Σχέδιο Νόµου
«Οριοθέτηση, διαχείριση και προστασία αιγιαλού και παραλίας»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Ορισµοί και γενικές διατάξεις
Άρθρο 1
Ορισµοί
Για τις ανάγκες του παρόντος νόµου οι
παρακάτω όροι έχουν την αντίστοιχη έννοια:
1. «Αιγιαλός» είναι η ζώνη
της ξηράς, η οποία βρέχεται από τις µεγαλύτερες πλην συνήθεις αναβάσεις των
κυµάτων της θάλασσας. Για τις ανάγκες του νόµου αυτού, ως θάλασσα νοείται και η
λιµνοθάλασσα, ήτοι µεγάλη έκταση από λιµνάζοντα νερά, που βρίσκεται κοντά στη
θάλασσα και επικοινωνεί µε αυτή.
2. «Παραλία» είναι η ζώνη της
ξηράς, η οποία προστίθεται στον αιγιαλό σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος
νόµου, όταν είναι αναγκαία για την επικοινωνία της ξηράς µε τη θάλασσα και
αντίστροφα.
3. «Παλαιός αιγιαλός» είναι η
έκταση ξηράς, η οποία προκύπτει από τη µετατόπιση της γραµµής του αιγιαλού προς
τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικές προσχώσεις ή τεχνικά έργα και προσδιορίζεται
από τη νέα γραµµή αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάµενου αιγιαλού.
4. «Όχθη» των ποταµών και των
λιµνών της παρ. 2 του άρθρου 2 είναι η ζώνη ξηράς που τους περιστοιχίζει και
βρέχεται από τις µεγαλύτερες πλην συνήθεις αναβάσεις των υδάτων τους.
5. «Παρόχθια ζώνη» των λιµνών
και των ποταµών της παρ. 2 του άρθρου 2 είναι η ζώνη ξηράς που προστίθεται στην
όχθη, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος νόµου, για την επικοινωνία της
ξηράς µε τη λίµνη ή τον ποταµό και αντίστροφα.
6. «Παλαιά όχθη» των λιµνών
και των ποταµών της παρ. 2 του άρθρου 2 είναι η έκταση της ξηράς, η οποία
προκύπτει από τη µετατόπιση της οριογραµµής της όχθης προς τη λίµνη και τον
ποταµό αντίστοιχα.
7. «Επιτροπή» είναι το
συλλογικό όργανο που συγκροτείται κατά το άρθρο 4 και έχει την αρµοδιότητα της
χάραξης των οριογραµµών του αιγιαλού, όταν συντρέχει η περίπτωση της παρ. 7 του
άρθρου 3, της παραλίας, του παλαιού αιγιαλού, της όχθης, της παρόχθιας ζώνης
και της παλαιάς όχθης, καθώς και για την επαναχάραξη του αιγιαλού και της
παραλίας κατά το άρθρο 8.
8. «Απλή χρήση» αιγιαλού και
κοινόχρηστης παραλίας είναι κάθε χρήση, η οποία δεν παραβιάζει τον προορισµό
του ως κοινόχρηστου πράγµατος και δεν επιφέρει αλλοίωση στη φυσική µορφολογία
του και τα βιοτικά στοιχεία του.
9. «Λιµένας» είναι ζώνη ξηράς
και θάλασσας µαζί µε έργα και εξοπλισµό, που επιτρέπουν κυρίως την υποδοχή κάθε
είδους πλωτών µέσων και σκαφών αναψυχής, τη φορτοεκφόρτωση, αποθήκευση,
παραλαβή και προώθηση των φορτίων τους, την εξυπηρέτηση επιβατών και οχηµάτων
και την ανάπτυξη επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων, που συνδέονται άµεσα ή έµµεσα
µε τις θαλάσσιες µεταφορές.
10. «Φορέας διοίκησης και
εκµετάλλευσης λιµένα» είναι κάθε δηµόσιος φορέας ή φορέας της Αυτοδιοίκησης
ή µικτός φορέας που έχει, κατά νόµο, την ευθύνη της διοίκησης και της
εκµετάλλευσης λιµένα.
Άρθρο 2
Κυριότητα και προορισµός
αιγιαλού, παραλίας,
παλαιού αιγιαλού,
όχθης, παρόχθιας ζώνης και παλαιάς όχθης.
1. Ο αιγιαλός και η όχθη των λιµνών και ποταµών της παραγράφου 2 είναι
πράγµατα κοινής χρήσης και ανήκουν κατά
κυριότητα στο ∆ηµόσιο, το οποίο έχει υποχρέωση να τα προστατεύει και να τα
διαχειρίζεται σύµφωνα µε τις αρχές της αειφορίας και του χωροταξικού
σχεδιασµού. Η παραλία και η παρόχθια ζώνη των λιµνών και ποταµών της παρ. 2
αποτελούν, µετά τη συντέλεση της σχετικής απαλλοτρίωσης ή την κατά οποιονδήποτε
τρόπο περιέλευσή τους στην κοινή χρήση πράγµατα κοινόχρηστα που ανήκουν κατά
κυριότητα στο ∆ηµόσιο, το οποίο έχει τις υποχρεώσεις του προηγούµενου εδαφίου.
2. Όχθη και παρόχθια ζώνη κατά την έννοια των διατάξεων του παρόντος
νόµου διαθέτουν:
α) Οι λίµνες Αµβρακία, Βεγορίτιδα, Βιστονίδα, Βόλβη, ∆οϊράνη, Καστοριάς,
Κερκίνη, Κορώνεια, Λυσιµαχία, Μεγάλη και Μικρή Πρέσπα, Οζερού, Παµβώτιδα,
Παραλίµνη, Πετρών, Τριχωνίδα, Υλίκη και Χειµαδίτιδα και τα νησιά που υπάρχουν
σ΄ αυτές,
β) οι τεχνητές λίµνες Αλιάκµονα, Καστρακίου, Κρεµαστών, Λάδωνα,
Μαραθώνα, Μόρνου, Πηνειού, Πουρναρίου και Ταυρωπού,
γ) οι ποταµοί Αλιάκµονας, Πηνειός, Αχελώος, Νέστος, Στρυµώνας, Αλφειός,
Άραχθος, Αξιός, Σπερχειός, Λουδίας, Λάδωνας, Αώος, Ερύµανθος, Εύηνος, Ταυρωπός,
Αχέροντας και Γαλλικός.
3. Κύριος προορισµός των κοινοχρήστων πραγµάτων της παραγράφου 1 είναι η
ελεύθερη και ακώλυτη επικοινωνία της ξηράς µε τη θάλασσα, τον ποταµό ή τη
λίµνη. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών και του κατά περίπτωση
αρµόδιου Υπουργού ή µε πράξη άλλης αρχής που εκδίδεται σύµφωνα µε ειδικές
διατάξεις επιτρέπεται η εξαίρεση τµηµάτων τους από την κοινή χρήση, για την
εξυπηρέτηση επιτακτικού δηµοσίου συµφέροντος που αφορά την εθνική άµυνα και
δηµόσια ασφάλεια, την υγεία και την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού
περιβάλλοντος ή όταν απορρέει σχετική υποχρέωση από διεθνείς συµβάσεις.
Επιτρέπεται επίσης η παραχώρηση των
πραγµάτων αυτών κατά χρήση, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 11, 12 και 13.
4. Ο παλαιός αιγιαλός και η παλαιά όχθη ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία
του ∆ηµοσίου και καταγράφονται ως δηµόσια κτήµατα.
5. Για την προστασία του οικοσυστήµατος των ζωνών και των εκτάσεων του
άρθρου 1 ισχύουν οι κείµενες διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆ΕΥΤΕΡΟ
∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΩΝ
Άρθρο 3
Οριοθέτηση του αιγιαλού
1. Η οριογραµµή του αιγιαλού χαράσσεται µε κόκκινο χρώµα στους έγχρωµους
ορθοφωτοχάρτες ακριβείας µε υψοµετρική πληροφορία, κλίµακας τουλάχιστον 1:1000
και 3 φωτοληψίας ετών 2008-2009, που απεικονίζουν παράκτια ζώνη εύρους
τουλάχιστον 300 µέτρων από την ακτογραµµή (εφεξής «υπόβαθρα»). Τα υπόβαθρα
παρήχθησαν για την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», δυνάµει του έργου µε τίτλο
«Παραγωγή Ψηφιακών Ορθοφωτοχαρτών και ψηφιακών µοντέλων εδάφους (DTM) για χάραξη
αιγιαλού», είναι εξαρτηµένα από το Ελληνικό Γαιωδαιτικό Σύστηµα Αναφοράς 1987
και φέρουν χαραγµένη επ’ αυτών «προκαταρκτική οριογραµµή αιγιαλού», βάσει
φωτοερµηνείας.
2. Κριτήρια για την χάραξη της προκαταρκτικής οριογραµµής αιγιαλού
αποτέλεσαν οι φυσικές ενδείξεις εδάφους και λοιποί παράγοντες, ήτοι το όριο
βλάστησης, το ίχνος ανάβασης των κυµάτων, η στέψη του πρανούς, η στέψη του
κρηπιδώµατος τεχνικού έργου, η γραµµή δόµησης και η διαµορφωµένη κατάσταση σε
αραιοδοµηµένη περιοχή. Ως αιγιαλός λογίζονται και τα απόκρηµνα πρανή που
καταλήγουν στη θάλασσα µέχρι τη στέψη τους, όταν δεν καλύπτονται από αυτοφυή
βλάστηση.
3. Μετά την παραλαβή τους από την αρµόδια ∆ιεύθυνση του Υπουργείου
Οικονοµικών και τη σύνταξη τεχνικής έκθεσης για τις προδιαγραφές και τα
κριτήρια που εφαρµόστηκαν κατά την χάραξη της οριογραµµής του αιγιαλού, τα
υπόβαθρα µε την επ’ αυτών προκαταρκτική γραµµή αιγιαλού και το ψηφιακό µοντέλο
εδάφους διαβιβάζονται στις αρµόδιες κατά τόπο Κτηµατικές Υπηρεσίες, οι οποίες
υποχρεούνται, µέσα σε προθεσµία έξι (6) µηνών από τη λήψη τους,
αα) να διαγράψουν την προκαταρκτική
γραµµή αιγιαλού, στις περιοχές που υφίσταται εγκεκριµένη παλαιότερα οριογραµµή
αιγιαλού και
ββ) να ελέγξουν την υπόλοιπη
προκαταρκτική οριογραµµή και να υποβάλουν πρόταση για την τελική οριογραµµή σε
περιπτώσεις εµφανώς εσφαλµένης προκαταρκτικής οριογραµµής και για να
αντιµετωπισθούν ασυνέχειες µεταξύ της ήδη εγκεκριµένης και της προκαταρκτικής
οριογραµµής.
Η άπρακτη παρέλευση της προθεσµίας
θεωρείται ως συναίνεση της Κτηµατικής Υπηρεσίας στη προκαταρκτική οριογραµµή.
4. Οι προτάσεις των Κτηµατικών Υπηρεσιών υποβάλλονται στις κατά τόπο
αρµόδιες Επιτροπές του άρθρου 4, οι οποίες γνωµοδοτούν για την αποδοχή τους, το
αργότερο εντός δύο µηνών από την παραλαβή των στοιχείων της προηγούµενης
παραγράφου. Τα υπόβαθρα µε την προκαταρκτική οριογραµµή, η τεχνική έκθεση και
οι γνωµοδοτήσεις των Επιτροπών συγκεντρώνονται και αποστέλλονται από την
αρµόδια ∆ιεύθυνση του Υπουργείου Οικονοµικών στους αρµόδιους κατά τόπο Γενικούς
Γραµµατείς των Αποκεντρωµένων ∆ιοικήσεων, για την έκδοση απόφασης επικύρωσης
της οριογραµµής αιγιαλού στην περιφέρεια της αρµοδιότητάς τους. Η απόφαση
επικύρωσης µε µνεία της ιστοσελίδας στην οποία αναρτώνται τα συνοδευτικά της
στοιχεία κατά την παράγραφο 5 δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης και
επέχει θέση µεταγραφής στα βιβλία µεταγραφών.
5. Οι αποφάσεις επικύρωσης η τεχνική έκθεση και τα υπόβαθρα αναρτώνται
µόνιµα στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονοµικών για ενηµέρωση του κοινού.
Σχετική ανακοίνωση για την ανάρτηση δηµοσιεύεται σε δύο εφηµερίδες πανελλήνιας
κυκλοφορίας και τοιχοκολλάται στους χώρους ανακοινώσεων των Αποκεντρωµένων
∆ιοικήσεων, των Περιφερειών και των παράκτιων ∆ήµων. Αν εξαιρεθούν από την
ανάρτηση, για λόγους εθνικής ασφάλειας, συγκεκριµένα υπόβαθρα, οι
ενδιαφερόµενοι µπορούν να λαµβάνουν γνώση της οριογραµµής από την αρµόδια
Κτηµατική Υπηρεσία. Μνεία για την εξαίρεση υποβάθρων από την ανάρτηση γίνεται
στην απόφαση επικύρωσης της οριογραµµής και στην ανακοίνωση της ανάρτησης.
6. Με την τήρηση των όρων δηµοσιότητας των παραγράφων 4 και 5
ολοκληρώνεται η διαδικασία οριοθέτησης του αιγιαλού και συνάγεται τεκµήριο ότι
οι ενδιαφερόµενοι έλαβαν γνώση σχετικά µε την χάραξη και την ακριβή θέση της
οριογραµµής του αιγιαλού, µετά την πάροδο τριών (3) µηνών από την ανάρτηση στην
ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονοµικών. Επουσιώδεις πληµµέλειες των διαδικασιών
δηµοσιότητας δεν επηρεάζουν το κύρος της 4 διαδικασίας οριοθέτησης του
αιγιαλού. Για την επικύρωση της οριογραµµής ενηµερώνεται η εταιρεία
ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ. Οι έχοντες έννοµο συµφέρον µπορούν να ζητήσουν τον
επανακαθορισµό του αιγιαλού κατά τις διατάξεις του άρθρου 8.
