Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

ΠΕΝΘΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ

 Αναδημοσίευση

Κηδεία και Πένθος: Από το αρχικό σοκ έως την αποδοχή


του Δημήτρη Αγοραστού
    
     Η ζωή είναι ένας κύκλος ο οποίος ξεκινάει από την -έστω φυσική- ανυπαρξία και καταλήγει και πάλι πίσω σε αυτήν. Ή, για να το θέσω όπως το είπε και ο Καζαντζάκης στην εισαγωγή της “Ασκητικής” του, “ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο και καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο, το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε ζωή” . Από τα πιο σημαντικά γεγονότα σε αυτόν τον κύκλο της ζωής είναι η έναρξη και το τέλος της. Η γέννηση δημιουργεί προσδοκίες για το μέλλον, ελπίδες για κάτι καλύτερο, χαρά για τη “μετάβαση” στην επόμενη γενιά. Από την άλλη, το τέλος της ζωής δημιουργεί μία γκάμα ανάμεικτων συναισθημάτων, τα οποία μπορεί να εκτείνονται -εννοείται- από τη θλίψη για το χαμό του δικού μας ανθρώπου και το συμβολικό θάνατο των προσδοκιών μας γι’ αυτόν έως την ελπίδα για μια καλύτερη -μετά θάνατον- ζωή… Όλα αυτά τα συναισθήματα διαγράφονται μέσα από τα διάφορα στάδια του πένθους, όπως τα περιέγραψε η πρωτοπόρος ψυχολόγος του πένθους Kubler-Ross. Θα δούμε αυτά τα στάδια αναλυτικά λίγο αργότερα.
     Ο θάνατος και η διαδικασία του πένθους σίγουρα δεν είναι ένα εύκολο θέμα προς ανάπτυξη, μιας και οι παράγοντες που επηρεάζουν αυτού του είδους τα βιώματα είναι πολλοί. Θα ξεκινήσουμε την ανάλυσή μας από το δύσκολο έργο της ανακοίνωσης του θανάτου προς τους συγγενείς και την ετοιμότητά τους να τον δεχτούν.
     Οι συνθήκες του θανάτου παίζουν σημαντικό ρόλο στην ετοιμότητα των συγγενών και των φίλων του αποθανόντα να δεχτούν το μοιραίο γεγονός. Ο πιο “ήπιος” θάνατος, από άποψη αντιστάσεων στην αποδοχή του- είναι ο φυσιολογικός θάνατος. Ο θάνατος δηλαδή που προέρχεται από φυσιολογικά αίτια, κυρίως λόγω γηρατειών (καρδιακή ανεπάρκεια, αναπνευστικά σύνδρομα κτλ). Η ηλικία του αποθανόντος είναι φυσικά εξίσου σημαντική με το αίτιο του θανάτου. Ο χαμός ενός νέου ανθρώπου είναι πάντοτε δυσκολότερος από το χαμό ενός ηλικωμένου, μιας και στην περίπτωση του νέου τερματίζονται κι όλες οι φιλοδοξίες και τα όνειρά μας γι’ αυτόν. Όλα όσα θέλαμε να ζήσουμε μαζί του και δεν προλάβαμε θα παραμείνουν ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Το πένθος σε αυτή την περίπτωση αναμένεται να είναι δυσκολότερο και πιο μακροχρόνιο.
     Μία περίπτωση δύσκολη μεν, αλλά “διευκολυντική” όσον αφορά το πένθος, είναι όταν ο θάνατος επέρχεται ως αποτέλεσμα ανίατης ασθένειας, κυρίως καρκίνο ή AIDS (κυρίως το πρώτο, μιας και οι οροθετικοί έχουν πολύ μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής που μπορεί να φτάσει τις δεκαετίες). Με τον όρο “διευκολυντική” εννοούμε πως η διαδικασία του πένθους ουσιαστικά ξεκινάει από τη στιγμή της διάγνωσης της μη αναστρέψιμης κατάστασης. Από το πρώτο λεπτό οι συγγενείς κι οι φίλοι αρχίζουν να αγγίζουν την ιδέα του θανάτου, παρά τον αμυντικό μηχανισμό της άρνησης που συνήθως αναπτύσσεται. Καθώς περνάει ο καιρός και ο ίδιος ο ασθενής -περνώντας συνήθως από μια μακροχρόνια, επίπονη και πολύ δύσκολη διαδικασία- αποδέχεται τελικά τον ίδιο το θάνατό του, ο κοινωνικός του περίγυρος εξοικειώνεται σταδιακά. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως όταν επέλθει το μοιραίο γεγονός δεν θα αναπτυχθεί πένθος! Απλά αναμένεται πως αυτό θα εξελιχθεί ομαλά. Μία παρόμοια περίπτωση είναι και αυτή που ο φυσικός θάνατος επέρχεται μετά από διαγνωσθέν εγκεφαλικό θάνατο. Και πάλι -αναλόγως του διαστήματος κατά το οποίο ο ασθενής παραμένει εγκεφαλικά νεκρός- ο περίγυρός του αρχίσει και εξοικειώνεται με την ιδέα του θανάτου. Όταν αυτός επέλθει, το αρχικό σοκ θα είναι μικρότερο, αλλά ο πόνος του χαμού φυσικά θα είναι πάντοτε ο ίδιος.
     Τέλος, ο πιο δύσκολος θάνατος, υπό όρους αποδοχής του πένθους, είναι ο αιφνίδιος. Τη μια στιγμή κάποιος μπορεί να είναι καλά, και την επομένη να χαθεί, ως αποτέλεσμα ξαφνικής αρρώστιας ή άλλης μη προδιαγνωσθείσας πάθησης, ατυχήματος κ.τ.λ. Τέτοιες περιπτώσεις είναι, για παράδειγμα, τα αεροπορικά ατυχήματα, οι ξαφνικές λοιμώξεις, τα εργατικά ατυχήματα ή τα ατυχήματα στο σπίτι. Και πάλι η ηλικία παίζει σημαντικό ρόλο, αλλά σε γενικές γραμμές ο αιφνίδιος θάνατος προκαλεί πιο δύσκολο πένθος, μιας και η διαδικασία αυτή ξεκινάει εντελώς απρόσμενα.
     Ελπίζω να έγινε κατανοητό πως, όταν μιλάμε για “εύκολο” και “δύσκολο” πένθος ή για “διευκολυντικές” περιπτώσεις, δεν προσπαθούμε να μειώσουμε το ψυχολογικό κόστος του θανάτου κανενός. Σίγουρα κάθε άτομο είναι ξεχωριστό κι ο θάνατος του καθενός είναι ένα τραγικό γεγονός, που άλλοι μπορεί να το περάσουν ευκολότερα και άλλοι δυσκολότερα, ή να μην το ξεπεράσουν καθόλου. Οι παραπάνω περιγραφές αναφέρονται αποκλειστικά και μόνο στην ευκολία με την οποία κάποιος αναμένεται να βαδίσει στη διαδικασία του πένθους, ανάλογα με τα γεγονότα που πλαισιώνουν ένα θάνατο.

