Τάκης Ιορδάνης
ΕΠΙ ΥΠΑΙΝΙΓΜΩΝ,
ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
(χθεσινή ανάρτησή μου στο site της ΟΛΣΑ)
Η ισοπέδωση προς τα κάτω που ατυχώς
επέβαλαν τα κοινωνικοπολιτικά πράγματα μετά τη μεταπολίτευση (κατάργηση Γενικών
Διευθυντών Υπουργείων, κατάργηση Επιθεωρητών Εκπαίδευσης, κατάργηση ιεραρχίας
κ.ά.) και η εν γένει χαλάρωση αντιλήψεων και «πιστεύω»
άφησαν κατάλοιπα τέτοια, που σήμερα ως και αυτή ακόμη η αριστεία να θεωρείται
από κάποιους στη χώρα μας μειονέκτημα. Έτσι φθάνουμε στο σημείο να θεωρούμε
μεμπτό και κατακριτέο το ότι κάποιος κατέλαβε «υψηλοτάτη
δημόσια θέση».
Το αν αυτό, δηλ. το ότι κάποιος
κατέλαβε την «υψηλοτάτη δημόσια
θέση», το οφείλει στις πολυεπίπεδες σπουδές του και τα αντίστοιχα πτυχία και
τίτλους του, το οφείλει στην επιτυχημένη υπερ20ετή πρότερη καριέρα του στον
ιδιωτικό τομέα, το οφείλει στις εν γένει ικανότητές του στο «να
ξέρει, να θέλει και το κυριότερο να μπορεί» να παίρνει αποφάσεις και να
πράττει κ.ά., αυτά από κάποιους (για δικούς τους μύχιους λόγους, ανεκπλήρωτες
επιθυμίες τους κ.ά.) παραγνωρίζονται, αγνοούνται και προσπαθούν να βρουν
αιτιάσεις αποδόμησης εκείνου που κατέλαβε «υψηλότατη
δημόσια θέση» και έχει μπει στο στόχαστρό τους. Και την αποδόμηση αυτή
προσπαθούν να κάνουν με έμμεσο λόγο και πλάγιο, πονηρό τρόπο, λέγοντας διάφορα
στο να αφήσουν την υπόνοια ότι τη θέση αυτή την κατέλαβε όχι γιατί το άξιζε
αλλά γιατί υπήρξε ευνοίας επιλογή και χαριστικής πράξεως αποτέλεσμα. Το ωραίο
είναι ότι λένε «κι
εμείς θα μπορούσαμε να καταλάβουμε ‟υψηλότατη δημόσια θέση”, αν θέλαμε, αλλά
…».
Εν πάσει περιπτώσει, προσωπικά το
έκανα. Το έκανα, όταν θεώρησα ότι έπρεπε. Στον κατά νόμο δημόσιο
διαγωνισμό και μεταξύ 36 συνυποψηφίων επιλέχθηκα και η Βουλή, μετά από την
απαιτούμενη «ακρόαση», με ενέκρινε
για τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου της νευραλγικής σημασίας και εθνικής
σπουδαιότητος Ελληνικής Βιομηχανίας Όπλων (ΕΒΟ).
Την τιμή που μου έκανε η Πολιτεία
να μου εμπιστευθεί την κυβερνητική αυτή θέση, με τη σειρά μου την τίμησα όπως
της άξιζε. Την τίμησα δίνοντας στην κυριολεξία το «είναι»
μου, την ψυχή μου. Έφυγα τέλος όταν έπρεπε, με ψηλά το κεφάλι, ακηλίδωτος
(πράγμα όχι και τόσο αυτονόητο με τα τότε συμβαίνοντα). Τότε που είπα τα μεγάλα
ΟΧΙ μου.
Για να αποφύγω να επαναλάβω τα όσα
θα έπρεπε, παραθέτω το άρθρο μου «Εκ
βαθέων», που έγραψα όταν άνθρωποι μικρόνοες, μικρόψυχοι και από ζήλεια
διακατεχόμενοι με προκάλεσαν σχετικώς προ τεσσάρων χρόνων.
Εκ βαθέων
17|06|2014 14:37
Όταν τη ζωή σου την έχεις δρομολογήσει να κινείται
πάντα στα πλαίσια της απόλυτης διαφάνειας και φθάνεις σε κάποιο
σημείο, εβδομηκοντούτης πια, να προκαλείσαι δημοσίως
(ηλεκτρονικό «Εμπρός» / «Αιολίας Λόγος») να αποδείξεις τα
αυταπόδεικτα, και συγκεκριμένα ότι δεν είσαι ελέφαντας, τούτο είναι
οπωσδήποτε ανούσιο, άχαρες και βαρετό.
Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να έχεις τα ανάκαρα να υποστείς
τη βάσανο της κριτικής και ας προέρχεται ακόμα κι από κάποιους κακόπιστους και
μικρόψυχους ανθρώπους, για να ικανοποιήσεις τη σχετική ψυχωτική τους τάση, αν
και δεν τους το οφείλεις.
Βεβαίως ξεκινώντας να γράψω το παρόν, επειδή θα πρέπει
να μιλήσω για τον εαυτό μου, αν τυχόν φανεί στο κείμενό μου κάποια έπαρση, με
κάποια δόση περιαυτολόγησης, ας μου συγχωρεθεί από εσάς, όλους τους άλλους
καλόπιστους αναγνώστες μου. Ακόμη, ας μου επιτραπεί, έναντι της άπειρης
ευγνωμοσύνης μου για τα σχετικώς οφειλόμενα στους αείμνηστους γονείς μου,
Χαράλαμπο και Ελπινίκη, να πω δημόσια το ελάχιστο.
Ένα «ευχαριστώ». Τους σε προσωπικό επίπεδο αδικαίωτους
αυτούς αγρότες των Λαψάρνων, που έδωσαν τον εαυτό τους για να έχω σήμερα τη
δυνατότητα να αρθρώνω λόγο και να τοποθετούμαι με παρρησία, χωρίς φόβο και χωρίς
πάθος, δημοσία.
Η εκ μέρους
και των δύο αδιαπραγμάτευτη νουθεσία «Τάκη, γράμματα, μόνο
γράμματα!!!», που
μου εμφύτευσαν στο πίσω μέρος του μυαλού μου, αποτέλεσε την απαρασάλευτη ρότα
της ζωής μου. Αυτή που τήρησα απαρέγκλιτα και αξιώθηκα να έχω σήμερα
ένα «καλό ζην» (τηρουμένων βέβαια
των αναλογιών) και αναμφίβολα ένα εξαιρετικό «ευ
ζην», εκ του ότι η κοινωνία, ανταμείβοντας την αξιοπρέπεια την οποία σπυρί -
σπυρί μάζεψα στο διάβα της ζωής μου, μου αποδίδει και εγώ «εισπράττω»
ό,τι πολλοί εκ διαφόρων δραστηριοτήτων μου στο παρελθόν ανεπιτήδευτα μου
παραχωρούν.
Ξεκινώ από μαθητής, από την
Άντισσα, που κατέβηκα τότε το ’60 στη
Μυτιλήνη, στο Πρακτικό
Β΄ Γυμνασίου. Αξιώθηκα να υπάρξω ένας από τους δεκαέξ πρώτους που αποτέλεσαν τον
πυρήνα του Οικοτροφείου των Αριστούχων Μαθητών της Μητροπόλεως, που ίδρυε ο μακαριστός
Ιάκωβος Β΄.
Στην Αθήνα, αφού πια είχα επιτύχει στο Ε.Μ.
Πολυτεχνείο, πρωτεύσας μεταξύ άλλων Λεσβίων συμφοιτητών στο σχετικό διαγωνισμό
ανακηρύχθηκα υπότροφος του Ιδρύματος Γεωργ. Βοστάνη.
Με την υποτροφία αυτή μπόρεσα να τελειώσω χωρίς προβλήματα, άνετα τις σπουδές
μου. Το σπουδαιότερο, έτσι κατάφερα να μην ξεσπιτωθούν
ερχόμενοι στην Αθήνα οι γονείς μου, για να με σπουδάσουν, δουλεύοντας ως
θυρωροί, εργάτες, μαγαζάτορες κ.ά., όπως τότε ήταν ο συρμός.
Μετά το στρατό και αφού υπήρξα εκ των πρωτευσάντων σε
σχετικό διαγωνισμό του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ), πήρα υποτροφία για
μεταπτυχιακές σπουδές στην Αγγλία, στο Πανεπιστήμιο του Bath. Εκεί σπούδασα και
ανακηρύχθηκα διδάκτοράς του (Ph.D., Σχολή Materias Science). Ακόμη,
εκεί δίδαξα. Επειδή η χρηματοδότηση του ΙΚΥ κάλυπτε γενικά κατά μέγιστο 34
μήνες, ενώ για να ολοκληρώσω τα εργαστηριακά απαιτούντο 36 μήνες, συν ο χρόνος
γραφής της
thesis μου, χρειάστηκα έξτρα χρηματοδότηση. Ευτύχησα να πάρω την υποτροφία του
Ιδρύματος Ελευθερίου και
Έλενας Βενιζέλου.
Επιστρέψας στην Ελλάδα (από επιλογή μου), προσελήφθην
από ελβετική εταιρεία (παροχής υπηρεσιών), όπου και δούλεψα επί 20ετία ως
διευθυντής και εντεταλμένος σύμβουλός της.