7. Στις περιπτώσεις που δεν επιτρέπεται, για λόγους εθνικής ασφάλειας, η
ανάρτηση υποβάθρων ή όταν δεν περιλαµβάνονται τµήµατα της ακτογραµµής σε
υπόβαθρα, η οριογραµµή αιγιαλού χαράσσεται από την Επιτροπή, µε βάση τα
κριτήρια της παραγράφου 2, επί κτηµατογραφικού υψοµετρικού διαγράµµατος
κλίµακας τουλάχιστον 1:1000, εξαρτηµένου από το Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστηµα
Αναφοράς 1987, στο οποίο αποτυπώνονται τα όρια των ιδιοκτησιών και αναγράφονται
οι εικαζόµενοι ιδιοκτήτες. Το διάγραµµα περιλαµβάνει µήκος ακτής τουλάχιστον
πεντακοσίων (500) µέτρων ή και µεγαλύτερο αν το τµήµα που αποµένει µέχρι το
επόµενο καθορισµένο τµήµα δεν υπερβαίνει τα διακόσια (200) µέτρα. Όταν το
διάγραµµα συντάσσεται από ιδιώτη, θεωρείται από µηχανικό της Κτηµατικής
Υπηρεσίας ή της οικείας Περιφέρειας, αν στην Κτηµατική Υπηρεσία δεν υπηρετεί
µηχανικός. Η έκθεση της Επιτροπής και το διάγραµµα καθορισµού της οριογραµµής
του αιγιαλού επικυρώνονται µε απόφαση του Γ.Γ.Αποκ/νης ∆ιοίκησης, που
δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης και αποστέλλονται για ενηµέρωση στην
εταιρεία ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ. ή στο οικείο Υποθηκοφυλακείο κατά περίπτωση.
8. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας οριοθέτησης απαλλοτριώνονται υπέρ
του δηµοσίου εµπράγµατα δικαιώµατα ιδιωτών σε ακίνητα που περιλαµβάνονται στη
ζώνη αιγιαλού, εφαρµοζοµένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 6.
Για την κήρυξη και συντέλεση της απαλλοτρίωσης εφαρµόζονται αναλόγως οι
διατάξεις των παρ. 6 και 7 του άρθρου 5.
Άρθρο 4
Επιτροπή καθορισµού οριογραµµών
1. Με απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης
συγκροτείται σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα της αρµοδιότητάς του Επιτροπή,
αποτελούµενη από:
α) Τον προϊστάµενο της αρµόδιας Κτηµατικής Υπηρεσίας, ως πρόεδρο.
β) Ένα υπάλληλο της Κτηµατικής Υπηρεσίας µε ειδικότητα τοπογράφου ή
πολιτικού µηχανικού ή τεχνολόγου τοπογράφου µηχανικού ή υπάλληλο άλλης
υπηρεσίας του ∆ηµοσίου ή Ο.Τ.Α. µε ανάλογη ειδικότητα, αν η Κτηµατική Υπηρεσία
δεν διαθέτει υπάλληλο µε τα παραπάνω προσόντα.
γ) Έναν εκπρόσωπο της αρµόδιας Λιµενικής Αρχής, που ορίζεται µε έγγραφη
πράξη του Προϊσταµένου της.
δ) Τον προϊστάµενο της υπηρεσίας ∆όµησης του ∆ήµου στον οποίο αφορά ο
καθορισµός.
ε) Ένα γεωλόγο που υπηρετεί στην οικεία Περιφέρεια ή, αν δεν υπάρχει,
µηχανικό συγγενούς ειδικότητας.
Με την απόφαση συγκρότησης ορίζονται
ισάριθµα µέλη ως αναπληρωτές, µε τα ίδια προσόντα, πλην των υπό α) και δ) µελών
που αναπληρώνονται από τους νόµιµους αναπληρωτές τους. Γραµµατέας της Επιτροπής
ορίζεται υπάλληλος της Κτηµατικής Υπηρεσίας.
2. Η θητεία της Επιτροπής είναι τριετής. Μετά τη λήξη της θητείας, η
Επιτροπή συνεδριάζει έγκυρα µέχρι τον ορισµό νέας, για χρόνο όχι µεγαλύτερο των
έξι (6) µηνών. Η Επιτροπή µπορεί να λειτουργήσει, όχι πέρα από ένα εξάµηνο, αν
κάποια από τα µέλη της εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή χάσουν
την ιδιότητα βάσει της οποίας ορίστηκαν, εφόσον κατά τις συνεδριάσεις της τα
λοιπά µέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει απαρτία.
3. Η Επιτροπή συνεδριάζει µε πρόσκληση του Προέδρου, όταν απαιτείται.
4. Στην έδρα κάθε Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης συγκροτείται, µε απόφαση του
Υπουργού Οικονοµικών, ∆ευτεροβάθµια Επιτροπή Ελέγχου της οριοθέτησης παλαιού
αιγιαλού, µε τις αρµοδιότητες που περιγράφονται στο άρθρο 7.
Άρθρο 5
Οριοθέτηση παραλίας – Συνέπειες – Περιορισµοί
1. Όταν απαιτείται η προσθήκη ζώνης ξηράς στον αιγιαλό για την
εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς µε τη θάλασσα και αντίστροφα,
δηµιουργείται ζώνη παραλίας µε χάραξη οριογραµµής κίτρινου χρώµατος. Η ζώνη
παραλίας δεν µπορεί να υπερβαίνει σε πλάτος τα πενήντα (50) µέτρα.
2. Η οριογραµµή παραλίας χαράσσεται από την Επιτροπή στα υπόβαθρα της
παρ. 1 του άρθρου 3, αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση ενδιαφερόµενου και σε
µήκος τουλάχιστον χιλίων (1000) µέτρων ή και περισσότερο αν το τµήµα που
αποµένει µέχρι την επόµενη εγκεκριµένη οριογραµµή δεν υπερβαίνει τα διακόσια
(200) µέτρα. Σε ιδιωτικά νησιά δηµιουργείται ζώνη παραλίας ύστερα από αίτηµα
του ιδιοκτήτη.
3. Η ζώνη παραλίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει την ρυµοτοµική γραµµή
εγκεκριµένου σχεδίου πόλης ή τη διαµορφωµένη γραµµή δόµησης, όπως
προσδιορίζεται από τη ∆ιεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασµού της
οικείας Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης, σε περιπτώσεις οικισµών παραδοσιακών ή
υφισταµένων πριν το έτος 1923 και χωρίς εγκεκριµένο ρυµοτοµικό σχέδιο ή εχόντων
πληθυσµό κάτω από 2.000 κατοίκους.
4. Κατά την έγκριση ή επέκταση σχεδίων πόλεων, η γραµµή δόµησης δεν
επιτρέπεται να εισέρχεται σε ζώνη παραλίας, µε την επιφύλαξη περιπτώσεων
παραδοσιακών οικισµών ή διατηρητέων κτισµάτων και κατασκευών. Κτίσµατα ή
κατασκευές κηρυγµένα ως διατηρητέα
σε περιοχές εκτός σχεδίου πόλεως εξαιρούνται από τη ζώνη παραλίας.
5. Αιτήµατα χάραξης οριογραµµής παραλίας εισάγονται από την Κτηµατική Υπηρεσία στην Επιτροπή χωρίς
καθυστέρηση και η σχετική έκθεση συντάσσεται το αργότερο σε δύο µήνες από την
υποβολή τους. Η έκθεση περιέχει ειδική αιτιολογία για την ανάγκη καθορισµού
ζώνης παραλίας, µε κριτήριο την εξυπηρέτηση της ελεύθερης επικοινωνίας των
πολιτών µε την θάλασσα από την υφιστάµενη ζώνη του αιγιαλού ή άλλα ακίνητα
κοινής χρήσης, όπως ιδίως διαµορφωµένες παράκτιες οδούς και εγκρίνεται µε
απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης. Η απόφαση δηµοσιεύεται
στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης, αναρτάται στην ιστοσελίδα της παρ. 5 του άρθρου
3 και τοιχοκολλάται ανακοίνωση στο κατάστηµα συνεδριάσεων του οικείου ∆ήµου και
του συµβουλίου της δηµοτικής ή τοπικής κοινότητας, για τρεις (3) τουλάχιστον
µήνες.
6. Η απόφαση έγκρισης ισχύει ως κήρυξη απαλλοτρίωσης των ακινήτων που
περιλαµβάνονται στη ζώνη παραλίας, για δηµόσια ωφέλεια, υπέρ και µε δαπάνη του
∆ήµου, όταν η ζώνη παραλίας εφάπτεται σε εγκεκριµένο σχέδιο πόλης και του
∆ηµοσίου σε κάθε άλλη περίπτωση. Ακίνητα νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου
(Ν.Π.∆.∆.) που προέρχονται από δωρεάν παραχώρηση του κράτους και
καταλαµβάνονται από τη ζώνη παραλίας περιέρχονται στην κοινή χρήση χωρίς αντάλλαγµα,
µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών. Η δηµοσίευση της απόφασης έγκρισης συνιστά
τεκµήριο γνώσης της κήρυξης για τους ιδιοκτήτες των θιγοµένων ακινήτων οι
οποίοι οφείλουν να απέχουν, για µια τριετία, της κατασκευής, βελτίωσης, δενδροφύτευσης
ή άλλης τυχόν προσθήκης στα ακίνητα. Αύξηση της αξίας των ακινήτων από τις πιο
πάνω ενέργειες δεν αποζηµιώνεται.
7. Στα απαλλοτριούµενα ακίνητα εφαρµόζονται ανάλογα οι διατάξεις του
άρθρου 1 του Ν. 653/1977 (Α΄214), όπως ισχύει. Η Πράξη Αναλογισµού της αποζηµίωσης
των θιγοµένων ιδιοκτησιών συντάσσεται από την Υπηρεσία ∆όµησης του οικείου
∆ήµου, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 32 και επ. του Ν.∆. της 17/7/23 (ΦΕΚ
228 Α). Για τη διαδικασία απαλλοτρίωσης εφαρµόζονται ανάλογα οι διατάξεις των
απαλλοτριώσεων λόγω ρυµοτοµίας.
8. Ακίνητα που εµπίπτουν στη ζώνη παραλίας και χάνουν την αρτιότητά τους
λόγω εµβαδού, εξαιτίας του τµήµατος που αποκόπτεται, θεωρούνται κατά παρέκκλιση
άρτια αν το εµβαδό του αποµένοντος υπερβαίνει το ογδόντα τοις εκατό (80%) του
απαιτούµενου από το νόµο. Χαράξεις παραλιών που έχουν διενεργηθεί πριν τη
δηµοσίευση του παρόντος νόµου και για τις οποίες δεν έχουν συντελεστεί οι
σχετικές απαλλοτριώσεις, καταλαµβάνονται από την παρούσα διάταξη.
9. ∆ιαδικασία καθορισµού ζώνης παραλίας για την οποία δεν έχει
συντελεστεί συντελεστεί η σχετική απαλλοτρίωση, µπορεί να ανακαλείται και να
επαναλαµβάνεται κατά τις διατάξεις του παρόντος µετά από αίτηµα ενδιαφερόµενου.
Άρθρο 6
Υποχρεωτική χάραξη παραλίας
1. Πριν από την έγκριση ή επέκταση σχεδίου πόλης ή την εκποίηση ή
παραχώρηση δηµόσιου κτήµατος ή την εκτέλεση λιµενικών, βιοµηχανικών,
τουριστικών και συγκοινωνιακών έργων ή την έκδοση άδειας για εκτέλεση
οικοδοµικών εργασιών σε ακίνητα που
απέχουν µέχρι πενήντα (50) µέτρα από την οριογραµµή του αιγιαλού,
απαιτείται, µε ποινή ακυρότητας των σχετικών διοικητικών πράξεων, να κρίνει η
Επιτροπή επί της ανάγκης καθορισµού ζώνης παραλίας.
∆εν υφίσταται η υποχρέωση αυτή στις περιπτώσεις
α) εκµίσθωσης ή παραχώρησης θάλασσας ή λιµνοθάλασσας ή τµηµάτων τους µε
σκοπό την αλιευτική εκµετάλλευση, όταν δεν προβλέπεται η κατασκευή µονίµων
κτισµάτων,
β) τοποθέτησης υπογείων αγωγών δικτύων ή
γ) ύπαρξης ειδικών διατάξεων που προβλέπουν την έλλειψη τέτοιας
υποχρέωσης. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται άδεια της αρµόδιας αρχής, αν τµήµατα
του αιγιαλού και της παραλίας έχουν εξαιρεθεί από την κοινή χρήση, σύµφωνα µε
την παρ. 3 του άρθρου 2.
2. Όταν απαιτείται από το νόµο η έκδοση άδειας για την εκτέλεση εργασιών
κατασκευής λιµενικών, βιοµηχανικών και τουριστικών ή ιδιωτικών εν γένει έργων,
η απόφαση για τη δηµιουργία ζώνης παραλίας εκδίδεται σε προθεσµία δύο (2) µηνών
από την κατάθεση της αίτησης. Αν η προθεσµία παρέλθει άπρακτη τεκµαίρεται η
ύπαρξη ζώνης παραλίας πλάτους δέκα (10) µέτρων, εκδίδεται περί τούτου
διαπιστωτική πράξη του αρµόδιου Γ.Γ.Α.∆ιοίκησης µέσα σε ένα (1) µήνα και
ενηµερώνονται σχετικώς τα αναρτηµένα κατά την παρ. 5 του άρθρου 3 υπόβαθρα. Αν
παρέλθει η προθεσµία έκδοσης της πράξης, η διοίκηση υποχρεούται να εκδώσει την
άδεια µε βάση το τεκµαιρόµενο εύρος της ζώνης παραλίας.
3. Όταν απαιτείται, για την κατασκευή έργου, η περιέλευση της παραλίας
στην κοινή χρήση, ο ιδιοκτήτης του θιγόµενου ακινήτου µπορεί να αφήσει σε κοινή
χρήση το τµήµα του ακινήτου που καταλαµβάνεται από τη ζώνη παραλίας, µε
συµβολαιογραφική πράξη που µεταγράφεται αρµοδίως.
Άρθρο 7
Οριοθέτηση του παλαιού αιγιαλού
Προβολή ιδιωτικών δικαιωµάτων
1. Οι παλαιοί αιγιαλοί οριοθετούνται από την Επιτροπή της παραγράφου 1
του άρθρου 4, µε γραµµή γαλάζιου χρώµατος στα υπόβαθρα της παρ. 1 του άρθρου 3,
ύστερα από εισήγηση της οικείας Κτηµατικής Υπηρεσίας. Τα υπόβαθρα µε την
οριοθετηµένη από την Επιτροπή γραµµή του παλαιού αιγιαλού, συνοδευόµενα από τη
σχετική τεχνική έκθεση, δηµοσιεύονται σύµφωνα µε τον τρόπο που ορίζεται στο
πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του παρόντος. Εντός ενός µηνός από
τη δηµοσίευση, όποιος διαθέτει έννοµο συµφέρον µπορεί να προσβάλει την απόφαση
της Επιτροπής της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ενώπιον της ∆ευτεροβάθµιας
Επιτροπής Ελέγχου, της παραγράφου 4 του άρθρου 4, καταβάλλοντας παράβολο δύο
χιλιάδων ευρώ, το ήµισυ του οποίου επιστρέφεται στον αιτούντα, αν γίνουν δεκτές
οι απόψεις του. Η απόφαση της ∆ευτεροβάθµιας Επιτροπής Ελέγχου αποστέλλεται στον
αρµόδιο κατά τόπο Γενικό Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης, για την έκδοση
απόφασης επικύρωσης της οριογραµµής του παλαιού αιγιαλού στην περιφέρεια της
αρµοδιότητάς τους. Η απόφαση επικύρωσης µε µνεία της ιστοσελίδας στην οποία
αναρτώνται τα συνοδευτικά της στοιχεία κατά την παράγραφο 5 του άρθρου 3
δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης και επέχει θέση µεταγραφής στα
βιβλία µεταγραφών.