           

Τα στάδια του πένθους

  
     Το πένθος είναι μία προσωπική υπόθεση και σίγουρα ο καθένας το βιώνει με διαφορετικό τρόπο, σε διαφορετικά χρονικά πλαίσια και με διαφορετική ένταση. Εννοείται πως ανάλογα με την ποιότητα της σχέσης που έχουμε με το θανόντα (κοντινός ή μακρινός συγγενής, φίλος, γνωστός κ.ά.) αλλάζει και ο τρόπος βίωσης του πένθους. Παρ’ όλα αυτά, έχει παρατηρηθεί ότι η διαδικασία του πένθους αποτελείται κυρίως από πέντε διαδοχικά στάδια, κάθε ένα από τα οποία μας εφοδιάζει με σημαντικά συναισθήματα και γνωστικά στοιχεία, που είναι απαραίτητα για να εκδηλωθεί και να βιωθεί ομαλά το πένθος. Η πρώτη ψυχολόγος που ασχολήθηκε αποκλειστικά με το θέμα του θανάτου και του πένθους ήταν η δρ. Kubler Ross, η οποία κατά τη διάρκεια της καριέρας της ήρθε σε επαφή με πολλά άτομα που έπασχαν από τερματικές ασθένειες συνοδεύοντάς τα έως την τελευταία τους πνοή…
     Η δρ. Ross παρατήρησε πως τα άτομα αυτά περνούσαν από πέντε στάδια από τη στιγμή που τους ανακοινώνονταν η ασθένεια έως την αποδοχή της κατάστασής τους. Τα στάδια αυτά παρουσιάζονται επίσης και στους πενθούντες από τη στιγμή της ανακοίνωσης του θανάτου (ή της ασθένειας) έως την αποδοχή του. 
     Επιγραμματικά, η θεωρία της δρ. Ross αναφέρεται στα ακόλουθα στάδια:
  