Παράλληλα με την εργασία μου όλα αυτά τα χρόνια, όντας
ενεργός πολίτης, είχα ποικίλες εξωεργασιακές δραστηριότητες. Ενασχολούμενος με
τα κοινά, δραστηριοποιήθηκα συνδικαλιστικά στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και
στον Πανελλήνιο Σύλλογο Μεταλλειολόγων Μηχανικών. Στο ΤΕΕ επί 20ετία, μέλος, της
αντιπροσωπείας, διαφόρων επιτροπών επιστημονικών ή μη κ.λπ., κατέθεσα το
περίσσευμα της ψυχής μου.
Εκπροσώπησα τον πρόεδρό του σε πολλές εκδηλώσεις ανά
την Ελλάδα. Ακόμη εκπροσώπησα τη χώρα σε διάφορα διεθνή συνέδρια (WEC, ΔΑΣΕ).
Υπήρξα, τέλος, πρόεδρος, επί δύο θητείες, του Πανελλήνιου Συλλόγου
Μεταλλειολόγων Μηχανικών. Επί δύο θητείες, επίσης, χρημάτισα πρόεδρος του
Συλλόγου Αντισσαίων της Αθήνας. Ομοίως υπήρξα μέλος του Δ.Σ.
της ΟΛΣΑ.
Η παρουσία μου απ’ όπου πέρασα υπήρξε πάντα θετική και
παραγωγική, πράγμα που μου αναγνωρίζεται από φίλους, συντρόφους, συνεργάτες,
συναδέλφους κ.λπ.. Εκ του αποκτηθέντος έτσι κύρους, μου επιδαψιλεύεται εκτίμηση
κ.λπ., σε επίπεδο κλαδικό, λ.χ. από
τους συναδέλφους μου ανά την Ελλάδα. Γενικά, θεωρώ ότι παντού απ’ όπου πέρασα οι
άνθρωποι είναι ευνοϊκά διακείμενοι απέναντί μου.
Η
εξαίρεση, από λίγους κακόπιστους ή και πικρόχολους, απλά επιβεβαιώνει τον
κανόνα.
Η ενασχόλησή μου με τα κοινά και το γεγονός των
δημοκρατικών μου καταβολών, σε σύμπτωση των σκιρτημάτων της νιότης μου με τα
κηρύγματα και την προβολή της ανθρωπιστικής ιδέας από το μεγάλο ηγέτη
Ανδρέα Παπανδρέου, ασφαλώς
θα ήταν παράξενο να μην έχουν την επίδρασή τους σε μένα. Έτσι ταυτίστηκα με το
ογκούμενο τότε Κίνημα και δραστηριοποιήθηκα δίδοντας την ικμάδα της
ενεργητικότητάς μου στον κομματικό φορέα ΠΑΣΟΚ.
Το ριζοσπαστικό σύνθημα-μήνυμα «Αλλαγή», που
δονούσε τότε την ελληνική πραγματικότητα, μαζί με αυτό που με γοητεύει και τώρα,
«παύση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από
άνθρωπο», με έκαναν να δοθώ ψυχή τε και σώματι, υπηρετώντας το. Στο Κίνημα
δούλεψα σκληρά και για χρόνια στους Τομείς Επιστημόνων, Διαφώτισης, Ετεροδημοτών
κ.ά..
Όλα τα πιο πάνω εκτιμήθηκαν, και τον Απρίλιο του ’90 το Κίνημα με ονομάτισε υποψήφιο βουλευτή
Λέσβου. Όμως
τα συντροφικά μαχαιρώματα και το γεγονός ότι ποτέ και πουθενά στη ζωή μου δεν
είχα καθοδηγητές και προστάτες, είχαν ως συνέπεια να μη
συμπεριληφθώ τελικά στο ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ.
Λίγο προ της συνταξιοδότησής μου και όταν είχε ψηφισθεί
νόμος για υπογραφή πενταετούς συμβάσεως μεταξύ Πολιτείας και Διευθυνόντων
Συμβούλων ΔΕΚΟ (προκειμένου να προσελκυστούν στελέχη εκ του
ιδιωτικού τομέα), συμμετείχα στο σχετικό διαγωνισμό για την Ελληνική Βιομηχανία
Όπλων (ΕΒΟ). Μεταξύ 36 υποψηφίων, επελέγην από σύμβουλο (ιδιωτική εταιρεία)
πρώτος.