2. Σε περίπτωση δηµιουργίας ζώνης παραλίας σύµφωνα µε τη διάταξη της
παρ. 2 του άρθρου 6, ελέγχεται από την Κτηµατική Υπηρεσία, µε βάση πρόσφορα
στοιχεία, η τυχόν ύπαρξη µη καταγεγραµµένου παλαιού αιγιαλού. Αν πιθανολογείται
η ύπαρξή του ενηµερώνονται χωρίς καθυστέρηση και πάντως µέσα στην προθεσµία του
πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 6 ο αιτών και η αρµόδια για την
έκδοση της άδειας υπηρεσία και υποβάλλεται εισήγηση κατεπειγόντως για χάραξη
του παλαιού αιγιαλού. Εάν δεν χαραχτεί η οριογραµµή µέσα σε τρεις (3) µήνες από
τη λήξη της προθεσµίας του προηγούµενου εδαφίου, η διοίκηση εκδίδει υποχρεωτικά
την ζητούµενη άδεια. Η πάροδος της προθεσµίας και η έκδοση άδειας δεν αποτελούν
τεκµήριο για την ανυπαρξία παλαιού αιγιαλού.
3. Η τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 8 του Α.Ν. 1539/1938 (Α΄488) δεν
είναι υποχρεωτική για την προβολή ιδιωτικών δικαιωµάτων σε ακίνητα που έχουν
χαρακτηρισθεί ως παλαιοί αιγιαλοί.
4. Μετά την έκδοση αµετάκλητης δικαστικής ή οριστικής διοικητικής
απόφασης για την κυριότητα επί του παλαιού αιγιαλού, διορθώνονται από την
Κτηµατική Υπηρεσία τα αναρτηµένα κατά την παρ. 5 του άρθρου 3 υπόβαθρα και
τίθεται η ένδειξη «Οριστική Αναγνώριση», µε πράσινο χρώµα.
5. Μετά την παρέλευση δέκα (10) ετών από την ενηµέρωση του Κτηµατολογίου
και την ανάρτηση στην ιστοσελίδα των στοιχείων αναγνώρισης του ∆ηµοσίου ως
κυρίου, αποσβήνεται έναντι του ∆ηµοσίου κάθε δικαίωµα επί των τµηµάτων του
παλαιού αιγιαλού, τα οποία φέρουν την ένδειξη «∆ηµόσιο Κτήµα» και τον αριθµό
καταγραφής τους. Η προθεσµία παρεκτείνεται κατά δύο (2) έτη όταν ο
ενδιαφερόµενος είναι κάτοικος εξωτερικού.
6. Ακίνητα καταγεγραµµένα ως παλαιοί αιγιαλοί, που δεν είναι άρτια και
οικοδοµήσιµα λόγω σχήµατος ή διαστάσεων, µπορεί να µεταβιβάζονται χωρίς
διαγωνισµό και κατά παρέκκλιση των διατάξεων που τυχόν ισχύουν για την
απαγόρευση κατάτµησης των ακινήτων, σε όµορους ιδιοκτήτες, κατά τις διατάξεις
περί δηµοσίων κτηµάτων.
Άρθρο 8
Νέα οριοθέτηση αιγιαλού
1. Αν όταν πιθανολογείται εσφαλµένος καθορισµός της οριογραµµής
αιγιαλού, κινείται αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση η διαδικασία
επανακαθορισµού του αιγιαλού. Για την εξέταση αιτήσεων ιδιωτών απαιτείται η
συνυποβολή εγγράφων, όπως ιδίως φωτοερµηνεία µηχανικού, µελέτες, κ.λπ. και
παραβόλου 500 ευρώ υπέρ του ∆ηµοσίου, το οποίο επιστρέφεται στον αιτούντα αν η
αίτηση γίνει δεκτή. Για τον επανακαθορισµό εφαρµόζονται οι διατάξεις των παραγράφων
2, 4 και 5 του άρθρου 3.
2. Η οριογραµµή του αιγιαλού δεν µπορεί να υπερβεί τα όρια
α) κτισµάτων ή κατασκευών που
προστατεύονται από το Υπουργείο Πολιτισµού ή έχουν κηρυχθεί διατηρητέα ή παραδοσιακά κατά τις
κείµενες διατάξεις,
β) του εγκεκριµένου πολεοδοµικού
σχεδίου υφιστάµενου οικισµού. Αν το κτίσµα παύσει να υφίσταται ή
αποχαρακτηρισθεί ενηµερώνεται η Κτηµατική Υπηρεσία για τον επανακαθορισµό της
οριογραµµής του αιγιαλού. Με την κίνηση της διαδικασίας κήρυξης κτίσµατος ως παραδοσιακού
ή διατηρητέου αναστέλλεται η διαδικασία επανακαθορισµού και ολοκληρώνεται µετά
την έκδοση της απόφασης κήρυξης ή τη ρητή απόρριψη του αιτήµατος.
3. Αν διαπιστώνεται η εισχώρηση της ρυµοτοµικής γραµµής εγκεκριµένου
σχεδίου πόλης στην ζώνη του αιγιαλού, κινείται υποχρεωτικά η διαδικασία
τροποποίησής του, ώστε να ταυτίζεται το όριό του µε την οριογραµµή αιγιαλού. Ο
τυχόν υφιστάµενος οριακός δρόµος ή πεζόδροµος του ρυµοτοµικού σχεδίου αποτελεί
στην περίπτωση αυτή ζώνη παραλίας.
4. Ο επανακαθοριζόµενος αιγιαλός ή ο προκύπτων παλαιός αιγιαλός σε
περιπτώσεις επανακαθορισµού του αιγιαλού σε περιοχές χαρακτηρισµένες ως
Τουριστικά ∆ηµόσια Κτήµατα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 12α και 12γ του ν.δ.
180/1946, όπως ισχύει µετά την τροποποίησή του µε το άρθρο 2 του α.ν. 827/1948,
αποτελεί αυτοδικαίως Τουριστικό ∆ηµόσιο Κτήµα και η διοίκηση και διαχείρισή του
ασκείται από τον εκάστοτε αρµόδιο φορέα. Η παρούσα εφαρµόζεται ανεξαρτήτως του
χρόνου επανακαθορισµού της οριογραµµής.
Άρθρο 9
Καθορισµός οριογραµµής όχθης, παρόχθιας ζώνης και παλαιάς
όχθης, λιµνών και ποταµών
1. Η οριογραµµή της όχθης των λιµνών, ποταµών και νησίδων των λιµνών
χαράσσεται από την Επιτροπή, µε κόκκινο χρώµα, στα υπόβαθρα της παρ. 1 του
άρθρου 3.
Στη σύνθεση της Επιτροπής µετέχουν, ειδικά στην περίπτωση αυτή,
α) υπάλληλος της οικείας περιφερειακής ενότητας µε ειδικότητα γεωπόνου,
ιχθυολόγου ή δασολόγου αντί του εκπροσώπου της Λιµενικής Αρχής και
β) υπάλληλος µε ειδικότητα πολιτικού µηχανικού της περιφερειακής
ενότητας, µε εξειδίκευση σε υδραυλικά έργα, αντί του γεωλόγου της οικείας
Περιφέρειας.
Για τη χάραξη της οριογραµµής της όχθης λαµβάνονται υπόψη ενδείξεις του
φυσικού εδάφους, τυχόν υπάρχοντα µετρητικά στοιχεία στάθµης υδάτων και τα
υδρολογικά στοιχεία της λεκάνης παροχής από τα οποία προκύπτει η ζώνη που
βρέχεται από τις µεγαλύτερες, πλην συνήθεις αναβάσεις των υδάτων τους.
2. Μετά την κατά την παρ. 3 του άρθρου 3 παραλαβή των υποβάθρων από το
Υπουργείο Οικονοµικών, µεταφέρονται επ’ αυτών οι εγκεκριµένες βάσει της
προϋφιστάµενης νοµοθεσίας οριογραµµές όχθης ποταµών και λιµνών και αναρτώνται κατά
την παρ. 5 του άρθρου 3.
3. Για την οριοθέτηση της παρόχθιας ζώνης, της παλαιάς όχθης και την
επαναχάραξη της οριογραµµής της όχθης εφαρµόζονται ανάλογα οι διατάξεις των
άρθρων 5 έως 8. Αρµόδια για την οριοθέτηση και την επαναχάραξη είναι η Επιτροπή
µε την ειδικότερη σύνθεση της παρ. 1.
4. Το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων και οι Αποκεντρωµένες
∆ιοικήσεις έχουν την αρµοδιότητα διαχείρισης και προστασίας της όχθης, της
παρόχθιας ζώνης και της παλαιάς όχθης των λιµνών και ποταµών της παρ. 2 του
άρθρου 2, όταν αυτά περιλαµβάνονται σε ακίνητα της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν.
4061/2012 (Α΄66) ή κείνται µεταξύ ακινήτων υπό τη διαχείριση του ως άνω
Υπουργείου και της ακτογραµµής λιµνών και κοίτης ποταµών του άρθρου 2. Για την
διαχείριση και προστασία των ακινήτων αυτών εφαρµόζονται ανάλογα οι διατάξεις
των άρθρων 4 έως 13, 18, 19 και 20 του Ν. 4061/2012. Για το τµήµα των ακινήτων που
εµπίπτει στην όχθη και παρόχθια ζώνη δεν εφαρµόζονται οι διατάξεις του
Κεφαλαίου Γ΄ του Ν. 4061/2012.
5. Η οριοθέτηση υδατορευµάτων που δεν περιλαµβάνονται στην περίπτωση γ΄
της παρ. 2 του άρθρου 2 γίνεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν.
3010/2002 (Α΄91), όπως ισχύουν κάθε φορά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Παραχώρηση χρήσης αιγιαλού, παραλίας
Άρθρο 10
Γενικές ρυθµίσεις για τις παραχωρήσεις
1. Με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 2,
επιτρέπεται η παραχώρηση της χρήσης αιγιαλού, κοινόχρηστης παραλίας, όχθης,
κοινόχρηστης παρόχθιας ζώνης, πυθµένα και υδάτινου τµήµατος θάλασσας, λίµνης
και ποταµού της παρ. 2 του άρθρου 2, µε σκοπό την οικονοµική τους αξιοποίηση ή
την εκτέλεση έργων, σύµφωνα µε τις ειδικότερες διατάξεις των άρθρων 11, 12 και
13.
2. Για την παραχώρηση καταβάλλεται αντάλλαγµα που υπολογίζεται κατά το
άρθρο 16. Κατ’ εξαίρεση δεν οφείλεται αντάλλαγµα όταν η χρήση παραχωρείται για
την εκτέλεση έργων σε Νοµικά Πρόσωπα ∆ηµοσίου ∆ικαίου, ∆ήµους και Περιφέρειες ή
για την εγκατάσταση υπογείων δικτύων κοινής ωφέλειας από νοµικά πρόσωπα
ιδιωτικού δικαίου στα οποία το ∆ηµόσιο κατέχει το 100% του µετοχικού τους
κεφαλαίου ή όταν η απαλλαγή ορίζεται από ειδικές διατάξεις.
3. Στην πράξη παραχώρησης περιλαµβάνονται όροι χρήσης που διασφαλίζουν
την πρόσβαση του κοινού, ύστερα από αιτιολογηµένη στάθµιση των συµφερόντων που
εξυπηρετούνται ή βλάπτονται από την παραχώρηση. Με τις πράξεις παραχώρησης
µπορούν να τίθενται περιορισµοί της χρήσης για λόγους επιτακτικού δηµοσίου
συµφέροντος που αφορά την εθνική άµυνα και δηµόσια ασφάλεια, άλλη δηµόσια
ανάγκη ή την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.
4. Όταν στην παραχωρούµενη έκταση
περιλαµβάνονται κηρυγµένοι αρχαιολογικοί
χώροι, µνηµεία, ιστορικοί τόποι ή προστατευόµενες περιβαλλοντικά περιοχές,
τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους ή ευπαθή οικοσυστήµατα απαιτείται σύµφωνη
γνώµη του αρµόδιου κατά περίπτωση Υπουργείου. Εφόσον οι πράξεις παραχώρησης
ισχύουν για ένα έτος, είναι δυνατή η έκδοση απόφασης των αρµοδίων Υπουργών µε
ισχύ µεγαλύτερη του έτους (µέχρι πέντε έτη), στην οποία αναφέρονται οι όροι και
οι προϋποθέσεις παραχώρησης στην συγκεκριµένη περιοχή. Με απόφαση του Υπουργού
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής, η οποία περιλαµβάνει γενικές
κατευθύνσεις για τα κριτήρια που πρέπει να λαµβάνονται υπόψη και τους όρους και
περιορισµούς που πρέπει να τίθενται, µπορεί να µεταβιβάζεται η αρµοδιότητα
παροχής σύµφωνης γνώµης στους κατά τόπον αρµόδιους Γενικούς Γραµµατείς των
Αποκεντρωµένων ∆ιοικήσεων.
5. ∆εν επιτρέπεται η ολική ή µερική µεταβίβαση του δικαιώµατος του
παραχωρησιούχου σε τρίτους ή η εκ µέρους του σύναψη σύµβασης µε τρίτους για την
παραχωρηθείσα έκταση ή τις επ’ αυτής εγκαταστάσεις και έργα χωρίς έγκριση της
παραχωρούσας αρχής, εκτός αν µεταβιβάζεται το δικαίωµα χρήσης εκ µέρους Ο.Τ.Α.
σε επιχείρησή του ή αν µεταβιβάζονται έργα σύνδεσης σταθµών ηλεκτροπαραγωγής
στον Κύριο του Συστήµατος ή του ∆ικτύου, σύµφωνα µε το ν. 2773/1999 (Α΄286) και
το άρθρο 11 του ν. 3468/2006 (Α΄129) ή αν τούτο επιτρέπεται από ειδικές
διατάξεις. Όταν ο αρχικός παραχωρησιούχος είναι Οργανισµός Τοπικής
Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), για την παραχώρηση της χρήσης σε τρίτα πρόσωπα απαιτείται
και έγκριση του Γενικού Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης.