     1) άρνηση,

     2) θυμός,

     3) διαπραγμάτευση,

     4) κατάθλιψη,

     5) αποδοχή.

     Φυσικά δεν περνάνε όλοι επιτυχώς από όλα τα στάδια. Μάλιστα μερικοί δεν φτάνουν ποτέ έως την αποδοχή, και μένουν σε προηγούμενα στάδια (κυρίως αυτό της κατάθλιψης και της άρνησης). Ο ρόλος του ψυχολόγου σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να στηρίξει και να βοηθήσει το άτομο να βιώσει όλα τα συναισθήματα, να το συνοδέψει καθώς οδεύει προς αποδοχή της κατάστασης (είτε αυτή είναι ασθένεια είτε θάνατος) ή ακόμη και να το κατευθύνει προς τα εκεί.
     Ας δούμε λίγο πιο αναλυτικά αυτά τα στάδια, για να κατανοήσουμε καλύτερα το τι σημαίνει το κάθε ένα από αυτά. Έχετε στο νου σας πως, παρ’ όλο που η αναφορά γίνεται στη βίωση του πένθους, αυτά τα στάδια έχουν εφαρμογή και στην ανακοίνωση μιας ανίατης ασθένειας σε εμάς ή σε κοντινά μας πρόσωπα.


1. Άρνηση (Denial)

     Η πρώτη αντίδραση μετά το άκουσμα των τραγικών ειδήσεων του χαμού του δικού μας ανθρώπου είναι η άρνηση. Ο όρος «άρνηση» περιγράφει τη γνωστική εκείνη κατάσταση, κατά την οποία αναπτύσσεται ενός είδους αντίσταση απέναντι στο γεγονός του θανάτου, απορρίποντάς το ως μη αληθές. Με πιο απλά λόγια, κάποιος που βρίσκεται σε αυτό το στάδιο απλά δεν θα μπορεί να πιστέψει ότι το κοντινό του πρόσωπο έχει πεθάνει. Για να καταλάβουμε την άρνηση, αρκεί να σκεφτούμε την παρακάτω χαρακτηριστική στιχομυθία μεταξύ του γιατρού και ενός συγγενή που μαθαίνει τα τραγικά νέα: “Λυπάμαι, κάναμε ό,τι μπορούσαμε, αλλά δυστυχώς τα εσωτερικά τραύματα ήταν πολλά. Δυστυχώς τον χάσαμε”. “Είστε σίγουρος, γιατρέ, πως μιλάμε για το Γιώργο μας; Δυο μέτρα παληκάρι είναι ο Γιώργος μας! Δεν μπορεί, κάποιο λάθος θα έγινε!”.
     Φυσικά η άρνηση τις περισσότερες φορές δεν είναι ουσιαστική. Δηλαδή ο συγγενής δεν χάνει την επαφή με την πραγματικότητα, νομίζοντας ότι ο αποθανών είναι ζωντανός. Αντίθετα, επειδή ακριβώς έρχεται σε επαφή με τη σκληρή πραγματικότητα, ενεργοποιείται αυτόματα αυτός ο μηχανισμός άμυνας, ο οποίος συνήθως (για το πένθος) κρατάει από λίγα δευτερόλεπτα έως λίγα λεπτά και σκοπό έχει να προστατεύσει το άτομο από τη συναισθηματική καταρράκωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις ισχυρού σοκ, η άρνηση μπορεί να είναι βαθιά και ουσιαστική και το άτομο να χάσει την επαφή με την πραγματικότητα για μεγαλύτερο διάστημα. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να συνεχίσει να είναι ήρεμος, καθησυχάζοντας τον εαυτό του και επαναλαμβάνοντας φράσεις, όπως “Δεν συμβαίνει αυτό. Ο Γιώργος φυσικά και είναι ζωντανός. Είναι ζωντανός. Είναι ζωντανός.” Έχουν υπάρξει και ακραίες περιπτώσεις στις οποίες ολόκληρες οικογένειες συνέχισαν να ζουν κανονικά τη ζωή τους, ακόμη και μετά το άκουσμα του θανάτου του δικού τους ανθρώπου, έως ότου δουν το νεκρό του σώμα για να πειστούν (π.χ. οικογένειες στρατιωτών σε διεθνείς αποστολές).


