότερο τη
Σπιναλόγκα. Οι δυστυχείς φυματικοί και λεπροί ευρίσκοντο σ’ αυτά σε καραντίνα
διά βίου. Έτσι χρησιμοποιούταν το αρχέγονο αυτό αμυντικό όπλο, της αποτροπής
μετάδοσης του λοιμού.
Σήμερα,
στην πανδημία την εκ του κορονοϊού, χρησιμοποιείται πάλι το αρχέγονο «όπλο
της καραντίνας», δηλαδή του εγκλεισμού στα σπίτια. Τούτο το πρωτοείδαμε
αρχές του χρόνου στην Κίνα, όπου πρωτοεκδηλώθηκε η μάστιγα αυτή, με τον πλήρη
εγκλεισμό πληθυσμού μεγαπόλεων στα σπίτια τους και την πλήρη «ερημοποίηση»
των κοινοχρήστων τους χώρων. Τώρα το βλέπουμε στην Ευρώπη (Γαλλία, Ιταλία,
Ισπανία κ.ά.), στις ΗΠΑ (Νέα Υόρκη, Καλιφόρνια), στην Ινδία και άλλες χώρες στις
άλλες ηπείρους. Στη χώρα μας, αυτό το μόνο ενδεδειγμένο μέτρο, η καραντίνα,
μέχρι να ευρεθεί το φάρμακο καταπολέμησης του κορονοϊού, επιβλήθηκε από την
Κυβέρνηση προ ημερών.
Το
αρχέγονο αυτό όπλο εφαρμόστηκε επίσης στην αρχαία Αθήνα, όταν, μεσούντος του
Πελοποννησιακού πολέμου, ενέσκηψε ο εξ Αιγύπτου λοιμός, που είχε ως αποτέλεσμα
να αφανιστεί το 1/4 του πληθυσμού της πόλης-κράτους των Αθηνών. Έτσι,
επιβάλλοντας τον εγκλεισμό τους όλοι οι Αθηναίοι στα σπίτια τους, περιόρισαν τη
διασπορά του λοιμού και τελικά τον νίκησαν. Ύστερα από 2.500 χρόνια το ίδιο
ακριβώς μέτρο χρησιμοποιείται σήμερα από τους σύγχρονους Αθηναίους.
Είναι,
ασφαλώς, αξιοπαρατήρητο πως, παρ’ όλο που μεταξύ αυτών των δύο πανδημιών υπάρχει
ένα χάσμα χρόνου 2.500 ετών, παρ’ όλο που η επιστήμη έχει κάνει άλματα, στον
τομέα της αντιμετώπισης πανδημιών χρησιμοποιείται το ίδιο αρχέγονο όπλο. Αυτό
της καραντίνας.
Τάκης
Ιορδάνης
Τα σχόλιά
μας:
*
Ο συγγραφέας, με αφόρμηση την καραντίνα που επιβλήθηκε πρόσφατα ως μέσο
προφύλαξης από τον νέο ιό, corona virus ή
κορωνοϊό ή covid
19, κάνει αναφορά και σε
άλλες φονικές επιδημίες, που έπληξαν την Ανθρωπότητα τον εικοστό αιώνα κυρίως
και ενείχαν το στοιχείο του εγκλεισμού και της απομόνωσης. Ιδιαίτερα
ενδιαφέρουσες οι αναφορές σε μεταδοτικές νόσους στην Ελλάδα, που στιγμάτισαν,
απομόνωσαν, άφησαν αναπήρους και αφάνισαν πολλούς.