6. Αν ο τρίτος προς τον οποίο µεταβιβάσθηκε το δικαίωµα του αρχικού
παραχωρησιούχου δεν παραδίδει το ακίνητο ή την εγκατάσταση µετά τη λήξη της
προς αυτόν παραχώρησης ή της σύµβασης, εκδίδεται πρωτόκολλο διοικητικής
αποβολής και πρωτόκολλο καθορισµού αποζηµίωσης αυθαίρετης χρήσης από την
Κτηµατική Υπηρεσία, σύµφωνα µε τις διατάξεις περί δηµοσίων κτηµάτων.
7. Αν ο δικαιούχος παραχώρησης, αρχικός ή τελικός, παραβιάζει διατάξεις
του νόµου ή όρους και περιορισµούς που έχουν τεθεί στην πράξη παραχώρησης ή
προβαίνει σε µεταβολή του σκοπού, της χρήσης ή της φύσης του παραχωρηθέντος
ακινήτου κηρύσσεται έκπτωτος της παραχώρησης µε απόφαση της παραχωρούσας αρχής,
ύστερα από ακρόασή του κατά το άρθρο 6 του Ν. 2690/1999 και αποβάλλεται
διοικητικά µε πρωτόκολλο της Κτηµατικής Υπηρεσίας.
8. Η πράξη παραχώρησης δεν υποκαθιστά τυχόν απαιτούµενες άδειες ή
εγκρίσεις και µπορεί να ανακαλείται για λόγους δηµοσίου συµφέροντος. Για την
ανανέωση της παραχώρησης, µετά τη λήξη της, διατυπώνεται νέα αυτοτελής κρίση.
Άρθρο 11
Παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας
1. Επιτρέπεται η παραχώρηση της απλής χρήσης αιγιαλού και κοινόχρηστης
παραλίας για την εξυπηρέτηση λουοµένων ή την αναψυχή του κοινού (όπως,
ενδεικτικά, για την εκµίσθωση θαλάσσιων µέσων αναψυχής, καθισµάτων, οµπρελών,
λειτουργία αναψυκτηρίων, αθλοπαιδιές και γενικά κατασκευών και εγκαταστάσεων
αναψυχής προσωρινού χαρακτήρα). Η παραχώρηση γίνεται µε πλειοδοτική δηµοπρασία,
σύµφωνα µε τις διατάξεις που ισχύουν για τον οικείο φορέα, µε την επιφύλαξη των
επόµενων διατάξεων.
2. Η παραχώρηση τµηµάτων αιγιαλού και κοινόχρηστης παραλίας σε πρόσωπα
που εκµεταλλεύονται όµορες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, κατασκηνώσεις (κάµπιγκ)
και καταστήµατα υγειονοµικού ενδιαφέροντος, γίνεται απευθείας, για όσο χρόνο διαρκεί
η επιχείρηση ή εκµετάλλευση του καταστήµατος και χωρίς τους περιορισµούς της
απόφασης της παραγράφου 2, όταν αφορά τµήµατα µπροστά από τις επιχειρήσεις ή τα
καταστήµατα. Αν στο ίδιο ακίνητο λειτουργούν περισσότερες του ενός επιχειρήσεις
ή καταστήµατα η παραχώρηση του αναλογούντος στο καθένα χώρου γίνεται µετά από
γραπτή µεταξύ τους συµφωνία ή και αίτηση κάποιου εξ αυτών, αν δεν µπορεί να
επιτευχθεί συµφωνία. Με την πράξη παραχώρησης τίθενται οι αναγκαίοι όροι για
την διασφάλιση της απόλαυσης των πραγµάτων της παρ. 1 εκ µέρους του 11 κοινού,
µε τήρηση της αρχής της ίσης µεταχείρισης µεταξύ των προσώπων προς τα οποία
κατανέµεται η χρήση. Για την παραχώρηση οφείλεται αντάλλαγµα που καθορίζεται
κατά το άρθρο 16, µε απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης και
ύστερα από εισήγηση της Κτηµατικής Υπηρεσίας.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών µπορεί να παραχωρείται απευθείας
σε ∆ήµους, µε αντάλλαγµα η απλή χρήση τµηµάτων αιγιαλού και κοινόχρηστης
παραλίας, για πέντε τουλάχιστον χρόνια. Με την απόφαση καθορίζονται οι όροι και
προϋποθέσεις της χρήσης και της περαιτέρω παραχώρησης προς τρίτους.
4. Όταν παραχωρείται από το ∆ηµόσιο ή φορείς του δηµόσιου τοµέα, για
αγροτικούς ή τουριστικούς σκοπούς, η χρήση ακινήτων που συνορεύουν µε λίµνες
και ποταµούς του άρθρου 2, διαµορφώνεται υποχρεωτικά ελεύθερη λωρίδα γης
πλάτους τριάντα (30) τουλάχιστον µέτρων µεταξύ του ορίου της παραχωρούµενης
έκτασης και της κοίτης του ποταµού ή της ακτογραµµής της λίµνης. Η απλή χρήση
όχθης και παρόχθιας ζώνης ποταµού ή λίµνης της παρ. 2 του άρθρου 2 µπορεί να
παραχωρείται, εφαρµοζοµένων αναλόγως των διατάξεων του παρόντος.
Άρθρο 12
Παραχώρηση χρήσης για την εκτέλεση έργων
1. Με απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης
παραχωρείται η χρήση αιγιαλού, κοινόχρηστης παραλίας, παρακείµενης στον αιγιαλό
ζώνης θάλασσας ή λιµνοθάλασσας πλάτους µέχρι πεντακοσίων (500) µέτρων, όχθης,
παρόχθιας ζώνης και υδάτινου στοιχείου ποταµών ή λιµνών του άρθρου 2 παρ. 2, σε
φορείς του δηµόσιου τοµέα και ιδιωτικές επιχειρήσεις, για την εκτέλεση έργων
που εξυπηρετούν δηµόσιους, κοινωφελείς, ερευνητικούς ή επιχειρηµατικούς
σκοπούς, όταν η παραχώρηση κρίνεται απολύτως απαραίτητη για την επίτευξη του
επιδιωκόµενου σκοπού. Όταν πρόκειται για την εκτέλεση έργων για την οποία
απαιτείται η παραχώρηση και θαλάσσιου ή λιµναίου χώρου ή πυθµένα θάλασσας ή
λίµνης πέραν της ζώνης των 500 µέτρων από την ακτή, η απόφαση εκδίδεται από τον
Υπουργό Οικονοµικών.
2. Η παραχώρηση ισχύει για χρόνο ίσο προς το χρόνο ισχύος της άδειας
λειτουργίας της επιχείρησης ή και αόριστο αν δεν υπάρχει ορισµένος χρόνος
λειτουργίας, ανανεώνεται δε υποχρεωτικά µε την ανανέωση της άδειας. Στην
παραχώρηση περιλαµβάνονται και χώροι αναγκαίοι για την εξυπηρέτηση λειτουργικών
αναγκών των έργων. Παραχώρηση µπορεί να γίνει και για την εξυπηρέτηση
επιχειρηµατικών σκοπών που δεν συνδυάζονται µε την εκτέλεση έργων ή για εφάπαξ
ή επαναλαµβανόµενη ευκαιριακή χρήση, για χρόνο που κρίνεται απαραίτητος και δεν
µπορεί να υπερβαίνει τα τρία (3) έτη. Για την ανανέωση της παραχώρησης
εφαρµόζεται η παρ. 8 του άρθρου 10. Για την παραχώρηση, την έναρξη των έργων
και τον ορισµό επιβλέποντα ενηµερώνεται η Λιµενική Αρχή. ∆εν εκδίδεται απόφαση
παραχώρησης της χρήσης για έργα που εκτελούνται από υπηρεσίες του δηµοσίου, οι
οποίες ενηµερώνουν τις αρµόδιες Κτηµατικές Υπηρεσίες για την έναρξη εκτέλεσης
των έργων.
3. Για την έκδοση της απόφασης παραχώρησης κατά την παράγραφο 1,
υποβάλλεται αίτηση στην Κτηµατική Υπηρεσία, συνοδευόµενη από:
α) Τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και την απόφαση έγκρισης
περιβαλλοντικών όρων του έργου κατά τις διατάξεις του Ν. 4014/2011, όπως ισχύει
κάθε φορά. Αν στην απόφαση δεν συµπεριλαµβάνονται όροι για τις επεµβάσεις στον
αιγιαλό, την κοινόχρηστη παραλία, τη θάλασσα και τον πυθµένα αυτής,
προσκοµίζεται ιδιαίτερη προς τούτο απόφαση έγκρισης 12 περιβαλλοντικών όρων.
Στη διαδικασία έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων ζητείται στις περιπτώσεις
αυτές γνωµοδότηση της Κτηµατικής Υπηρεσίας για το επιτρεπτό της παραχώρησης και
γνωµοδοτήσεις των Υπουργείων Παιδείας και Θρησκευµάτων, Πολιτισµού και
Αθλητισµού, Ναυτιλίας και Αιγαίου και Εθνικής Άµυνας.
β) Την εγκεκριµένη οριστική µελέτη του έργου µε τα ακριβή όρια του
ζητούµενου χώρου επί των υποβάθρων της παρ. 1 του άρθρου 3.
γ) Άδεια της αρµόδιας αρχής για την ίδρυση ή εγκατάσταση της
επιχείρησης, εφόσον απαιτείται από ειδικές διατάξεις.
Η θετική γνωµοδότηση της Κτηµατικής
Υπηρεσίας κατά την έκδοση της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων λογίζεται,
για την έκδοση της άδειας, ως απόφαση παραχώρησης της χρήσης. Αν η απόφαση
συνυπογράφεται από τον υπουργό αρµόδιο για θέµατα Πολιτισµού δεν απαιτείται για
την παραχώρηση έκδοση άδειας κατά την παρ. 5 του άρθρου 15 του Ν. 3028/2002.
4. Μέσα σε δύο (2) µήνες από την υποβολή της αίτησης, η Κτηµατική
Υπηρεσία διενεργεί αυτοψία για να διαπιστωθεί η τυχόν ύπαρξη παράνοµων έργων
στη ζητούµενη έκταση και σε θετική περίπτωση επιβάλλονται οι νόµιµες κυρώσεις.
Η Κτηµατική Υπηρεσία εισηγείται µέσα στην ίδια προθεσµία την έκδοση της
απόφασης παραχώρησης αν οι παράνοµες κατασκευές ενσωµατώνονται νόµιµα στο υπό
εκτέλεση έργο ή υποβάλλεται από τον αιτούντα υπεύθυνη δήλωση για νοµιµοποίηση
του έργου κατά το άρθρο 15 σε εύλογη προθεσµία ή για την κατεδάφισή του κατά
την εκτέλεση του έργου. Η απόφαση παραχώρησης εκδίδεται σε προθεσµία τεσσάρων
(4) µηνών από την υποβολή της αίτησης.
5. Το αντάλλαγµα χρήσης της παραχωρούµενης έκτασης υπολογίζεται κατά το
άρθρο 16, εκτός αν συντρέχει απαλλαγή κατά την παρ. 2 του άρθρου 10. Ο
παραχωρησιούχος µπορεί να συµφωνεί την από κοινού χρήση της εγκατάστασής του µε
τρίτους, ύστερα από έγκριση του Γενικού Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης,
επιβαρυνόµενος, για όσον χρόνο διαρκεί η παράλληλη χρήση, µε προσαύξηση
ποσοστού 30% επί του καταβαλλόµενου ανταλλάγµατος, για κάθε επιπλέον χρήστη.
6. Τα κατασκευαζόµενα έργα ανήκουν στο δηµόσιο και µπορεί να επιβάλλεται
η κατάργησή τους ή και περιορισµοί στη χρήση τους, χωρίς δικαίωµα αποζηµίωσης
του χρήστη, για λόγους επιτακτικού δηµοσίου συµφέροντος εθνικής άµυνας, δηµόσιας
ασφάλειας και υγείας.
7. Αν στην πράξη παραχώρησης περιλαµβάνονται οι όροι συντήρησης των
έργων, για την υλοποίησή τους δεν απαιτείται η έκδοση νέας απόφασης. Για την
εκτέλεση των εργασιών συντήρησης κοινοποιείται δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ηµέρες
πριν την έναρξή τους η σχετική τεχνική µελέτη στην Κτηµατική Υπηρεσία, τη
Λιµενική Αρχή και την αρµόδια για την προστασία του περιβάλλοντος αρχή, οι
οποίες µπορούν να απαγορεύσουν ή να παύσουν ή να αναστείλουν την εκτέλεση των
σχετικών εργασιών, αν η µελέτη είναι ελλιπής ή αντιβαίνει στην απόφαση έγκρισης
των περιβαλλοντικών όρων ή στους αρχικούς όρους παραχώρησης. Για τις
υφιστάµενες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος αποφάσεις παραχώρησης
εκδίδονται µε αίτηση του παραχωρησιούχου και µέσα σε τρεις (3) µήνες από την
υποβολή της αίτησης, συµπληρωµατικές αποφάσεις για τους όρους εφαρµογής της
παραγράφου αυτής. Αν η προθεσµία παρέλθει άπρακτη λογίζεται ως υφιστάµενη η
συναίνεση για την εκτέλεση των έργων συντήρησης.
8. Αν δεν υφίσταται απόφαση παραχώρησης απαιτείται, για την εφαρµογή της
προηγούµενης παραγράφου, η προηγούµενη νοµιµοποίησή του κατά τις διατάξεις του
άρθρου 15. Κατ’ εξαίρεση, αν υφίσταται άµεσος κίνδυνος λόγω βλάβης σε
υφιστάµενες εγκαταστάσεις και έργα, υποβάλλεται στη λιµενική αρχή, όταν οι
εγκαταστάσεις βρίσκονται στη θάλασσα ή στην Κτηµατική Υπηρεσία αν βρίσκονται
στον αιγιαλό ή την κοινόχρηστη παραλία, αίτηση 13 εκτέλεσης των αναγκαίων
τεχνικών εργασιών για την αποτροπή του κινδύνου. Η άδεια εκδίδεται χωρίς
καθυστέρηση, µετά από αυτοψία και οι εργασίες εκτελούνται υπό την επίβλεψη της
αρµόδιας υπηρεσίας. Αν η έκδοση καθυστερεί πέραν των δέκα ηµερών, ο αιτών
λαµβάνει τα απολύτως αναγκαία κατά την κρίση του µέτρα για την αποτροπή του
κινδύνου. Η αρµόδια αρχή µπορεί να επιβάλει πρόστιµο µε ανάλογη εφαρµογή της
παραγράφου 9, αν διαπιστώσει την µη αναγκαιότητα των επεµβάσεων.