2. Θυμός (Aggresion)

     Μετά το πρώτο σοκ, ο πόνος του θανάτου μετατρέπεται σε θυμό και επιθετικότητα, στρεφόμενη κατά δικαίων και αδίκων. Σε αυτή τη φάση ο πενθών προσπαθεί να βρει κάποια υπαιτιότητα πίσω από το θάνατο, κάτι για να ρίξει το βάρος της ευθύνης. Άλλωστε ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι έτσι κατασκευασμένος, ώστε να ψάχνει δεσμούς αίτιου-αιτιατού πίσω από τα φαινόμενα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπος. Το στάδιο αυτό είναι ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένο και οι συναισθηματικές εκρήξεις είναι κάτι περισσότερο από αναμενόμενες. Ο θυμός όμως μπορεί να μην στρέφεται αποκλειστικά εναντίον κάποιου φυσικού ή νομικού προσώπου (π.χ. τον οδηγό που έκανε το ατύχημα, το κράτος για την ανεπαρκή συντήρηση του οδοστρώματος, αυτόν που φόρτισε συναισθηματικά τον αποθανόντα με αποτέλεσμα την αυτοκτονία κ.τ.λ). Κάποια αόρατη ανώτερη δύναμη μπορεί να γίνει δέκτης όλου αυτού του θυμού. Είναι γνωστή η αγανάκτηση του Δαρβίνου με το Θεό που “του πήρε” την κορούλα του, η οποία τον οδήγησε στην αθεΐα (ή τον αγνωστικισμό όπως ισχυρίζονται κάποιοι άλλοι) και έδωσε ώθηση στη θεωρία του περί εξέλιξης του ανθρώπινου είδους.


3. Διαπραγμάτευση (Bergaining)

     Το τρίτο στάδιο της θεωρίας της Δρ. Ross είναι ένα μεταβατικό στάδιο μεταξύ του πρώτου σοκ και της αποδοχής του θανάτου. Σε αυτή τη φάση το άτομο αρχίζει να συνειδητοποιεί το θάνατο, ο οποίος αυτός καθαυτός γίνεται αντικείμενο γνωστικής επεξεργασίας. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε πως αυτό που διαχωρίζει αυτό το στάδιο από τα δύο προηγούμενα είναι πως η προσοχή του ατόμου στρέφεται στο γεγονός του θανάτου και όχι στα συναισθήματα που αυτός πυροδότησε. Κάποιος που διαπραγματεύεται τη μη αντιστρεψιμότητα του θανάτου για πρώτη φορά αρχίζει να συνειδητοποιεί πως δεν υπάρχει κάτι που μπορεί να κάνει για να αλλάξει αυτή την κατάσταση και πως σε αυτή τη χρονική στιγμή δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να ψάχνει για το ποιος ευθύνεται. Αυτές οι δύσκολες στιγμές οδηγούν σταδιακά το άτομο στο προ-τελευταίο επίπεδο του πένθους, αυτό της κατάθλιψης.