Αν ανατρέξουμε στα
ληξιαρχικά αρχεία του χωριού μας, θα μετρήσουμε πολλά θύματα της γρίπης
τα έτη 1918-1920, κυρίως μικρά παιδιά και φτωχούς γέροντες. Οι βαλκανικοί
πόλεμοι (1912-1913), ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (1915-1918), η Μικρασιατική
Εκστρατεία (1919-1922) είχαν προκαλέσει λειψανδρία και πολλά οικονομικά και
κοινωνικά προβλήματα, καθώς οι στρατεύσιμοι νέοι έλειπαν πολλά χρόνια στα
πολεμικά μέτωπα, άλλοι σκοτώθηκαν, άλλοι επέστρεψαν ανάπηροι. Τη θέση τους
ανέλαβαν οι γυναίκες και τα παιδιά, που δούλευαν από το πρωί ως το βράδυ στα
κτήματά τους ή μεροκάματο σε κτήματα άλλων, έσκαβαν, θέριζαν, έχτιζαν πεζούλες,
βοσκούσαν κατσίκες, έχοντας για προσφάι ελιές κι ένα ξεροκόμματο ψωμιού. Όπως
μου έλεγε ο πατέρας μου, τα χρήματα που έπαιρναν μεροκάματο πριν από το δεύτερο
παγκόσμιο δεν έφθαναν για να αγοράσουν την «ορδινιά»
τους, συνήθως βραστά φασόλια, κρεμμύδι κι ελιές. Χρόνια στέρησης, αγώνας
επιβίωσης που άγγιζε τα όρια της παλληκαριάς. Έτσι ζούσαν οι παππούδες μας…
Άλλη φοβερή
μεταδοτική χρόνια ασθένεια η λέπρα
ή λώβη ή λούβα ή νόσος του Χάνσεν ή «αγία νόσος». Η λ. «λέπρα»
από το «λέπι». Προκαλείται από
μόλυνση από το βακτήριο mykobakterium leprae
και μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο με βήξιμο ή φτάρνισμα μέσω του αέρα,
προκαλώντας δερματικές και νευρικές βλάβες, παραμόρφωση και αναπηρία και
οδηγώντας σε κοινωνικό στιγματισμό. Μία μελέτη έδειξε ότι από άνθρωπο
μολύνθηκαν στην Αμερική τα μικρά θηλαστικά αρμαντίλλο, στοιχείο που ίσως δίνει
απάντηση στην απορία μας αν και ο κορωνοϊός μεταδίδεται στα ζώα από άνθρωπο ή
αντίστροφα.
Κοντά στο Παλαιοχώρι,
στην περιοχή «Ράχες», υπάρχει παλιό
Λωβοχώρι, «τα Λουβιάρκα» ή «των
Λωβών», όπου απομόνωναν τους λεπρούς, συχνά μαζί με υγιείς συγγενείς τους.
Ζούσαν από επαιτεία ή καλλιεργώντας κτήματα που τους δώριζαν φιλάνθρωποι
κάτοικοι των γειτονικών χωριών. Φρικτά παραμορφωμένοι από τις δερματικές
εξελκώσεις, συχνά τυφλοί και χωρίς μύτη, ήταν υποχρεωμένοι να φορούν κουδούνι
όταν πλησίαζαν τα όρια του γκέτο τους, για να ειδοποιούνται οι υγιείς που από
φιλανθρωπία τους άφηναν τρόφιμα και ρούχα. Στα Λουβιάρκα είχαν δική τους
εκκλησία του Άη-Γιώργη, δικό τους ιερέα και νεκροταφείο. Σήμερα εκεί έχει
απομείνει ένας μεγάλος πεύκος, «των
λουβιαρών ο πεύκος», για να θυμίζει στους περαστικούς τη φοβερή λούβα. Κι
όταν θέλουν να καταραστούν κάποιον στο χωριό μας και να τον διώξουν μακριά τους,
λένε: «Άμι (άμε, πήγαινε) σκ’ Λούβα τσι
σκ’ Ράχ’».
Σημαντικές γραπτές
πηγές για το Λωβοχώρι της περιοχής μας είναι το βιβλίο του εκπαιδευτικού Γιάννη
Κ. Μουτζούρη «Η Λώβη και το
Λωβοχώρι». Αρκετές πληροφορίες για την περιοχή «τα
Λουβιάρκα» και ονόματα λωβών θα βρείτε και στο βιβλίο του αείμνηστου
συγχωριανού μας Γιάννη Π. Μαυραγάνη «Παλαιοχώρι Πλωμαρίου Λέσβου. Παράδοση –
Ιστορία – Η ζωή και τα έθιμα» (β΄ έκδοση, Αθήνα 1995, σελ. 46-49). Επίσης,
κώδικες και έγγραφα, από τα οποία δυστυχώς έχουν διασωθεί ελάχιστα.
Το μυκοβακτηρίδιο ή
βάκιλλος της λέπρας ανακαλύφτηκε το 1873 από το Νορβηγό γιατρό Γκέρχαρντ
Αρμάουερ Χάνσεν (G. A. Hansen).
Ονομαστός τόπος εξορίας των χανσενικών το νησί Σπιναλόγκα της Κρήτης, που
ιδρύθηκε το 1903 και λειτούργησε μέχρι το 1957, όταν οι τελευταίοι 20 ασθενείς
μεταφέρθηκαν στο λεπροκομείο της Αθήνας. Το βιβλίο «Το
Νησί» της Βικτώριας Χίσλοου περιγράφει το περίφημο λεπροκομείο της
Σπιναλόγκας. Το 1948 εφευρέθηκε το πρώτο φάρμακο της λέπρας. Σήμερα η νόσος του
Χάνσεν θεραπεύεται με διάφορα αντιβιοτικά και αντιβακτηριδιακά φάρμακα, αλλά δεν
έχει εκλείψει εντελώς ούτε υπάρχει εμβόλιο γι’ αυτήν. Πρόσφατα μάλιστα με
ανησυχία διαβάσαμε ειδήσεις για κρούσματα λέπρας στην Ελλάδα. Ωστόσο η λέξη «λεπρός» και οι φράσεις, «σαν
λεπρός», «έλα κοντά μου, δεν έχω
λέπρα» εξακολουθούν και σήμερα να δηλώνουν κοινωνικό στίγμα.