9. Αν κατά την εκτέλεση εργασιών συντήρησης έργων διαπιστωθεί απόκλιση
από τη µελέτη, επιβάλλεται από την λιµενική αρχή, για έργα στη θάλασσα και την
Κτηµατική Υπηρεσία για έργα στην ξηρά, πρόστιµο ύψους από 10.000 έως 100.000
ευρώ, ανάλογα µε το µέγεθος της απόκλισης, µε την επιφύλαξη αυστηρότερων
προστίµων που µπορούν να επιβληθούν για παραβίαση της κείµενης περιβαλλοντικής
νοµοθεσίας. 10. Επιτρέπεται η κατασκευή λιµενικών έργων σε ιδιωτικά νησιά µε
αίτηση του ιδιοκτήτη τους προς την αρµόδια αρχή της παρ. 1, εφαρµοζοµένων κατά
τα λοιπά των παρ. 4 και 5 του παρόντος. Τα κατασκευαζόµενα έργα ανήκουν στο
δηµόσιο και για την παραχώρηση χρήσης αιγιαλού οφείλεται αντάλλαγµα χρήσης, που
υπολογίζεται σύµφωνα µε το άρθρο 16.
Άρθρο 13
Ειδικές περιπτώσεις παραχώρησης
1. Επιτρέπεται η παραχώρηση θαλάσσιου ή λιµναίου χώρου, χωρίς επέµβαση
στον αιγιαλό ή την όχθη, για την τοποθέτηση
α) πλωτών εξεδρών εµβαδού µέχρι εκατόν πενήντα (150) τετραγωνικών
µέτρων, συµπεριλαµβανοµένης σε αυτά τυχόν πλωτής πρόσβασης από τον αιγιαλόκαι
β) θαλάσσιων ή λιµναίων πάρκων αναψυχής που καλύπτουν επιφάνεια µέχρι
χιλίων πεντακοσίων (1500) τετραγωνικών µέτρων, για την εξυπηρέτηση πολιτιστικών
σκοπών ή ψυχαγωγίας των λουοµένων ή άλλων σκοπών που προβλέπονται από ειδικές
διατάξεις, ρητώς απαγορευόµενης της χρήσης των εξεδρών ως εστιατορίων ή κέντρων
αναψυχής.
Η παραχώρηση γίνεται για χρόνο πέντε ετών και για εποχιακή χρήση
διάρκειας µέχρι εννιά (9) µηνών, µέσα στο ίδιο ηµερολογιακό έτος.
Για την παραχώρηση εκδίδεται απόφαση της Κτηµατικής Υπηρεσίας ύστερα από
σύµφωνη γνώµη
α) της Λιµενικής Αρχής, του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και του
Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευµάτων, Πολιτισµού και Αθλητισµού και επιπλέον,
προκειµένου περί θαλάσσιων πάρκων, του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιµατικής Αλλαγής,
β) των Υπουργείων Παιδείας και Θρησκευµάτων, Πολιτισµού και Αθλητισµού
και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής στην περίπτωση λιµναίων
εγκαταστάσεων.
Η γνώµη παρέχεται µέσα σε προθεσµία δύο (2) µηνών από την υποβολή της
αίτησης, συνοδευόµενης µε πλήρη δικαιολογητικά, άλλως τεκµαίρεται θετική γνώµη.
2. Επιτρέπεται η προσάµµωση αιγιαλών για την αποκατάσταση της πρότερης
κατάστασής τους και την εξυπηρέτηση λουοµένων, µε απόφαση του Γενικού Γραµµατέα
Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης και χωρίς την καταβολή ανταλλάγµατος. Σχετικώς
υποβάλλεται αίτηση του ενδιαφερόµενου, συνοδευόµενη µε τεχνικό φάκελο και την
προβλεπόµενη για την περίπτωση περιβαλλοντική έγκριση στον οποίο περιγράφονται
η διαδικασία και τα προς χρήση υλικά.
3. Επιτρέπεται ο καθαρισµός µε µηχανικά µέσα και η αποµάκρυνση άχρηστων
υλικών που αποτέθηκαν στον αιγιαλό, την κοινόχρηστη παραλία, την όχθη και την
παρόχθια ζώνη, ύστερα από προηγούµενη ενηµέρωση της Κτηµατικής Υπηρεσίας και
της λιµενικής αρχής.
4. Επιτρέπεται η παραχώρηση, µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών και
σύµφωνη γνώµη του Γ.Ε.Ν και του Υπουργείου Εµπορικής Ναυτιλίας και κατά τις
διατάξεις περί δηµοσίων κτηµάτων, της χρήσης νησίδων, υφάλων, σκοπέλων και
αβαθών θαλάσσιων εκτάσεων και του συνεχόµενου αιγιαλού και της παραλίας για την
εξυπηρέτηση σκοπών γεωργικών, κτηνοτροφικών, αλιευτικών, ναυταθλητικών,
τουριστικών και εν γένει επιχειρηµατικών, εθνικής άµυνας και ασφάλειας και
περιβαλλοντικής έρευνας. Με την αίτηση παραχώρησης προσκοµίζεται η τυχόν
απαιτούµενη από ειδικές διατάξεις άδεια και βεβαίωση της αρµόδιας υπηρεσίας
περί του ότι η συγκεκριµένη χρήση ή δραστηριότητα δεν αντίκειται σε
συγκεκριµένο χωροταξικό σχεδιασµό ή διατάξεις περί χρήσεων γης. Ειδικά στην
περίπτωση παραχώρησης για σκοπούς περιβαλλοντικής έρευνας εκδίδεται κοινή
απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής
Αλλαγής. Για την παραχώρηση διενεργείται πλειοδοτική δηµοπρασία, σύµφωνα µε τις
κείµενες για τη µίσθωση δηµοσίων κτηµάτων διατάξεις και τα πρακτικά της
εγκρίνονται από τον Υπουργό Οικονοµικών. Η δηµοπρασία παραλείπεται και η
παραχώρηση γίνεται απευθείας αν σε προηγηθείσα δηµοπρασία δεν εκδηλώθηκε
ενδιαφέρον από περισσότερους ενδιαφερόµενους ή αν η παραχώρηση ζητείται από
Ν.Π.∆.∆., επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, αγροτικούς, αγροτοβιοµηχανικούς,
γεωργικούς, κτηνοτροφικούς και αλιευτικούς συνεταιρισµούς και δηµοτικές
επιχειρήσεις. Για την εκτέλεση έργων στην παραχωρηθείσα έκταση εφαρµόζονται
ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 12.
5. Επιτρέπεται η επιχωµάτωση θαλάσσιου χώρου, για την εξυπηρέτηση
επιχειρήσεων που ασκούν σε όµορη µε τον αιγιαλό έκταση επιχειρηµατική
δραστηριότητα τουριστικών µονάδων η οποία έχει ενταχθεί στο θεσµικό πλαίσιο των
Στρατηγικών Επενδύσεων ή για την οποία έχει εγκριθεί ΕΣΧΑ∆Α ή ΕΣΧΑΣΕ. Για κάθε
κλίνη που διαθέτει η όµορη τουριστική µονάδα, µπορούν να επιχωµατωθούν µέχρι
πέντε (5) τετραγωνικά µέτρα θαλάσσιου χώρου. Ολόκληρη η έκταση που προκύπτει
από τις επιχωµατώσεις οριοθετείται υποχρεωτικά ως αιγιαλός και για την
παραχώρηση της χρήσης τους εφαρµόζεται το άρθρο 16 του παρόντος. Η έγκριση των
έργων παρέχεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, εφόσον κριθεί ότι η
επιχωµάτωση είναι απαραίτητη για τη λειτουργία της επιχείρησης. Για την έκδοση
της απόφασης υποβάλλεται αίτηση στην αρµόδια Κτηµατική Υπηρεσία, συνοδευόµενη
από εγκεκριµένη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων.
Άρθρο 14
Προστατευτικά έργα - Προσχώσεις
1. Για την προστασία ακτών από τη θαλάσσια διάβρωση επιτρέπεται η
εκτέλεση αναγκαίων τεχνικών έργων στην παραλία, τον αιγιαλό και το συνεχόµενο
θαλάσσιο χώρο. Σχετικώς εκδίδεται απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Αποκεντρωµένης
∆ιοίκησης, κατά την παρ. 1 του άρθρου 12, ύστερα από
α) διαπιστωτική της διάβρωσης έκθεση της Επιτροπής του άρθρου 4,
β) ακτοµηχανική µελέτη για τα αίτια και τον τρόπο αντιµετώπισης της
διάβρωσης θεωρηµένη από την αρµόδια επί της κατασκευής λιµενικών έργων υπηρεσία
του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδοµών, Μεταφορών και ∆ικτύων
και
γ) έγκριση περιβαλλοντικών όρων κατά το ν. 4024/2011, όπως ισχύει.
Ο έλεγχος και η εποπτεία των προστατευτικών έργων ασκείται από την
Αποκεντρωµένη ∆ιοίκηση.
2. Αν πιθανολογείται σοβαρός κίνδυνος για την ασφάλεια της κυκλοφορίας
µπορεί να εγκρίνεται η άµεση εκτέλεση των απαιτούµενων απολύτως αναγκαίων
εργασιών για την αποκατάσταση της ασφαλούς κυκλοφορίας, χωρίς τις προϋποθέσεις
της παραγράφου 1. Η ανάθεση στην περίπτωση αυτή µπορεί να γίνεται από τον
αρµόδια για τη συντήρηση των έργων φορέα µε διαπραγµάτευση, επιφυλασσοµένων των
διατάξεων της ευρωπαϊκής νοµοθεσίας.
3. Αν από τη διάβρωση της ακτής απειλείται η ακεραιότητα και οι
εγκαταστάσεις ιδιωτικού ακινήτου, µπορεί µε απόφαση του Γενικού Γραµµατέα
Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης να επιτραπεί στον ιδιοκτήτη η εκτέλεση, µε δαπάνη του,
των αναγκαίων προστατευτικών της ιδιοκτησίας του έργων, υπό την επίβλεψη
µηχανικού που έχει από το νόµο σχετικό δικαίωµα, βάσει ακτοµηχανικής και
τεχνικής µελέτης, που θεωρούνται από τη ∆ιεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της
οικείας Περιφέρειας. Σε περίπτωση σοβαρού επικείµενου κινδύνου µπορεί να
επιτραπεί η εκτέλεση των απολύτως αναγκαίων προσωρινής φύσης προστατευτικών
έργων, κατά την εκτίµηση της ως άνω τεχνικής υπηρεσίας και πριν την σύνταξη και
έγκριση της µελέτης. Τα έργα της παραγράφου αυτής ανήκουν στο ∆ηµόσιο, το οποίο
µπορεί να τα καταργεί ή να τα µετατρέπει οποτεδήποτε για λόγους δηµοσίου
συµφέροντος και ασφάλειας ή εθνικής άµυνας χωρίς να υποχρεούται να καταβάλει
αποζηµίωση ή να αποδώσει την δαπάνη του ιδιώτη.
Άρθρο 15
Νοµιµοποίηση αυθαίρετων κατασκευών
1. Έργα της παραγράφου 1 του άρθρου 12 που κατασκευάστηκαν πριν την
έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα, την
όχθη, την παρόχθια ζώνη και το υδάτινο στοιχείο ποταµών και λιµνών του άρθρου 2
παρ. 2, χωρίς να υφίσταται απόφαση παραχώρησης της χρήσης, µπορούν να
νοµιµοποιηθούν µε απόφαση του αρµόδιου κατά την παρ. 1 του άρθρου 12 οργάνου.
Σχετικώς υποβάλλεται αίτηση του ενδιαφερόµενου προς την αρµόδια
Κτηµατική Υπηρεσία εντός ενός έτους από τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου
συνοδευόµενη από
α) τεχνική περιγραφή του έργου,
β) εξαρτηµένο τοπογραφικό διάγραµµα µε κλίµακα 1:500,
γ) φωτογραφίες και χάρτη της ευρύτερης περιοχής µε την ακριβή θέση του
έργου.
Η προθεσµία υποβολής της αίτησης µπορεί να παρατείνεται µε απόφαση του
Υπουργού Οικονοµικών.
2. Με την αίτηση συνυποβάλλεται η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων
του έργου, αν απαιτείται η έκδοσή της από την υφιστάµενη νοµοθεσία. Αν δεν
υφίσταται τέτοια απόφαση, ζητείται η χορήγηση προθεσµίας για την έκδοση
απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων λειτουργίας του έργου, σύµφωνα µε το Ν.
4014/11, όπως ισχύει. Η προθεσµία χορηγείται από το αρµόδιο κατά την παράγραφο
1 όργανο και δεν µπορεί να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη. Αν η προθεσµία παρέλθει
άπρακτη, η αίτηση νοµιµοποίησης απορρίπτεται. Αν για την κατασκευή του έργου
δεν απαιτείται η έκδοση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, υποβάλλεται έκθεση του
αιτούντος στην αρµόδια για την προστασία του περιβάλλοντος υπηρεσία της οικείας
Περιφέρειας, στην οποία περιγράφονται οι οχλήσεις στο περιβάλλον από την
εξακολούθηση της λειτουργίας του έργου και προτείνονται τα ενδεικνυόµενα µέτρα
για την άρση ή την ελαχιστοποίηση των οχλήσεων. Επί της έκθεσης εκδίδεται
συνοπτική γνωµοδότηση της υπηρεσίας για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη
λειτουργία του έργου και τους όρους ελαχιστοποίησης των επιβλαβών επιδράσεων,
ύστερα από γνώµη της αρµόδιας για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας υπηρεσίας του
Υπουργείου Εθνικής Άµυνας.
3. Η απόφαση νοµιµοποίησης των κατασκευών εκδίδεται µε εισήγηση της
Κτηµατικής Υπηρεσίας και µπορούν να τίθενται όροι για τη νοµιµοποίηση, ιδίως
για τις απαιτούµενες κατασκευές και την αποµάκρυνση κατασκευών οι οποίες δεν
µπορούν να νοµιµοποιηθούν µε δαπάνη του αιτούντος, ορίζεται δε το όργανο
διαπίστωσης της τήρησης των όρων. Αν οι όροι νοµιµοποίησης δεν τηρηθούν, η
απόφαση νοµιµοποίησης ανακαλείται.