4. Κατάθλιψη (Depression)

     Έχοντας ξεσπάσει συναισθηματικά και αφού έχει συνειδητοποιήσει τη σκληρή πραγματικότητα, η οποία δεν αλλάζει, ο πενθών νιώθει αδύναμος να επέμβει στο οτιδήποτε. Όπως και σε κάθε στιγμή κατά την οποία δεν έχουμε τον έλεγχο, έτσι και τώρα το συναίσθημα του αβοήθητου αρχίζει να κάνει την εμφάνισή του. Η φάση της κατάθλιψης μπορεί να διαρκέσει από λίγες ώρες/ημέρες έως και μερικούς μήνες. Πρόκειται φυσικά για μία ψυχοφθόρα διαδικασία, η οποία όμως είναι ιδιαίτερα σημαντική στη βίωση του πένθους. Για όσο χρονικό διάστημα κρατάει αυτό το στάδιο, το άτομο βρίσκει το χρόνο να πενθήσει για το θάνατο του κοντινού του ανθρώπου και για όλα όσα δεν θα μπορέσει να μοιραστεί πλέον μαζί του. Οι μορφές που μπορεί να πάρει η κατάθλιψη είναι πολλές, αλλά η πιο συνηθισμένη είναι η κατατονία, η απόσυρση από τις κοινωνικές εκδηλώσεις και το κλείσιμο στον εσωτερικό κόσμο για όσο καιρό χρειαστεί.


5. Αποδοχή (Acceptance)

     Όπως στο τέλος κάθε αρχαιοελληνικής τραγωδίας υπάρχει η λύτρωση, έτσι και η διαδικασία του πένθους -όταν κινηθεί σε φυσιολογικά επίπεδα- καταλήγει στην αποδοχή του θανάτου. Φυσικά το ότι αποδέχομαι ότι κάποιος έχει φύγει από τη ζωή σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι αυτόματα σβήνω κάθε συναίσθημα για το θάνατό του ή ότι βάζω ένα μεγάλο Χ σε όλα όσα έχουμε ζήσει μαζί. Οι αναμνήσεις θα μείνουν για πάντα, όπως άλλωστε πρέπει. Απλά, σε αυτό το στάδιο ο θάνατος ως γεγονός έχει περάσει από επεξεργασία κι έχει γίνει κτήμα μας. Μπορούμε να συνεχίσουμε να πενθούμε το αγαπημένο μας πρόσωπο, αλλά έχοντας αποδεχτεί το θάνατό του κι έχοντας ρίξει τα συναισθηματικά τείχη που μας εμπόδιζαν από το να βιώσουμε το γεγονός στην ολότητά του.
                        

