Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛΕΞ. _ «Τ’ ΑΚΟΥΣ ΤΑ ΤΖΙΤΖΙΚΙΑ;»

Αλήθεια, τι λένε τα τζιτζίκια στο αδιάκοπο καλοκαιρινό τζιτζίρισμά τους; Τι θα ζητούσαν από τους ανθρώπους, αν μπορούσαν να μας μιλήσουν; Τι θα ζητούσαμε εμείς οι άνθρωποι από τους άκακους θορυβώδεις τραγουδιστές του καλοκαιριού, αν γνωρίζαμε τη τζιτζικόγλωσσά τους, που μοιάζει σαν αδιάκοπη προσευχή; Σε δυο μήνες θα πεθάνουν, εκπληρώνοντας τον φυσικό προορισμό της διαιώνισης. Μήπως κι η δική μας ζωή δεν είναι άρρηκτα δεμένη με τους νόμους της φύσης και το πέρασμά μας απ’ αυτή πολύ σύντομο; Ποιος ο σκοπός, το δικό μας τραγούδι;

 

    Μιχαλόπουλος Αλέξανδρος

    Τ’ ἀκοῦς τά τζιτζίκια;

                                                                           Ἄν δέν λαλήσει τζίτζικας,

                                                                           δεν ἔρχεται καλοκαίρι.

                                                                                              (Παροιμία)

     Τ’ ἀκοῦς;

     Τ’ ἀκοῦς τά τζιτζίκια;

     Τ’ ἀκοῦς πῶς τρίβουν τά μπροστινά τους πόδια;

     Χειροκροτοῦν τάχα τό καλοκαίρι

     μέ τό δικό τους τρόπο

     τό τζιτζικίστικο;

     μήπως παίζουν κάποιο σκοπό ὅλα μαζί

     μέ τίς δικές τους νότες

     τίς τζιτζικίστικες;

 

     Τ’ ἀκοῦς;

     Τ’ ἀκοῦς μέσα στή μεσημεριανή ἡρεμία;

     Θέλουν ἁπλά νά σπάσουν τή σιωπή

     μέ τά δικά τους λόγια

     τά τζιτζικόλογα;

     μήπως θέλουν κάτι νά μᾶς ποῦν

     μέ τή δικιά τους γλῶσσα

     τή τζιτζικόγλωσσα;

 

     Τ’ ἀκοῦς;

     Πές μου τ’ ἀκοῦς;

     Τ’ ἀκοῦς πάνω ἀπ’ τά ψηλά κλωνάρια πῶς γελοῦν;

     Χαίρονται τό φῶς τοῦ ἥλιου τό ζεστό

     μέ τό δικό τους τρόπο

     τό τζιτζικότροπο;

     μήπως κλαῖνε καί πονοῦν γιά μᾶς

     μέ τή δικιά τους ἔγνοια

     τή τζιτζικόεννοια;

 

     Ἄχ! Τζιτζίκι μου. Τζιτζίκια μου ἐσεῖς,

     ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἐμεῖς

     τήν προσευχή σας ἔχουμε

     ἄχ! ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη.

     Ἄχ! Τζιτζίκια μου, προσευχηθεῖτε γιά μᾶς.

 

     Μ’ ἀκοῦς;

     Ἄχ! ἄνθρωπε μ’ ἀκοῦς;

     Μ’ ἀκοῦς πῶς τρίβω τά μπροστινά μου πόδια;

     Χειροκροτῶ τό καλοκαίρι

     μέ τό δικό μου τρόπο

     τό τζιτζικίστικο.

     Καί παίζω κάποιο σκοπό μέ τ’ ἀδέλφια μου μαζί

     μέ τίς δικές μας νότες

     τις τζιτζικίστικες.


     Μ’ ἀκοῦς;

     Μ’ ἀκοῦς μέσα στή μεσημεριάτικη ἡρεμία;

     Θέλω νά σπάσω τή σιωπή

     μέ τή δικιά μου γλώσσα  

     τή τζιτζικόγλωσσα.

     Καί θέλω κάτι νά σοῦ πῶ

     μέ τά δικά μου λόγια

     τά τζιτζικόλογα.

 

     Μ’ ἀκοῦς;

     Πές μου μ’ ἀκοῦς;

     Μ’ ἀκοῦς πάνω ἀπ’ τά ψηλά κλωνάρια πῶς γελῶ;

     Χαίρομαι τό φῶς τοῦ ἥλιου τό ζεστό

     μέ τό δικό μου τρόπο

     τό τζιτζικότροπο.

     Καί κλαίω καί πονῶ γιά σᾶς

     μέ τά δικά μου δάκρυα

     τά τζιτζικοδάκρυα.

 

     Ἄχ! ἄνθρωπε.  Ἄχ! ἄνθρωποι ἐσεῖς,

     ἐμεῖς οι τζίτζικες, ἐμεῖς

     τήν προσευχή σας θέλουμε.

     Ναί! Θέλουμε νά θυμηθεῖτε πάλι…

                                                           ...τόν Παράδεισο

 



                                                                                                       «Τά τζιτζίκια, τά μυρμήγκια

                                                                                                         τά χιλιάδες χρόνια

                                                                                                         μᾶς παρατηροῦν.

                                                                                                         Ἀκοῦνε τί λέμε.»

                                                                                                                               (Ἰνδιάνικο ποίημα)

 

Σημειώσεις:

1. Το παραπάνω ποίημα, με τίτλο «Τ’ ακούς τα τζιτζίκια», είναι από το βιβλίο του π. Μιχαλόπουλου Αλέξανδρου «Ὁ Παράδεισος εἶναι ἐδῶ», με επιμέλεια της Μαριάννας Φιλήντα, θαυμάσια σκίτσα της Κυριακής Φαρμάκη, εκτύπωση από την "Εκτυπωτική Αξιών",  Αθήνα 2015, σσ. 66-68, ISBN: 978 960-93-7642-9.

 

2. Ο π. Αλέξανδρος Μιχαλόπουλος είναι ιερέας στον Ι. Ν. Αγίου Ανδρέα Πατησίων και συγγραφέας τριών βιβλίων. Τον συναντήσαμε ένα πρωινό Σαββάτου να καθαρίζει μαζί με εθελοντές το ναό, που τον έχει εικονογραφήσει ο μεγάλος ζωγράφος και λογοτέχνης μας Φώτης Κόντογλου. Όπως μας ανέφερε ο πατήρ Αλέξανδρος, αυτή την εργασία την κάνουν κάθε Σάββατο. Είναι ένας νέος, ευγενικός και δραστήριος άνθρωπος, που τον απασχολούν τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου, κάτι που διαπιστώσαμε διαβάζοντας τα βιβλία του. Ο ίδιος μας έδωσε την άδεια να συμπεριλάβουμε το παραπάνω ποίημά του στην ανθολογία μας με θέμα το τζιτζίκι και να το αναρτήσουμε στο Paleochori-lesvos.blogspot.gr. Τον ευχαριστούμε πολύ…