4. Προϋπόθεση για τη νοµιµοποίηση των έργων είναι η καταβολή ή ο νόµιµος
διακανονισµός της αποζηµίωσης αυθαίρετης χρήσης που καθορίζεται από την
Κτηµατική Υπηρεσία για την παράνοµη χρήση της έκτασης, για χρόνο που δεν µπορεί
να υπερβαίνει την πενταετία πριν την υποβολή της αίτησης της παραγράφου 1. Η
κατ’ έτος αποζηµίωση ορίζεται σε ποσό αντίστοιχο µε το εφεξής καταβαλλόµενο
ετήσιο αντάλλαγµα για την χρήση του χώρου του έργου. Αν η αίτηση νοµιµοποίησης
απορριφθεί, το παράνοµο έργο κατεδαφίζεται µε δαπάνη του αιτούντος ή
επιβάλλεται, για όσο χρόνο δεν κατεδαφίζεται, αποζηµίωση αυθαίρετης χρήσης και
επιπλέον πρόστιµο διατήρησης που ανέρχεται στο τριπλάσιο της αποζηµίωσης. Αν η
κατεδάφιση γίνει από υπηρεσίες του δηµοσίου το κόστος βαρύνει τον αυθαίρετο
χρήστη του έργου.
Άρθρο 16
Αντάλλαγµα χρήσης - Πρόστιµο αυθαίρετης χρήσης
1. Το αντάλλαγµα χρήσης αιγιαλού, κοινόχρηστης παραλίας, παρακείµενης
στον αιγιαλό ζώνης θάλασσας, πυθµένα θάλασσας και θαλάσσιου χώρου, για τις
χρήσεις των άρθρων 11, 12 και 13 του παρόντος νόµου, καθορίζεται µε απόφαση του
αρµόδιου για την παραχώρηση οργάνου, βάσει του ακόλουθου τύπου:
ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΧΡΗΣΗΣ = (Τ.Β.) χ (Ε.∆.) χ
(Γ.Π) χ (Μ.Π.Χ.) χ (Π.Ε.) χ (Α.Μ.Α) χ (Ε.Χ.) χ (∆.Μ.),
όπου:
Τ.Β. = Τιµή Βάσης
Ε.∆. = Είδος ∆ραστηριότητας
Γ.Π. =Γεωγραφική Περιοχή
Μ.Π.Χ. = Μέγεθος Παραχωρούµενου Χώρου
Π.Ε. = Περιβαλλοντική Επίπτωση
Α.Μ.Α. = Απόδοση Μισθωτικής Αξίας
Ε.Χ. = Εµβαδόν Χώρου
∆.Μ. = ∆ιάρκεια Μίσθωσης
2. Η Τιµή Βάσης για κάθε γεωγραφική περιοχή καθορίζεται µε απόφαση του
Υπουργού Οικονοµικών.
3. Το Είδος ∆ραστηριότητας διαιρείται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α. Απλή χρήση (οµπρέλες – ξαπλώστρες για χρήση λουοµένων)
β. Εστίαση (καφέ, εστιατόρια)
γ. Ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις
δ. Λιµένες
ε. Βιοµηχανική δραστηριότητα, ιχθυοκαλλιέργειες, εµπορικές
δραστηριότητες
στ. Έργα Κοινής Ωφέλειας
Ο συντελεστής βαρύτητας κάθε Είδους ∆ραστηριότητας καθορίζεται µε
απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών.
4. Οι Γεωγραφικές Περιοχές χωρίζονται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α. Στις υφιστάµενες Περιφέρειες της Επικράτειας
β. Στις ακόλουθες περιοχές ειδικού χαρακτήρα:
βα. Περιοχές υψηλού τουριστικού ενδιαφέροντος
ββ. Περιοχές συνήθους τουριστικού ενδιαφέροντος
γγ. Ειδικές ζώνες (ιδιωτικά νησιά, ζώνες προστασίας, ζώνες µοναδικής
προβολής)
Ο συντελεστής βαρύτητας κάθε Γεωγραφικής Περιοχής καθορίζεται µε απόφαση
του Υπουργού Οικονοµικών.
5. Το Μέγεθος Παραχωρούµενου Χώρου διαιρείται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α. Μέγεθος Παραχωρούµενου Χώρου έως πεντακόσια (500) τετραγωνικά µέτρα
β. Μέγεθος Παραχωρούµενου Χώρου από πεντακόσια (500) τετραγωνικά µέτρα
έως χίλια (1000) τετραγωνικά µέτρα
γ. Μέγεθος Παραχωρούµενου Χώρου από χίλια (1000) τετραγωνικά µέτρα έως
τρεις χιλιάδες (3000) τετραγωνικά µέτρα
δ. Μέγεθος Παραχωρούµενου Χώρου από τρεις χιλιάδες (3000) τετραγωνικά
µέτρα έως πέντε χιλιάδες (5000) τετραγωνικά µέτρα
ε. Μέγεθος Παραχωρούµενου Χώρου πάνω από πέντε χιλιάδες (5000)
τετραγωνικά µέτρα.
Ο συντελεστής βαρύτητας κάθε Μεγέθους Παραχωρούµενου Χώρου καθορίζεται
µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών. Σε περίπτωση παραχώρησης θαλάσσιου χώρου,
σύµφωνα µε τις παραπάνω διακρίσεις, ο συντελεστής παραχώρησης, όπως αυτός
καθορίζεται µε την απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, µειώνεται κατά 1/3.
6. Η Περιβαλλοντική Επίπτωση διαιρείται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α. Καµία περιβαλλοντική επίπτωση
β. Χαµηλή περιβαλλοντική επίπτωση
γ. Υψηλή περιβαλλοντική επίπτωση
Ο συντελεστής βαρύτητας κάθε κατηγορίας περιβαλλοντικής επίπτωσης
καθορίζεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών.
7. Η Απόδοση Μισθωτικής Αξίας διακρίνεται σε τρεις κατηγορίες:
α. Απλή χρήση
β. Συνήθεις εµπορικές ή παραγωγικές δραστηριότητες
γ. ∆ραστηριότητες µε υψηλή προστιθέµενη αξία
Η εξειδίκευση κάθε κατηγορίας και ο συντελεστής βαρύτητάς της
καθορίζεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών.
8. Η ∆ιάρκεια Μίσθωσης διαιρείται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α. Εποχιακή (6 µήνες)
β. Μόνιµη (12 µήνες)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΙΑΣ, ∆ΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Άρθρο 17
Προστασία αιγιαλού, παραλίας και άλλων χώρων
1. Για τη προστασία της κοινόχρηστης παραλίας, του αιγιαλού, της
συνεχόµενης µε αυτόν θαλάσσιας ζώνης και του πυθµένα αυτής έχουν εφαρµογή οι
διατάξεις περί προστασίας δηµοσίων κτηµάτων, σχετικά µε την αποβολή του
αυθαίρετου κατόχου και την επιβολή αποζηµίωσης αυθαίρετης χρήσης.
2. Πάσης φύσεως κτίσµατα και εν γένει κατασκευές µέσα στη ζώνη του
αιγιαλού και του συνεχόµενου µε αυτόν πυθµένα θάλασσας τα οποία κατασκευάστηκαν
χωρίς σχετική άδεια κατά τις διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του παρόντος
θεωρούνται παράνοµα και κατεδαφίζονται, ανεξάρτητα από το χρόνο κατασκευής τους
ή τη χρήση τους, µε πρωτόκολλο κατεδάφισης της αρµόδιας Κτηµατικής Υπηρεσίας,
το οποίο αποστέλλεται στην Ειδική Υπηρεσία Επιθεώρησης και Κατεδάφισης
Αυθαιρέτων (ΕΥΕΚΑ) του άρθρου 28 του Ν. 4014/2011. Από την κατεδάφιση
εξαιρούνται κτίσµατα και κατασκευές που έχουν κηρυχθεί ως προστατευόµενες ή διατηρητέες
µε απόφαση αρµόδιας αρχής. Ενόσω εκκρεµεί η διαδικασία κήρυξης, αναστέλλεται η
έκδοση ή εκτέλεση εκδοθέντος πρωτοκόλλου κατεδάφισης.
3. Αν δεν µπορεί να διαπιστωθεί η ταυτότητα του προσώπου που κατέλαβε
την κοινόχρηστη έκταση και ανήγειρε την παράνοµη κατασκευή, δηµοσιεύεται
πρόσκληση του Προϊσταµένου της Κτηµατικής Υπηρεσίας µε ανάρτηση στην ιστοσελίδα
του Υπουργείου Οικονοµικών και καταχώριση σε µία εφηµερίδα, ηµερήσια ή
εβδοµαδιαία µε πανελλήνια κυκλοφορία και σε µια τοπική εφηµερίδα, ηµερήσια ή
εβδοµαδιαία, που εκδίδεται στην έδρα της οικείου ∆ήµου ή της περιφερειακής
ενότητας αν στο ∆ήµο δεν εκδίδεται τέτοια εφηµερίδα. Με την πρόσκληση καλείται
όποιος γνωρίζει το ως άνω πρόσωπο να γνωστοποιήσει στην υπηρεσία το
ονοµατεπώνυµο και τη διεύθυνσή του. Μετά την άπρακτη πάροδο προθεσµίας τριάντα
(30) ηµερών από την ανάρτηση και την τελευταία δηµοσίευση το πρωτόκολλο
κατεδάφισης εκδίδεται κατά αγνώστου και τοιχοκολλείται στην προς κατεδάφιση
κατασκευή και στο κατάστηµα του οικείου δήµου. Η συντασσόµενη έκθεση
αποστέλλεται στην Κτηµατική Υπηρεσία.
4. Αν µέσα σε προθεσµία ενός (1) µηνός από την συντέλεση της τελευταίας
κοινοποίησης του πρωτοκόλλου ή της τοιχοκόλλησής του δεν κατεδαφιστεί η
αυθαίρετη κατασκευή, ειδοποιείται για την κατεδάφιση η Ειδική Υπηρεσία
Επιθεώρησης και Κατεδάφισης Αυθαιρέτων (ΕΥΕΚΑ) του άρθρου 28 του Ν. 4014/2011.
Το πρωτόκολλο ισχύει ως άδεια της 19 κατεδάφισης της αρµόδιας αρχής και η
σχετική δαπάνη βαρύνει εις ολόκληρο τον χρήστη και τον παρανόµως ανεγείραντα το
κατεδαφισθέν, βεβαιώνεται δε και εισπράττεται κατά τις περί δηµοσίων εσόδων
διατάξεις.
5. Για την κατεδάφιση κατασκευών που κατασκευάστηκαν χωρίς άδεια ή µε
υπέρβαση της σχετικής άδειας µέσα στη θάλασσα το πρωτόκολλο της παρ. 2
εκδίδεται µετά από πρόταση της αρµόδιας Λιµενικής Αρχής και αν συντρέχει
περίπτωση εφαρµογής της παρ. 3, τοιχοκολλείται επιπλέον και στο αρµόδιο
Λιµεναρχείο. Αν από τις παράνοµες κατασκευές προκύπτει άµεσος και κατεπείγων
κίνδυνος για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, το πρωτόκολλο εκτελείται µετά την
πάροδο προθεσµίας επτά (7) ηµερών από την τοιχοκόλληση στο Λιµεναρχείο.
6. Επιτρέπεται, µετά τη λήξη της παραχώρησης, η κατεδάφιση κατασκευών
και έργων που κατασκευάσθηκαν ύστερα από παραχώρηση της χρήσης και µε άδεια της
αρµόδιας αρχής σε κοινόχρηστη παραλία, αιγιαλό ή συνεχόµενο µε αυτόν θαλάσσιο
χώρο, την παρόχθια ζώνη, την όχθη λίµνης ή τον συνεχόµενο λιµναίο χώρο και τον
πυθµένα θάλασσας ή λίµνης, αν δεν κρίνεται σκόπιµη η διατήρηση και χρήση τους
στα πλαίσια νέας παραχώρησης. Για την κατεδάφιση εκδίδεται απόφαση του Γενικού
Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης και πρωτόκολλο κατεδάφισης της Κτηµατικής
Υπηρεσίας.
Άρθρο 18
∆ιοικητικές κυρώσεις
1. Όποιος επιφέρει οποιαδήποτε
µεταβολή σε αιγιαλό, κοινόχρηστη παραλία, θάλασσα και πυθµένα αυτής, σε
ζώνη λιµένα, λίµνη ή ποταµό του άρθρου 2 και σε όχθη ή παρόχθια ζώνη αυτών,
χωρίς άδεια ή µε υπέρβαση αυτής ή µε άδεια που εκδίδεται κατά παράβαση του
νόµου αυτού, µε την κατασκευή, τροποποίηση ή καταστροφή έργων ή του εδάφους ή
του πυθµένα µε τη λήψη χώµατος, λίθων ή άµµου ή µε οποιονδήποτε άλλον τρόπο,
τιµωρείται µε διοικητικό πρόστιµο κατά την παράγραφο 13 του άρθρου 3 του Ν.
2242/1994, που εφαρµόζεται κατά τα λοιπά. Τα πρόστιµα επιβάλλονται, όσον αφορά
τις όχθες ποταµών και λιµνών από την αρµόδια Κτηµατική Υπηρεσία.
2. Με τη διοικητική κύρωση της προηγούµενης παραγράφου τιµωρούνται και
όσοι υπάλληλοι εκδίδουν άδεια κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόµου.
3. Τρίτος που κατά παράβαση της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του παρόντος
νόµου κάνει οποιαδήποτε χρήση των εκεί αναφερόµενων εγκαταστάσεων ή εν γένει
έργων τιµωρείται µε πρόστιµο ισόποσο µε το λιµενικό τέλος, που καταβάλλεται
στον πλησιέστερο λιµένα για τη χρήση παρόµοιων έργων ή λιµενικών εγκαταστάσεων,
το οποίο βεβαιώνεται σε βάρος του αυθαίρετου χρήστη µε απόφαση, άµεσα
εκτελεστή, της αρµόδιας λιµενικής αρχής και εισπράττεται ως δηµόσιο έσοδο.