Κηδεία: ένα πολυφασματικό κοινωνικό φαινόμενο


     Σε όλες τις κοινωνίες του κόσμου, από τις πιο “πρωτόγονες” έως τις πιο “ανεπτυγμένες”, ο θάνατος είναι ένα σημαντικό γεγονός, στο οποίο καλείται να συμμετέχει ολόκληρο το κοινωνικό περιβάλλον της οικογένειας που έχασε τον άνθρωπό της. Ιδιαίτερα δε στις μη αστικές περιοχές, όπου οι σχέσεις μεταξύ των κατοίκων είναι πιο στενές σε σύγκριση με αυτές των κατοίκων αστικών κέντρων, η κηδεία αποτελεί μία μεγάλη και ιδιαίτερης βαρύτητας είδηση. Όλοι σπεύδουν να σταθούν στο πλευρό της οικογένειας για συμπαράσταση, βοηθώντας έτσι στη συναισθηματική αποφόρτιση, που είναι απαραίτητη. Από τη μία πλευρά, σαφώς και η οικογένεια βιώνει το δικό της πένθος και κανείς δεν μπορεί να το βιώσει με τον ίδιο τρόπο, αλλά η κοινωνική υποστήριξη είναι μείζονος σημασίας, καθώς και μόνο το γεγονός ότι δεν είσαι μόνος σε αυτόν το δύσκολο αγώνα που έχεις να κάνεις λειτουργεί ως κάποιο ηθικό στήριγμα.
     Ένας από τους πιο δημοφιλείς τρόπους κοινωνικής συμμετοχής στις κηδείες ανά το παγκόσμιο είναι τα μοιρολόγια. Τα μοιρολόγια φυσικά δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο, καθώς συναντώνται σε πάρα πολλές περιοχές του πλανήτη, κυρίως στις ανατολικές και αφρικανικές κουλτούρες. Οι δυτικές κοινωνίες δεν έχουν τόσο έντονα τα στοιχεία συμμετοχικής συναισθηματικής εκτόνωσης στις κηδείες, κάτι το οποίο αποτελεί επέκταση του ατομικιστικού στοιχείου που έχει κυριαρχήσει τους τελευταίους αιώνες. Το μοιρολόι, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί στα ελληνικά δεδομένα, παίζει ένα διττό ρόλο: αυτόν της συναισθηματικής εκτόνωσης, αλλά και αυτόν της πνευματικής εμβάθυνσης. Για την ακρίβεια, θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ του θρησκευτικού και του λαϊκού στοιχείου των κοινωνιών. Η ομάδα πενθεί το μέλος που χάθηκε, προσφέρει υποστήριξη στην οικογένεια, προετοιμάζει το έδαφος για την κηδεία και θέτει τα υπαρξιακά ερωτήματα που θα ακολουθήσουν.
     Αυτού του είδους τα ερωτήματα έρχεται να απαντήσει η συνήθης παρουσία των εκπροσώπων των θρησκειών σε αυτού του είδους τα σημαντικά γεγονότα. Η ανάδειξη του θρησκευτικού στοιχείου μπορεί να αποδειχτεί ιδιαίτερα καταπραϋντική για την ομάδα των πενθούντων, καθώς η θρησκεία δίνει μία πρώτη απάντηση στα ερωτήματα περί υπαιτιότητας, αναγκαιότητας και νοήματος του θανάτου, ερωτήματα που πάντα είναι αλληλένδετα με αυτά περί του νοήματος της ζωής. Η συνειδητοποίηση του κύκλου της ζωής και η αλληλένδετη σχέση της με τον κύκλο του θανάτου είναι μια πρώτη σημαντική διαπίστωση που κάνουν οι πενθούντες, στην οποία η θρησκεία αναμένεται να βοηθήσει ιδιαίτερα. Φυσικά όλα τα παραπάνω ισχύουν αποκλειστικά και μόνο για τις θρήσκες ομάδες, καθώς διαφορετικά οι ετοιμοπαράδοτες απαντήσεις των θρησκειών στα υπαρξιακά ερωτήματα μπορεί είτε -στην καλύτερη περίπτωση- να μην έχουν κανένα αποτέλεσμα είτε -στη χειρότερη των περιπτώσεων- να πληγώσουν συναισθηματικά και ηθικά τους πενθούντες.
     Αυτό το οποίο πρέπει να κρατήσουμε από το τεράστιο κεφάλαιο που λέγεται κοινωνική συμμετοχή είναι πως η έκφραση των συναισθημάτων είναι σημαντική, όπως επίσης και ο υποστηρικτικός ρόλος των φίλων και συγγενών των πενθούντων.
                         