Η Επιτροπή Εξωτερικών και Αμύνης της Βουλής, μετά την
εξέτασή μου, με ενέκρινε ως διευθύνοντα σύμβουλο αυτής της πλέον ευαίσθητης -
για προφανείς λόγους - ΔΕΚΟ (Επ’ ευκαιρία, ως δείγμα πολιτικού πολιτισμού,
αποδίδω την οφειλομένη εκτίμηση στο Λέσβιο κ. Γιάννη Τζωάννο, τότε βουλευτή
Ν.Δ., που, σπάζοντας την κομματική γραμμή, δε με
καταψήφισε).
Με όση δυνατότητα και ικανότητα προσφοράς, εργασίας,
θητείας και ό,τι άλλο σχετικό απαιτείτο ως διευθύνων, έκανα ό,τι μου υπαγόρευε η
συνείδησή μου και το καθήκον μου. Έταξα
τον εαυτό μου έτσι,
ώστε να συμβάλλω κατά το δυνατό στην Άμυνα της χώρας και στην κάλυψη των Ενόπλων
Δυνάμεών μας με όλα όσα ήταν στις δυνατότητες της ΕΒΟ.
Η
παρουσία μου ως διευθύνοντος σ’ αυτή σκιαγραφείται, από απόψεως αποτελέσματος,
άκρως θετική. Προς το σκοπό της ένταξής της, εντός 5ετίας, στο Χρηματιστήριο,
στοχεύσαμε στο μηδενισμό του ετήσιου ελλείμματός της, που ήτο 42,10 εκατ. ευρώ
(1999).
Μείωσα αυτό ισόποσα, στα 34,68 εκατ. ευρώ (2000) και
στα 26,31 εκατ. ευρώ (2001) («Βήμα», 21/12/2003). Υπέγραψα συμβάσεις ~130 δισ.
δραχμών και εκτέλεσα έργο ~70 δισ. δραχμών. Χαρακτηριστικά ακόμη αναφέρω ότι
κατά τη διοίκησή μου ουδεμία απεργία εκδηλώθηκε (στα 7 εργοστάσιά της, ~2.500
προσωπικό), αλλά ούτε αντιμετώπισα έστω μιας ώρας στάση εργασίας
προσωπικού.
Έφυγα, τέλος, απ’ εκεί με ψηλά το κεφάλι, τιμημένος απ’
τους ανθρώπους που διοίκησα και, τέλος, από πάσης απόψεως ακηλίδωτος (που ατυχώς
τις ημέρες μας τούτο δεν είναι αυτονόητο). Τούτο δε αναγνωρίστηκε και από την
ίδια την ΕΒΟ, που σε σχετικό έγγραφό της, δύο χρόνια
μετά την αποχώρησή μου απ’ αυτήν, βεβαίωνε: «Κατά
την διάρκειαν της εργασίας και θητείας του, υπήρξε υπόδειγμα εργαζομένου και
Διευθύνοντος, επέδειξεν ιδιαίτερον ζήλον εις την εργασίαν του και εργατικότητα,
συμβάλλοντας έτσι στους σκοπούς και τις επιδιώξεις της
εταιρείας».
Πέραν της ενασχόλησής μου με τα κοινά κατά τα
προλεχθέντα, η προσφορά μου στο νησί μας αδιάλειπτος και συνεχής 45 τώρα χρόνια,
αρχής γενομένης από την καμπάνια μου για τη σωτηρία του απολιθωμένου
δάσους το
1970. Ακόμη, για τη δυνατότητα εγκατάστασης αιολικών πάρκων στο νησί (1990), για
τον οδικό άξονα Καλλονής - Σιγρίου (2000), για το λιμάνι του Σιγρίου 2000
έως
τώρα κ.ά.. Τέλος,
και σε επιχειρηματικό επίπεδο προσέφερα (1990) στον τόπο μας. Το Λατομείο
Αδρανών Υλικών της «Κύκνος».
Μετά από τα πιο πάνω, θέλω να πιστεύω ότι οι «καλοί
φίλοι» που ίσως δε με ξέρουν, αλλά και αυτοί που ίσως τα ξεχνούν επίτηδες,
θα κατανοήσουν ότι στη διαδρομή μου και παρουσία μου, όπου βρέθηκα, εργάστηκα
και υπηρέτησα, πάντα προσπάθησα να βοηθήσω τον οποιοδήποτε είχε την ανάγκη μου.
Θεωρώ, τέλος, ότι ουδένα μείωσα ή αδίκησα και πολύ περισσότερο
πρόδωσα.
Να είναι σίγουροι δε οι όποιοι πικρόχολοι ότι ως
Λέσβιος τίμησα την καταγωγή μου, το νησί μου και τους συμπατριώτες μου όλους. Ας
πάψουν τέλος οι όποιοι μικρόψυχοι και πικρόχολοι ψάχνουν να βρουν σκιές σε βάρος
μου. Ματαιοπονούν! Γιατί απλά δεν επέτρεψα ποτέ να δημιουργηθούν
τέτοιες.