4. Κατά της απόφασης επιβολής προστίµου της αρµόδιας Λιµενικής Αρχής,
στα πλαίσια της παραγράφου 1, επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής στον
Υπουργό Ναυτιλίας και Αιγαίου, µέσα σε προθεσµία τριάντα (30) ηµερών από την
ηµεροµηνία κοινοποίησής της. Η απόφαση του Υπουργού επί της προσφυγής
κοινοποιείται στον προσφεύγοντα το αργότερο µέσα σε τρεις (3) µήνες από την
υποβολή της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΙΜΕΝΕΣ
Άρθρο 19
Καθορισµός της ζώνης λιµένα
1. Ζώνες λιµένων είναι οι παράκτιες περιοχές στις οποίες περιλαµβάνονται
έργα αναγκαία για την εξυπηρέτηση της εύρυθµης λειτουργίας των λιµένων και αποτελούνται
από:
α) τη χερσαία ζώνη λιµένα, ήτοι τµήµα ξηράς αποτελούµενο από τον αιγιαλό
και τους αναγκαιούντες συνεχόµενους παραλιακούς χώρους και
β) τη θαλάσσια ζώνη λιµένα, η οποία περιλαµβάνει τις λεκάνες λιµένων
(συνεχόµενες µε τον αιγιαλό ή τυχόν κατασκευασµένα κρηπιδώµατα, µώλους,
προβλήτες) και έκταση θάλασσας µέχρι απόσταση πεντακοσίων (500) µέτρων από τις
ακτές της χερσαίας ζώνης, που περιορίζεται από την κάθετη προβολή στα ακραία
όρια της χερσαίας ζώνης. Αν τα νερά της θαλάσσιας ζώνης είναι αβαθή, η θαλάσσια
ζώνη λιµένα δύναται να επεκταθεί και πέρα από τη γραµµή των πεντακοσίων (500)
µέτρων µέχρι να συναντήσει την ισοβαθή γραµµή των τριάντα (30) µέτρων.
2. Για τον καθορισµό της ζώνης λιµένα υποβάλλεται πρόταση συνοδευόµενη
από τοπογραφικό διάγραµµα σε κλίµακα τουλάχιστον 1:1000, από το φορέα διοίκησης
και εκµετάλλευσης του λιµένα προς τον αρµόδιο για την έκδοση της απόφασης
Γενικό Γραµµατέα της Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης, ύστερα από σύµφωνη γνώµη των
αρµοδίων υπηρεσιών των Υπουργείων Οικονοµικών, Παιδείας, Θρησκευµάτων,
Πολιτισµού και Αθλητισµού και Ναυτιλίας και Αιγαίου, η οποία παρέχεται µέσα σε
τρεις (3) µήνες από τη λήψη της πρότασης στην οποία πρέπει να επισυνάπτονται
όλα τα αναγκαία για την έκδοση της γνώµης στοιχεία.
Η απόφαση καθορισµού δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως µαζί µε
το διάγραµµα και διαβιβάζεται, προς ενηµέρωση, µαζί µε το φύλλο δηµοσίευσης:
α) Στο Υπουργείο Οικονοµικών,
β) στο Γ.Ε.Ν.,
γ) στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής,
δ) στην αρµόδια Κτηµατική Υπηρεσία,
ε) στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου,
στ) στην εταιρεία Κτηµατολόγιο Α.Ε.,
ζ) στην Υπηρεσία ∆όµησης του οικείου ∆ήµου,
η) στη Γενική ∆ιεύθυνση Αλιείας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και
Τροφίµων,
θ) στη ∆ιεύθυνση Τουριστικών Λιµένων του Υπουργείου Τουρισµού,
ι) στη Γενική ∆ιεύθυνση Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισµού.
3. Η χερσαία ζώνη δεν επιτρέπεται να επεκτείνεται
α) πέρα από την πλησιέστερη ρυµοτοµική γραµµή του εγκεκριµένου σχεδίου
πόλης ή
β) πέρα από τη διαµορφωµένη γραµµή δόµησης σε παραδοσιακούς οικισµούς,
οικισµούς χωρίς εγκεκριµένο σχέδιο που δηµιουργήθηκαν πριν το έτος 1923 ή έχουν
πληθυσµό κάτω από 2.000 κατοίκους, εφαρµοζοµένων αναλόγως των διατάξεων που
ισχύουν για την χάραξη της ζώνης παραλίας.
Κατ’ εξαίρεση µπορεί να επεκτείνεται και πέρα από τα όρια του
προηγούµενου εδαφίου, µε ειδικώς αιτιολογηµένη απόφαση και σύµφωνη γνώµη του
Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής, αν κρίνεται
απολύτως αναγκαίο για τις ανάγκες ανάπτυξης και λειτουργίας του λιµένα.
4. Ακίνητα ιδιωτών που περιλαµβάνονται στη ζώνη λιµένα απαλλοτριώνονται
αναγκαστικά για λόγους δηµόσιας ωφέλειας υπέρ του ∆ηµοσίου και µε δαπάνη του
αρµόδιου φορέα διοίκησης και εκµετάλλευσης του λιµένα, εκτός αν υφίσταται
αιτιολογηµένη οικονοµική αδυναµία του φορέα, οπότε τη σχετική δαπάνη µπορεί να
αναλάβει το ∆ηµόσιο. Κοινόχρηστες ή ιδιόκτητες εκτάσεις του ∆ηµοσίου
περιλαµβάνονται στη ζώνη λιµένα χωρίς αποζηµίωση.
5. Ακίνητα που περιλαµβάνονται στη χερσαία ζώνη λιµένα και ακίνητα που
σχηµατίζονται από φυσικές προσχώσεις ή τεχνικά έργα στη θάλασσα ή τον αιγιαλό
είναι πράγµατα κοινής χρήσης, ανήκουν κατά κυριότητα στο ∆ηµόσιο και για την
προστασία τους εφαρµόζονται ανάλογα οι διατάξεις περί προστασίας των δηµοσίων
κτηµάτων. Για την έκδοση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής αρµόδιος είναι ο
φορέας διοίκησης και εκµετάλλευσης του λιµένα.
6. Με απόφαση του Γενικού Γραµµατέα της Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης
επιτρέπεται η περίφραξη ολόκληρης ή µέρους της οριοθετηµένης χερσαίας ζώνης
λιµένα, µε εισήγηση και δαπάνη του αρµόδιου φορέα διοίκησης και εκµετάλλευσης.
Για την έκδοση της απόφασης απαιτούνται γνωµοδοτήσεις της υπηρεσίας ∆όµησης του
οικείου ∆ήµου, του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού και του Υπουργείου Εµπορικής
Ναυτιλίας, οι οποίες παρέχονται µέσα σε τρεις (3) µήνες από τη λήψη του
σχετικού εγγράφου, αλλιώς θεωρείται ότι παρέχεται η συναίνεση των φορέων.
7. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονοµικών και Ναυτιλίας και
Αιγαίου, µπορεί επανακαθορίζεται η ζώνη αιγιαλού και κοινόχρηστης παραλίας που
περιλαµβάνεται στην χερσαία ζώνη λιµένα, αν οι εκτάσεις που περιλήφθηκαν σε
παλαιότερο καθορισµό ορίων της ζώνης λιµένα δεν είναι αναγκαίες για την εύρυθµη
λειτουργία του και τις ανάγκες ανάπτυξής του στο άµεσο µέλλον. Σχετικώς οι
φορείς διοίκησης υποχρεούνται, µέσα σε έξι (6) µήνες από την έναρξη ισχύος του
παρόντος, να υποβάλουν στην αρµόδια κατά τόπον Κτηµατική Υπηρεσία τοπογραφική
αποτύπωση της υφιστάµενης ζώνης λιµένα και έκθεση για τον τρόπο καθορισµού της
και τις ανάγκες του λιµένα που επιβάλουν την έκταση αιγιαλού και παραλίας που
καταλαµβάνει και εφόσον αµελήσουν µπορεί να κινήσει τη σχετική διαδικασία η
αρµόδια Κτηµατική Υπηρεσία. Στις περιπτώσεις που επιβάλλεται από το νόµο η
έγκριση Αναπτυξιακού Προγράµµατος και της Μελέτης ∆ιαχείρισης (Master Plan),
υποβάλλεται τούτο στην Κτηµατική Υπηρεσία και κινείται, µέσα σε έξι (6) µήνες
από την δηµοσίευση της απόφασης έγκρισης, η διαδικασία καθορισµού ή
επανακαθορισµού της ζώνης λιµένα κατά την παράγραφο 3.
8. Προγραµµατικές συµβάσεις οι οποίες συνάπτονται, σύµφωνα µε τις
διατάξεις του άρθρου 100 του Ν. 3852/2010, από τους φορείς διοίκησης και
εκµετάλλευσης λιµένων, εγκρίνονται από τον Γενικό Γραµµατέα της Αποκεντρωµένης
∆ιοίκησης, ύστερα από σύµφωνη γνώµη του Γ.Ε.Ν. και του Υπουργείου Ναυτιλίας και
Αιγαίου. Κατά τα λοιπά εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 100 του Ν.
3852/2010, πλην των παρ. 2β και 2γ.
Άρθρο 20
Αδειοδότηση έργων
1. Τα έργα σε ζώνη λιµένα µε φορείς διοίκησης Λιµενικά Ταµεία ή ∆ηµοτικά
Λιµενικά Ταµεία εκτελούνται µε απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Περιφέρειας µετά
από σύµφωνη γνώµη του Υπουργείων Ναυτιλίας και Αιγαίου, του Υπουργείου Παιδείας
και Θρησκευµάτων, Πολιτισµού και Αθλητισµού και του Γενικού Επιτελείου
Ναυτικού. Όταν ο φορέας διοίκησης και εκµετάλλευσης είναι ανώνυµη εταιρεία
αδειοδοτούνται σύµφωνα µε τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 46
του Ν. 4150/2013 (Α΄102). Η άδεια κατασκευής των έργων, όταν προβλέπεται,
κοινοποιείται πριν την έναρξη εκτέλεσης στην αρµόδια Λιµενική Αρχή, άλλως αυτή
ενηµερώνεται για το χρόνο έναρξης των εργασιών.
2. Η έκδοση απόφασης εκτέλεσης των έργων δεν κωλύεται από την ύπαρξη
υφισταµένων µη νοµίµως εκτελεσθέντων έργων, εφόσον από την τεχνική µελέτη
προβλέπεται η 22 κατεδάφισή τους, η οποία δύναται να ολοκληρωθεί µέχρι το πέρας
της εκτέλεσης των νέων έργων, συντασσοµένου σχετικώς πρωτοκόλλου, κατά τις
κείµενες διατάξεις.
3. Εφόσον διαπιστώνονται σοβαρά προβλήµατα σε εγκαταστάσεις της ζώνης
λιµένα (όπως υποσκαφές, καθίζηση, κατάρρευση κ.λπ.) που θέτουν σε άµεσο κίνδυνο
την ασφάλεια των χρηστών ή καθιστούν ιδιαιτέρως δυσχερή την περαιτέρω χρήση
τους, είναι δυνατή η εκτέλεση των απολύτως αναγκαίων προσωρινών προστατευτικών
έργων υπό την εποπτεία αρµόδιας τεχνικής Υπηρεσίας και µέχρι τη σύνταξη µελέτης
και έγκρισή της σύµφωνα µε τις κείµενες διατάξεις, για τη διασφάλιση του
δηµοσίου συµφέροντος και ειδικότερα την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση ακτοπλοϊκών -
δροµολογιακών αναγκών του λιµένα.
4. Έργα καθαρισµού και αποκατάστασης των λειτουργικών βαθών λιµενικών
εγκαταστάσεων, όπως αυτά προβλέπονται από τη µελέτη κατασκευής τους, τα οποία
καθίστανται αναγκαία εξαιτίας προσχώσεων από οποιαδήποτε αιτία, επιτρέπονται µε
απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Λιµένων και Λιµενικής Πολιτικής του Υπουργείου
Ναυτιλίας και Αιγαίου, η οποία εκδίδεται µετά από αίτηση του ενδιαφεροµένου. Η
απόφαση γνωστοποιείται πριν την έναρξη των εργασιών στην αρµόδια λιµενική αρχή
της περιοχής. Άδειες κατασκευής και χρήσης λιµενικών έργων που έχουν χορηγηθεί
ισχύουν και για όλες τις παραπάνω χρήσεις. Η διαχείριση των υλικών εκσκαφής
γίνεται κατά τις οδηγίες της λιµενικής αρχής και δεν εφαρµόζονται επί αυτών οι
διατάξεις για τη διαχείριση των δηµοσίων κτηµάτων.
Άρθρο 21
Επισκευές – συντηρήσεις – επεµβάσεις τοπικού χαρακτήρα.
1. Η συντήρηση και η επισκευή των λιµενικών εγκαταστάσεων που εµπίπτουν
στην αρµοδιότητα Οργανισµών Λιµένων µε µορφή Ανώνυµης Εταιρείας εκτελούνται
σύµφωνα µε τη διαδικασία της παρ. 5 του άρθρου 46 του Ν. 4150/2013 (Α΄102).
2. Επισκευές - επεµβάσεις τοπικού χαρακτήρα και εργασίες συντήρησης σε
υφιστάµενους λιµένες και λιµενικές εγκαταστάσεις µε φορείς διοίκησης Λιµενικά
Ταµεία ή ∆ηµοτικά Λιµενικά Ταµεία εκτελούνται µε απόφαση του Γενικού Γραµµατέα
Λιµένων και Λιµενικής Πολιτικής του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου και ύστερα
από κοινοποίηση της άδειας κατασκευής του έργου στην κατά τόπο αρµόδια Λιµενική
Αρχή, όταν συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) αποσκοπούν στη συντήρηση υπάρχοντος εξοπλισµού ή στην αποκατάσταση
φθορών, ζηµιών ή βλαβών που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των εργαζοµένων και
των χρηστών και προκαλούνται από συνήθη χρήση κατά την εκτέλεση θεµελιωδών
δραστηριοτήτων του λιµένα ή της λιµενικής εγκατάστασης (φορτοεκφόρτωση και
κυκλοφορία βαρέων οχηµάτων, αποβίβαση και επιβίβαση συναλλασσόµενων, συνήθη
καιρικά φαινόµενα κ.λπ.) ή και από έκτακτες καταστάσεις (θεοµηνίες, πρόσκρουση
πλοίων κ.λπ.), όπως ιδίως υποσκαφές (σπηλαιώσεις), πάσης φύσεως φθορές ή ζηµιές
σε κρηπιδώµατα και προβλήτες, καθιζήσεις ανωδοµών, εξοπλισµός που χρήζει
αντικατάστασης, τοπικές αστοχίες θωράκισης − προστασίας εξωτερικών λιµενικών
έργων (βραχισµός),
β) δεν τροποποιούν µε οποιονδήποτε τρόπο τα γεωµετρικά χαρακτηριστικά
των λιµένων ή των λιµενικών εγκαταστάσεων,
γ) ο προϋπολογισµός δαπάνης δηµοπράτησής τους δεν υπερβαίνει το ποσό των
100.000,00 ευρώ πλέον δαπάνης Φ.Π.Α. και
δ) συνδέονται άµεσα µε την οµαλή και ασφαλή λειτουργία του λιµένα ή της
λιµενικής εγκατάστασης.