Όταν πέσει η αυλαία


     Τέλος, δεν πρέπει να παραλείψουμε μία πολύ σημαντική παράμετρο του πένθους: τι γίνεται, όταν τελειώσουν οι επίσημες τελετές ταφής; Μπορεί τη μια στιγμή ολόκληρο το χωριό να είναι μαζεμένο στο σπίτι του εκλιπόντα, αλλά την επόμενη οι συγγενείς μένουν μόνοι τους. Πόσο καλό και πόσο κακό μπορεί να τους κάνει αυτή η απομόνωση; Σίγουρα οι στιγμές μοναξιάς είναι απαραίτητες, για να μπορέσει το άτομο να ορθοποδήσει και να φύγει από τον κύκλο του θρήνου. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να φτάσουμε στο άλλο άκρο, αυτό της κοινωνικής απομόνωσης των πενθούντων. Η υποστήριξη, εκτός το ότι συνεχίζει να βοηθάει στην άμβλυνση του πόνου, εκλαμβάνεται και ως ένδειξη σεβασμού προς το νεκρό.
     Αυτό που πρέπει να προσέξουμε μετά από μία κηδεία είναι η πορεία του πένθους. Υπάρχουν περιπτώσεις χρόνιου πένθους, όπου το άτομο συνεχίζει να πενθεί με ένα σταθερό συναισθηματικό παλμό για μεγάλα διαστήματα. Εάν προσέξουμε πως το πένθος κρατάει για περισσότερο από 6 μήνες, καλό θα ήταν να συζητήσουμε με το άτομο για το γεγονός αυτό και -εάν είναι απαραίτητο- να δει και κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, που θα τον βοηθήσει να εκφράσει τον πόνο του και να τον κάνει κτήμα του, ξεπερνώντας τον. Στο άλλο άκρο βρίσκεται το λεγόμενο καθυστερημένο πένθος. Κάποιος με καθυστερημένο πένθος μπορεί αρχικά να δείχνει ήπιες συναισθηματικές αντιδράσεις απέναντι στο θάνατο του ανθρώπου του, αλλά αργότερα -συνήθως μετά από ένα διάστημα της τάξεως των 6 μηνών έως 2 χρόνων- λαμβάνει χώρα η αναμενόμενη συναισθηματική έκρηξη του πένθους. Οι δύο παραπάνω λόγοι καθιστούν σχεδόν απαραίτητη την κοινωνική υποστήριξη των πενθούντων.
     Κλείνοντας, καλό είναι να τονίσουμε πως είναι χρήσιμο να έχουμε το νου μας στις ημερομηνίες αυξημένης “επικινδυνότητας”, όταν το άτομο δηλαδή είναι πιο ευάλωτο και πιο πιθανό να έχει συναισθηματικά ξεσπάσματα. Αυτές οι ημερομηνίες περιλαμβάνουν όλες τις επετείους, όπως είναι τα 40ήμερα, τα 3μηνα, ο χρόνος, και γενικά η ημερομηνία του θανάτου. Αυτές τις ημέρες οι πενθούντες χρειάζονται ακόμη περισσότερο την υποστήριξη και την κατανόησή μας.
     Ο θάνατος είναι μία από τις πιο δύσκολες πραγματικότητες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε στη ζωή μας. Δυστυχώς είναι -σχεδόν- αναπόφευκτο πως κάποια στιγμή θα βρεθούμε στη δύσκολη θέση του να χάσουμε ένα δικό μας άνθρωπο. Είναι καλό εκείνες τις στιγμές που δεν θα μπορούμε να σκεφτούμε νηφάλια να έχουμε γύρω μας άτομα που είναι σε θέση να το κάνουν για εμάς. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως πως οι δύσκολες καταστάσεις μάς κάνουν ακόμη δυνατότερους ως χαρακτήρες. Όλα τα δύσκολα έχουν διδάγματα που μπορούμε να πάρουμε, αρκεί να είμαστε ανοικτοί σε αυτά.

Πηγή:
file:///C:/Users/User/Desktop/%CE%9A%CE%B7%CE%B4%CE%B5%CE%AF%CE%B1%20%CE%BA%CE%B1%CE%B9%20%CE%A0%CE%AD%CE%BD%CE%B8%CE%BF%CF%82_%20%CE%91%CF%80%CF%8C%20%CF%84%CE%BF%20%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CE%BA%CF%8C%20%CF%83%CE%BF%CE%BA%20%CE%AD%CF%89%CF%82%20%CF%84%CE%B7%CE%BD%20%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CF%87%CE%AE%20_%20%CE%A8%CF%85%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B5%CE%AF%CE%BD.html






     Λορέντζος Μαβίλης (1860-1912)

                       Λήθη

                                   
        Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε 
        την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
        ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,
        μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και ν
α ’ναι.

        Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε 
        στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·
        μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
        α’ στάξει γι’ αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.


        Κι αν πιουν θολό νερό ξαναθυμούνται,
        διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι,
        πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.


        Α δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
        τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
        θέλουν μα δε βολεί να λησμονήσουν.








(πατήστε δεξιά "πλήρης οθόνη")