Συγγενική με τη λέπρα η φυματίωση,
η οποία θέριζε κυριολεκτικά κυρίως στην Κατοχή αλλά και στα προπολεμικά και
μεταπολεμικά χρόνια, που η ανέχεια χαρακτήριζε την ελληνική κοινωνία.
Καταπονημένοι από το φονικό βάκιλο της φυματίωσης, πικραμένοι από τον κοινωνικό
στιγματισμό, αντιμέτωποι με τις αιμοπτύσεις και το θάνατο, οι φυματικοί
κλείνονταν στο σπίτι ή, στην καλύτερη περίπτωση, νοσηλεύονταν στο σανατόριο της
ορεινής Αγιάσου ή άλλα θεραπευτήρια. Αλλά και μετά τη λήξη της θεραπείας τους,
όσοι γλίτωναν το θάνατο ζούσαν απομονωμένοι, ζωντανοί νεκροί, συχνά σε χωριστά
οικήματα από την οικογένειά τους, στιγματισμένοι εφ’ όρου ζωής από τον γεμάτο
προκατάληψη χαρακτηρισμό του «φυματικού». Στα καφενεία, ο καφετζής
είχε σε ένα ραφάκι ξεχωριστό φλυτζάνι για τον καφέ τους. Όταν πέθαιναν, συνήθως
έκαιγαν τα πράγματά τους από φόβο μόλυνσης. Η πενικιλίνη ήταν δυσεύρετη, ακριβή
για τους περισσότερους και το κρατικό σύστημα υγείας σχεδόν ανίσχυρο να
καταπολεμήσει το μεταδοτικό βάκιλο του Κωχ. Οι φυματικοί ήταν έρμαια της
προκατάληψης, του ρατσισμού, της φτώχειας…
Τη δεκαετία
1950-1960, η πολιομυελίτιδα άφησε
ανάπηρα τρία νεογέννητα παιδιά κι ένα τετράχρονο στο χωριό μας. Η ζωή των
παιδιών αυτών αλλά και των οικογενειών τους ιδιαίτερα δύσκολη και επώδυνη,
στερημένη από τη χαρά της κίνησης και της υγείας.
Σ’ αυτούς τους
βασανισμένους Έλληνες και στις οικογένειές τους αφιερώνουμε αυτή την αναφορά μας
κι ευχόμαστε σύντομα η Ιατρική επιστήμη να βρει αποτελεσματικό ίαμα για την
πανδημία του κορωνοϊού. Προτού το φαινόμενο του κοινωνικού στιγματισμού, που
δυστυχώς εμφανίστηκε και τώρα, γενικευτεί και κάνει δυστυχή τα θύματα της νέας
νόσου. Προτού η ύβρις του σύγχρονου ανθρώπου βλάψει ανεπανόρθωτα τον πλανήτη και
τους κατοίκους του.
Γιατί στη νέα
πανδημία υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία με τις παραπάνω ασθένειες
‒αίτια, συμπτώματα, τρόποι μετάδοσης, «αόρατος»
κίνδυνος, φόβος, κοινωνικές συνέπειες‒, στοιχεία που καταδεικνύουν την ανάγκη της ατομικής
υγιεινής, ενός καλύτερου κρατικού συστήματος υγείας, της αντιμετώπισης της
μόλυνσης του περιβάλλοντος, του ελέγχου της διατροφικής αλυσίδας, της
λελογισμένης χρήσης των νέων τεχνολογικών μέσων, της βιοηθικής, του περιορισμού
της απληστίας των κερδοσκόπων, της καθιέρωσης ζωής με μέτρο, κανόνες και αξίες,
της αντιμετώπισης της φτώχειας και της ανισότητας με δίκαιη διανομή του πλούτου
και έντιμη εργασία, της προστασίας της παιδικής ηλικίας και της μητρότητας, του
σεβασμού των γερόντων, της ισοδικίας, της επιλογής ικανών και έντιμων πολιτικών,
της προστασίας των δικαιωμάτων, του προσανατολισμού της ζωής εν γένει προς μία
λιγότερο υλιστική θεώρηση.
Ευχαριστούμε το
συμπατριώτη μας Τάκη Ιορδάνη, που μας έδωσε, με το κείμενό του, αφορμή να
θίξουμε όσα συνιστούν την ποιότητα της ζωής και την ευτυχία μας.
Μυρσίνη Μ. Βουνάτσου