3. Με απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Λιµένων και Λιµενικής Πολιτικής του
Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου υλοποιούνται επίσης σε υφιστάµενους λιµένες
και λιµενικές εγκαταστάσεις µε φορείς διοίκησης Λιµενικά Ταµεία ή ∆ηµοτικά
Λιµενικά Ταµεία οι εξής επεµβάσεις - αναβαθµίσεις τοπικού χαρακτήρα:
α) Εξοπλισµός και εργασίες που αποσκοπούν στη δηµιουργία υποτυπωδών,
µικρής έκτασης εγκαταστάσεων για την εξυπηρέτηση των διακινούµενων επιβατών και
εργαζοµένων, όπως ψύκτες νερού, σκιάδια, χηµικές τουαλέτες, A.T.M. Τραπεζών,
µηχανήµατα αυτόµατης έκδοσης εισιτηρίων, εξοπλισµός και σήµανση για τη
διακίνηση πεζών και οχηµάτων κ.λπ.
β) Η εγκατάσταση συστηµάτων ασφαλείας µε στόχο τη συµµόρφωση µε τις
απαιτήσεις του ∆ιεθνούς Κώδικα περί Ασφάλειας Πλοίων και Λιµενικών
Εγκαταστάσεων ISPS (International Ship and Port Facility Security), του
Ν.3622/2007 (Α΄284), της Συνθήκης Schengen, του Κανονισµού (ΕΚ) 725/2004, της
Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2005/65 για τη βελτίωση της ασφάλειας των πλοίων, των
λιµενικών εγκαταστάσεων και των λιµένων από σκόπιµες παράνοµες ενέργειες και
των µελετών Σχεδίου Ασφάλειας Λιµενικής Εγκατάστασης (Σ.Α.Λ.Ε.) που έχουν
εκπονηθεί µε βάση τη µελέτη Αξιολόγησης Λιµενικών Εγκαταστάσεων (Α.Λ.Ε.), όπως
κινητές περιφράξεις, εγκατάσταση φυλακίων ελέγχου, τοποθέτηση καµερών
παρακολούθησης επί στύλων, προστατευτικές µπάρες και άλλες ήσσονος σηµασίας
παρεµβάσεις, µε τις οποίες δεν τροποποιούνται ή αλλοιώνονται τα υφιστάµενα
γεωµετρικά χαρακτηριστικά των λιµένων ή των λιµενικών εγκαταστάσεων και δεν
παρακωλύεται η λειτουργία τους. Για την έναρξη εκτέλεσης των εργασιών της
παραγράφου αυτής απαιτείται η κοινοποίηση της άδειας κατασκευής του έργου,
εφόσον απαιτείται στη συγκεκριµένη περίπτωση, στην κατά τόπο αρµόδια Λιµενική
Αρχή.
Άρθρο 22
Παραχωρήσεις χώρων ζώνης λιµένα
1. Επιτρέπεται η παραχώρηση της χρήσης χώρων της ζώνης λιµένα, µε
αντάλλαγµα και για ορισµένο χρονικό διάστηµα. Για την παραχώρηση εκδίδεται
απόφαση της διοίκησης του φορέα διοίκησης και εκµετάλλευσης λιµένα που
εγκρίνεται από τον Γενικό Γραµµατέα Αποκεντρωµένης ∆ιοίκησης, µετά από σύµφωνη
γνώµη
α) του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου
β) της Γενικής Γραµµατείας ∆ηµοσίων Έργων του Υπουργείου Ανάπτυξης,
Ανταγωνιστικότητας, Υποδοµών, Μεταφορών και ∆ικτύων, όταν αυτή επιβλέπει κατά
το νόµο µελέτες και έργα σε ζώνες λιµένων και
γ) του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδοµών, Μεταφορών και
∆ικτύων, προκειµένου για παραχώρηση χώρων της ζώνης λιµένα σε βιοµηχανικές
µονάδες, εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών, µεταλλευτικές, λατοµικές επιχειρήσεις
και επιχειρήσεις βιοµηχανικών ορυκτών.
2. ∆εν απαιτούνται οι γνωµοδοτήσεις της προηγούµενης παραγράφου, σε
περιπτώσεις παραχώρησης της απλής χρήσης χώρων της χερσαίας ζώνης λιµένα για
χρονική διάρκεια µικρότερη των τριών ετών, όταν δεν συνοδεύεται από την
κατασκευή έργων µόνιµης ή προσωρινής φύσης.
3. ∆εν απαιτείται έγκριση της απόφασης του ∆ιοικητικού Συµβουλίου
Οργανισµών Λιµένων µε µορφή ανώνυµης εταιρείας, για την παραχώρηση απλής χρήσης
των χώρων της ζώνης λιµένα. Όταν η παραχώρηση της χρήσης συνοδεύεται από την
κατασκευή έργου µόνιµης φύσης, η απόφαση του διοικητικού συµβουλίου της Α.Ε.
υπόκειται στην έγκριση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου.
4. Εφόσον η παραχώρηση γίνεται σε αλλοδαπό φυσικό ή νοµικό πρόσωπο,
εφαρµόζονται οι διατάξεις του Ν. 2322/1953 (ΦΕΚ 66 Α΄).
5. Επιτρέπεται, µε κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου και
του καθ’ ύλην αρµόδιου Υπουργού, ύστερα από γνώµη του φορέα διοίκησης και
εκµετάλλευσης του Λιµένα, η εκ µέρους του ∆ηµοσίου χρήση, χωρίς αντάλλαγµα,
χώρων της ζώνης του Λιµένα για τη στέγαση υπηρεσιών ή την ανέγερση δηµόσιων
καταστηµάτων για την εύρυθµη λειτουργία του λιµένα, όπως ιδίως Τελωνείων,
Λιµενικών Αρχών, Υγειονοµείων, Γραφείων Πλοηγικής Υπηρεσίας, Πυροσβεστικών
Σταθµών, καθώς και εγκαταστάσεων κάθε είδους για τις αµυντικές ανάγκες της
χώρας. Η χρήση των χώρων αυτών για άλλους σκοπούς απαγορεύεται.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
ΕΞΟΥΣΙΟ∆ΟΤΙΚΕΣ - ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 23
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών, Περιβάλλοντος Ενέργειας και
Κλιµατικής Αλλαγής και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων µπορεί να ορίζεται ότι
υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόµου και άλλοι ποταµοί και λίµνες πλην
των αναφεροµένων στην παράγραφο 2 του άρθρου 2.
2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονοµικών µπορεί να καθορίζονται:
α) Οι τεχνικές λεπτοµέρειες της εφαρµογής του άρθρου 3.
β) Η αποζηµίωση των µελών της Επιτροπής του άρθρου 4.
γ) Οι τεχνικές λεπτοµέρειες για τα κριτήρια που χρησιµοποιούνται και τις
ενέργειες για τον εντοπισµό, καταγραφή και διαχείριση παλαιών αιγιαλών, οι
ειδικότερες υποχρεώσεις των υπηρεσιών και φορέων του ∆ηµοσίου και κάθε άλλη
λεπτοµέρεια που είναι αναγκαία για τη εφαρµογή του παρόντος.
δ) Οι απαιτούµενες ενέργειες της ∆ιοίκησης για την ενηµέρωση των
στοιχείων του Κτηµατολογίου για τα ακίνητα που χαρακτηρίζονται ως παλαιός
αιγιαλός.
ε) Πρότυπα τεύχη προκηρύξεων διαγωνισµών και πράξεων παραχώρησης του
άρθρου 10, τα οποία χρησιµοποιούνται υποχρεωτικά από τις αρµόδιες υπηρεσίες.
στ) Το ανώτατο εµβαδόν του παραχωρούµενου κατά χρήση τµήµατος αιγιαλού ή
και κοινόχρηστης παραλίας, σύµφωνα µε την παρ. 1 του άρθρου 11 και οι όροι που
διασφαλίζουν την δυνατότητα χρήσης των πραγµάτων της παραγράφου 1 εκ µέρους του
κοινού (όπως ιδίως αποστάσεις µεταξύ των παραχωρούµενων τµηµάτων κ.λπ.)
λαµβανοµένων υπόψη του µεγέθους και των λοιπών ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του
προς παραχώρηση χώρου αιγιαλού και παραλίας.
ζ) Οι διαστάσεις, τα υλικά κατασκευής, τα µορφολογικά και λειτουργικά
χαρακτηριστικά και προδιαγραφές γενικά των κατασκευών και εγκαταστάσεων
αναψυχής των παρ. 1 έως 4 του άρθρου 11.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής µπορεί να καθορίζονται οι διαδικασίες και οι
λοιπές αναγκαίες λεπτοµέρειες για την εφαρµογή του άρθρου 5.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών που εκδίδεται ύστερα από γνώµη
των συναρµόδιων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 13 Υπουργείων, µπορεί να
καθορίζονται ειδικότεροι όροι και προδιαγραφές για τις πλωτές εξέδρες και
θαλάσσια ή και λιµναία πάρκα.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, που εκδίδεται µέσα σε έξι (6)
µήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ύστερα από γνώµη των Υπουργείων
Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδοµών, Μεταφορών και ∆ικτύων, Περιβάλλοντος
Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής και Τουρισµού, καθορίζεται το αντάλλαγµα
χρήσης των πραγµάτων του άρθρου 16, µε κριτήρια την αξία της γης η οποία
συνορεύει µε τον αιγιαλό, σύµφωνα µε το αντικειµενικό σύστηµα προσδιορισµού της
αξίας των ακινήτων, όπου αυτό ισχύει και άλλα πρόσφορα συγκριτικά στοιχεία στις
λοιπές περιπτώσεις, την χρήση του παραχωρούµενου πράγµατος για σκοπούς
τουριστικούς, αναψυχής του κοινού ή άλλους σκοπούς εξυπηρέτησης βιοµηχανικών ή
λιµενικών εγκαταστάσεων και την επιφάνεια του παραχωρούµενου πράγµατος. Με την
απόφαση ορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος της, οι παραχωρήσεις που αυτή
καταλαµβάνει, το ποσοστό προσαύξησης επί της µισθωτικής αξίας των ακινήτων η
οποία θα επιβάλλεται σε περιπτώσεις αυθαίρετης χρήσης και ο χρόνος καταβολής
του ανταλλάγµατος.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας
και Κλιµατικής Αλλαγής και Ναυτιλίας και Αιγαίου µπορεί να καθορίζονται ιδιαίτερα
ο τρόπος κατεδάφισης και κάθε άλλη λεπτοµέρεια για την εφαρµογή του άρθρου 17
στις περιπτώσεις αυθαίρετων κατασκευών µέσα στην ζώνη λιµένα.
Άρθρο 24
Μεταβατικές και τελικές διατάξεις
1. Οι διατάξεις του παρόντος νόµου έχουν εφαρµογή και στα νησιά του
Νοµού ∆ωδεκανήσου, εφ’ όσον δεν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του Κ.∆.
132/1929 περί Κτηµατολογικού Κανονισµού ∆ωδεκανήσου, που διατηρήθηκαν σε ισχύ
µε το άρθρο 8 του Ν. 510/1947 (Α 298). Στα νησιά που υπάρχει κτηµατολόγιο, στο
διάγραµµα της παρ. 7 του άρθρου 3 που υποβάλλεται για τον καθορισµό
αποτυπώνονται οι κτηµατολογικές µερίδες και βεβαιώνεται από το αρµόδιο
Κτηµατολογικό γραφείο η ορθότητα των αποτυπωµένων κτηµατολογικών µερίδων.
2. ∆εν θίγονται από τον παρόντα νόµο οι διατάξεις του Α.Ν. 376/1936
«Περί µέτρων ασφαλείας οχυρών θέσεων» (Α 546), τα άρθρα 24 έως και 32 του Ν.
1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄), όπως ισχύουν µετά την τροποποίησή τους µε το άρθρο 114
του Ν. 3978/2011 (Α 137), καθώς και διατάξεις της κείµενης νοµοθεσίας, που
αφορούν την προστασία της πολιτιστικής κληρονοµιάς, την εξυπηρέτηση της εθνικής
άµυνας και της ασφάλειας της Χώρας.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 31 του Ν. 2971/2001 (Α΄ 285)
καταργούνται. Εκκρεµείς υποθέσεις που αφορούν τον καθορισµό παραλίας και
παλαιού αιγιαλού, όχθης και παρόχθιας ζώνης εξακολουθούν να διέπονται από τις
µέχρι τούδε κείµενες διατάξεις και οι καθοριζόµενες οριογραµµές µεταφέρονται,
µε ευθύνη της αρµόδιας Κτηµατικής Υπηρεσίας, στα υπόβαθρα του άρθρου 3.
4. Το άρθρο 13 του Ν. 1540/1938 καταργείται.
5. ∆ιαδικασίες έκδοσης αδειών εκτέλεσης έργων σε πράγµατα του άρθρου 1
και νοµιµοποίησης τέτοιων έργων εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις του
Ν. 2971/2001 µέχρι την ολοκλήρωσή τους, εκτός αν υποβληθεί παραίτηση από την
υποβληθείσα αίτηση, προκειµένου να υποβληθεί νέα, µε βάση τις διατάξεις του
παρόντος.
6. Η ειδική νοµοθεσία για το καθεστώς του Αγίου Όρους, όπως αυτό
καθορίζεται από το άρθρο 105 του Συντάγµατος, τον καταστατικό χάρτη του Αγίου
Όρους και το κυρωτικό αυτού Ν.∆. της 10/16.9.1926 διατηρείται.
7. Παραµένουν σε ισχύ:
α) Ο Ν. 2160/1993 «Ρυθµίσεις για τον Τουρισµό και άλλες διατάξεις» (Α
118) εκτός της παραγράφου 21 του άρθρου 6 του νόµου αυτού.
β) ∆ιατάξεις νόµων και κανονιστικών πράξεων µε ειδικές ρυθµίσεις περί
αιγιαλού, παραλίας, θάλασσας, λιµένων και αλιείας.
γ) Ειδικές διατάξεις που ρυθµίζουν την εγκατάσταση αιολικών πάρκων και
υδατοδροµίων στη θάλασσα, την εγκατάσταση φάρων και την υλοποίηση στρατηγικών
επενδύσεων στην παραλία, τον αιγιαλό και τον συνεχόµενο θαλάσσιο χώρο.
δ) Ειδικές περί τουριστικών ακινήτων διατάξεις που ρυθµίζουν την
παραχώρηση χρήσης αιγιαλού και παραλίας εκ µέρους της «Εταιρείας Ακινήτων του
∆ηµοσίου (ΕΤΑ∆ ΑΕ)».
Άρθρο 25
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόµου αρχίζει από την πρώτη του µεθεπόµενου της
δηµοσίευσής του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως µηνός, εκτός και αν ορίζεται
διαφορετικά από αυτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου