Από το βιβλίο του καθηγητή Πολυχρόνη Κ. Ενεπεκίδη
«ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ. ΙΜΒΡΟΣ • ΤΕΝΕΔΟΣ • ΛΗΜΝΟΣ • ΛΕΣΒΟΣ • ΧΙΟΣ • ΣΑΜΟΣ • ΠΑΤΜΟΣ. 1800-1923»
Τα χρόνια 1800-1923, από τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης μέχρι τη Συνθήκη της Λωζάνης, με βάση τις εντυπώσεις Ευρωπαίων λογίων περιηγητών από τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος και Πάτμος, περιγράφει στο βιβλίο του ο αείμνηστος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βιέννης Πολυχρόνης Κ. Ενεπεκίδης (Αμισός Πόντου 1917 - 2014 Βιέννη). Ιστορικός, βυζαντινολόγος, μελετητής ευρωπαϊκών αρχείων και βιβλιοθηκών Αυστρίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ελλάδας, Ελβετίας, Ιταλίας, Βρετανίας και Ουγγαρίας. Τα βιβλία του αποτελούν πολύτιμες πηγές της Ιστορίας μας. Στο παρακάτω απόσπασμα, από τις σελ. 179-181, ο Πρώσσος περιηγητής Πάουλ Λίνταου περιγράφει το οδυνηρό ξάφνιασμά του σαν πρωταντίκρισε λεπρούς στο ταξίδι του στη Λέσβο και μας δίνει όσες πληροφορίες συνέλεξε για τη νόσο λέπρα και το Λωβοχώρι Πλωμαρίου, που βρισκόταν στην περιοχή "Ράχες" ή "Λουβιάρκα" ή "στων Λωβών", όπου σώζονται ναΰδριο του Αγίου Γεωργίου και μεγάλος πεύκος (πρβ. κατάρα «Να πας σκ’ λούβα τσι σκ’ Ράχ’»).
Με τους λεπρούς της Λέσβου
«Πριν αποχωριστώ τη Λέσβο, πρέπει να περιγράψω ακόμη μια συνάντηση που, όταν την θυμάμαι, με πιάνει ακόμη και σήμερα ανατριχίλα.
» Ήταν μια ηλιόλουστη ημέρα όταν ξεκίνησα να πάω στο χωριό Μόρια1 για να δω το ρωμαϊκό υδραγωγείο. Κάτω άκουα τον απαλό φλοίσβο της βαθυγάλαζης θάλασσας του πορθμού, που ήταν σχεδόν ασάλευτη κι έδειχνε να χαϊδεύει τρυφερά την κομματιασμένη ακτή, ενώ από απέναντι χαιρέτιζαν τα βουνά της Μικρασίας τυλιγμένα μέσα στην ηλιόχρυση αχλύ2. Πάνω απ’ ολόκληρο το τοπίο απλωνόταν μια θαυμάσια γαλήνη.
» Ξαφνικά ακούω το μονότονο κλαψιάρικο τραγούδι ενός ζητιάνου. Όταν το βλέμμα μου έπεσε πάνω του και είδα και τους συντρόφους του ξαπλωμένους στο δρόμο να εκθέτουν τρόπον τινά τα απερίγραπτα φρικιαστικά ακρωτηριασμένα μέλη τους για να προκαλέσουν τη συμπόνια ─ μ’ έπιασε αποτροπιασμός και φρίκη. Ήσαν οι πρώτοι λ ε π ρ ο ί που έβλεπα στη ζωή μου, διότι οι αποκαλούμενοι "leprosi", οι αποκρουστικοί εκείνοι από την ακαθαρσία και τον εκφυλισμό που είχα δει στις πύλες του καθεδρικού ναού του Μεξικού, έχουν με τους δυστυχισμένους αυτούς αρρώστους της Ανατολής μόνο το όνομα κοινό. Εδώ στη Λέσβο, όπως και στη Σάμο, υπάρχει ακόμη η ασθένεια στην αποκρουστική της μορφή, με τον ιατρικό όρο "lepra mutilans", που παραμορφώνει το ανθρώπινο πρόσωπο κατά τρόπο φρικιαστικό, που τυφλώνει κι από τα άκρα του σώματος δεν αφήνει πίσω παρά πραγματικά κούτσουρα. Καμιά ανθρώπινη φαντασία δεν είναι σε θέση να σχηματίσει μια εικόνα των φρικιαστικών παραμορφώσεων των πλέον δυστυχισμένων αυτών όντων, γι’ αυτό και αποφεύγω να κάνω έστω και έναν υπαινιγμό που θα μπορούσε να προκαλέσει σε άλλους τα φρικαλέα αισθήματα που αναγκαστικά δημιουργήθηκαν σε μένα όταν τους ατένισα.
» Και τα όντα αυτά ζουν, αναπνέουν και προσπαθούν ζητιανεύοντας να κρατήσουν την αποκρουστική τους ύπαρξη μέσα στο αιώνιο σκοτάδι! Το ανεξερεύνητο μυστικό της επιθυμίας του ανθρώπου να ζήσει, να ζήσει ακόμη και κάτω από τις πιο φοβερές συνθήκες που μπορεί να φανταστεί ο νους, αυτή η χαρά του ζην, η "joie de vivre", όπως την περιέγραψε ποιητικά ο Ζολά3 με την αριστουργηματική αδυσώπητη γλώσσα της σάτιρας, δεν μου έγινε ποτέ τόσο συνειδητή και ανάγλυφη κατά τόσο συγκλονιστικό τρόπο όσο στη Λέσβο. Τα αθλιότατα αυτά πλάσματα δεν συντηρούν μέσα στο σκοτάδι της αιώνιας νύχτας μόνο το μαρτύριο μιας ύπαρξης που τραυλίζει και ψηλαφάει τα γύρω ─ όχι, αλλά και σ’ αυτούς εκπληρώνεται η ουράνια επαγγελία “του καρπού της κοιλίας” και του πολλαπλασιασμού του, για να μεταβληθεί σε κατάρα για τους ίδιους και τους απογόνους τους. Ζευγαρώνουν και γεννούν παιδιά που κουβαλούν μαζί τους το σπέρμα της πιο άθλιας ανθρώπινης ζωής, και μάλιστα με τις ευλογίες της εκκλησίας.
» Πολύ κοντά στο χωριό Πλωμάρι, όπου ανθεί η ζωή, και οι ωραίες γυναίκες του φημίζονται ─ τι φοβερή ειρωνεία! ─ για τη διατήρηση του αρχαίου ελληνικού τύπου, πάνω - κάτω μια ώρα μακριά με τα πόδια, έχουν εγκατασταθεί οι λεπροί στην αποικία τους. Στο χάρτη της δυτικής Μικράς Ασίας του Κίπερτ4 λέγεται αυτό το χωριό Λ ω β ο χ ώ ρ ι5 ενώ στη Μυτιλήνη το λένε Λωβιατοχώρι ─ το χωριό των λεπρών. Εκεί ζουν οι λεπροί ζευγαρωμένοι σε οικογένεια κι έχουν κι έναν παπά που βλογάει τον ολέθριο γάμο τους. Τα παιδιά τους, που είναι καταδικασμένα στη φρικιαστική παραμόρφωση των μελών τους, δεν φανερώνουν συνήθως κατά τα πρώτα χρόνια κανένα ίχνος της αρρώστιας τους. Όταν φτάσουν τ’ αγόρια σε ηλικία 8 ως 10 ετών γίνονται αγωγιάτες, τα κορίτσια εργάζονται στα εργοστάσια σαπωνοποιίας ή σαν υπηρέτριες. Όταν γίνουν 14 χρονών περίπου, αρχίζουν να φανερώνονται τα πρώτα ύποπτα πρηξίματα, οπότε τους διώχνουν να πάνε στην “πατρίδα” τους, στη γήινη κόλαση, “nella città dolente… nell eterno dolore tra la perduta gente”6, όπως γράφει ο μεγάλος ποιητής7.
» Το ζήτημα αν η λέπρα8 είναι μεταδοτική ή κληρονομική δεν θέλω να το θίξω, επειδή δεν είμαι γιατρός. Το συνέδριο των Γερμανών φυσιοδιφών9 και γιατρών τάχθηκε με τη γνώμη, αν δεν με απατά η μνήμη, ότι είναι μεταδοτική, όμως σε περιορισμένο βαθμό, και εναντίον της κληρονομικότητας. Ο δόκτωρ Bargigly10, που εργάστηκε στη Μυτιλήνη πάνω από 30 χρόνια σαν παθολόγος και απέκτησε μεγάλη περιωπή και που επισκέπτεται εξάλλου τακτικά το χωριό των λεπρών και κουράρει εκεί αρρώστους, επομένως έχει οπωσδήποτε αποκτήσει πλούσια πείρα, αντίθετα προς τους Γερμανούς ειδικούς, αποκλείει τη μεταδοτικότητα και υποστηρίζει την κληρονομικότητα της αρρώστιας. Αναφέρει το εξής παράδειγμα από την ιατρική του πείρα: Ένας άνδρας στον οποίο δεν έχουν εκδηλωθεί ακόμη καθαρά τα συμπτώματα της λέπρας παντρεύεται στη Μυτιλήνη ένα υγιές κορίτσι. Από το γάμο γεννιούνται δυο παιδιά. Όταν τα παιδιά είχαν μεγαλώσει λιγάκι, εκδηλώνεται στον πατέρα η λέπρα. Ο πατέρας πηγαίνει αναγκαστικά στο χωριό των λεπρών, η γυναίκα ακολουθεί τον δυστυχισμένο άνδρα της αφού αναθέσει τη φροντίδα των παιδιών στην αδελφή της. Η ίδια πιστεύει πως η αρρώστια είναι μεταδοτική και κάνει τη μεγάλη για μια μάνα θυσία να μην ξαναδεί τα παιδιά της, για να μην κολλήσουν κι αυτά την αρρώστια και να μείνουν γερά. Έπειτα από μερικά χρόνια εκδηλώνεται στα παιδιά η λέπρα, ενώ η μάνα μένει υγιής ανάμεσα στους λεπρούς του χωριού… Αναφέρω την περίπτωση αυτή έτσι όπως μου την αφηγήθηκε ο ίδιος ο δόκτωρ Bargigly (σ.μ.: που ήταν, ας σημειωθεί, και πρόξενος της Αυστροουγγαρίας στη Λέσβο).
» Όπως και να έχει το πράγμα πάντως, είναι ευεξήγητο ότι απομονώνουν τους λεπρούς από τον υπόλοιπο κόσμο σε ειδικές αποικίες, για να προστατεύσουν τους συνανθρώπους τους από την αηδία και τη φρίκη. Από την άλλη πλευρά μου φαίνεται επίσης πολύ λογικό να χωρίζουν μεταξύ των ασθενών τους άνδρες από τις γυναίκες, όπως αυτό εφαρμόζεται με μεγάλη αυστηρότητα στην πολύ καλά οργανωμένη "Λεπροσεριά" στη Σάμο11. Στη Λέσβο επιτρέπεται σε μερικούς από τους λεπρούς να πλησιάζουν τη Μυτιλήνη, στο δρόμο προς τη Μόρια, σε απόσταση περίπου δύο χιλιομέτρων. Σε μεγάλες όμως γιορτές και ημέρες αργίας, οπότε οι ελεημοσύνες των φιλεύσπλαχνων ρέουν πλουσιότερες, αφήνουν τους λεπρούς να ζητιανεύουν και μέσα στη Μυτιλήνη, στις πόρτες της εκκλησίας και στους δρόμους.
» Είναι μήπως τυχαίο ότι την περιγραφή μου της Λέσβου των ημερών μας την έκλεισα άθελα αναφέροντας τους λεπρούς και τους λαθρεμπόρους;»
Πάουλ Λίνταου (Paul Lindau)12, Μάιος 1898
(Πηγή: Πολυχρόνης Κ. Ενεπεκίδης, «ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ.
ΙΜΒΡΟΣ • ΤΕΝΕΔΟΣ • ΛΗΜΝΟΣ • ΛΕΣΒΟΣ • ΧΙΟΣ • ΣΑΜΟΣ • ΠΑΤΜΟΣ. 1800-1923», εκδόσεις
Εστία, Αθήνα 1997, σελ. 179-181)
1. Μόρια: χωριό της Α. Λέσβου, βόρεια της πρωτεύουσας. Έχει πληθυσμό 1.164 κατοίκους (απογραφή 2011) και ανήκει στη Δημοτική Ενότητα Μυτιλήνης. Γνωστή για την παραγωγή οπωροκηπευτικών. Μεγάλες καταστροφές έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια λόγω του ΚΥΤ προσφύγων που υπήρχε εκεί μέχρι πρόσφατα. Κοντά στο χωριό βρίσκεται ένα μνημειώδες ρωμαϊκό υδραγωγείο.
2. αχλύς (η): καταχνιά, πολύ λεπτή ομίχλη.
3. Εμίλ Ζολά (Emile Zola, Παρίσι 1840-1902): Γάλλος συγγραφέας, ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος της λογοτεχνικής σχολής του νατουραλισμού. Το πιο γνωστό έργο του είναι το μυθιστόρημα «Νανά».
4. Χάινριχ Κίπερτ (Heinrich Kiepert, Βερολίνο 1818 - 1899): Ονομαστός Γερμανός γεωγράφος. Χάρτης του Κίπερτ παρουσιάζει την εθνογραφική κατανομή των πληθυσμών στις Βαλκανικές χώρες το 1876.
5. Για το Λωβοχώρι βλέπε Ιωάννης Κ. Μουτζούρης, «Η λώβη και το λωβοχώρι Πλωμαρίου» (1941, ανάτυπο από πρδκ. «Ο Ποιμήν»)· Ιωάννης Μαυραγάνης «Παλαιοχώρι Πλωμαρίου Λέσβου. Παράδοση - Ιστορία - Η Ζωή και τα Έθιμα», σελ. 46-49. Σε μελλοντική ανάρτησή μας θα αναφέρουμε πληροφορίες από τα βιβλία τους.
6. “nella città dolente... nell eterno dolore tra la perduta gente”: «...περνούν στην πονεμένη πόλη… στην αιώνια θλίψη ανάμεσα στους χαμένους ανθρώπους…»: στίχοι από τη «Θεία Κωμωδία», άσμα III, «Κόλαση» του Δάντη Αλιγκιέρι.
7. Δάντης Αλιγκιέρι (Dante Alighieri, Φλωρεντία 1265-1321 Ραβέννα). Ιταλός ποιητής, φιλόλογος και πολιτικός στοχαστής. Κορυφαίο έργο του η «Θεία Κωμωδία» (1307-1321) στη λαϊκή γλώσσα της Τοσκάνης, η οποία θα επιβληθεί ως κοινή ιταλική γλώσσα, γεγονός που τον θα τον καθιερώσει ως τον μεγάλο ποιητή της Ιταλίας.
8. Λέπρα ή λώβη ή λούβα ή λώρα ή κελεφία ή μεσκινιά ή νόσος του Χάνσεν: είναι χρόνια λοιμώδης παραμορφωτική ασθένεια του ανθρώπου, που προκαλείται από τα μυκοβακτήρια mycobacterium leprae και mycobacterium lepromatosis. Γνωστή από την αρχαιότητα, στην αρχαία Ελλάδα λεγόταν ελεφαντίαση. Ονομάζεται και «ιερή νόσος», όπως και η επιληψία, γιατί πίστευαν ότι την έστελνε ο Θεός για να τιμωρήσει τους αμαρτωλούς. Πιστεύεται ότι πρωτοεμφανίστηκε στην Ινδία κι έπειτα διαδόθηκε παντού. Προσβάλλει το δέρμα και τα νεύρα και προκαλεί πρηξίματα, παραμορφώσεις, νέκρωση νεύρων, μολύνσεις, φυματίωση, ακρωτηριασμούς, τύφλωση. Ετυμολογία λ. λέπρα από α.ε. λέπω (= ξεφλουδίζω)→ το λέπος (= λέπι, φλούδα) → λεπερός (= ο γεμάτος λέπια) > λεπρός. Παλαιότερα θεωρούνταν νόσος μεταδοτική, κληρονομική κι αθεράπευτη, γι’ αυτό οι λεπροί απομονώνονταν στα λωβοχώρια ή νοσηλεύονταν σε λωβοκομεία. Το 1873 ο Νορβηγός ιατρός Γκέρχαρντ Χένρικ Αρμάουερ Χάνσεν (1841-1912, G. H. Armauer Hansen) ανακάλυψε το μυκοβακτήριο ως αίτιο της λέπρας, το οποίο αναγνωρίστηκε από τον Άλμπερτ Νάισερ. Ο Χάνσεν συμπέρανε ότι η νόσος είναι μολυσματική, αλλά μπορεί να περιοριστεί, αν απομονωθούν οι πάσχοντες, οι οποίοι ζούσαν ζωή ντροπιαστικά τραγική κι αναγκάζονταν να επαιτούν. Ονομαστός τόπος απομόνωσης η Σπιναλόγκα στην Κρήτη, μέχρι το 1957 περίπου. Από τα μέσα του 20ού αιώνα, με τη χρήση αντιμικροβιακών και αντιβιοτικών φαρμάκων, η λέπρα αντιμετωπίζεται. Το 1948 θα ανακαλυφτεί στην Αμερική το πρώτο αποτελεσματικό φάρμακο κατά της νόσου, η οποία δεν έχει εκλείψει εντελώς. Σήμερα κυκλοφορούν αρκετά φάρμακα κατά της λέπρας, που είναι ιάσιμη, ειδικά σε πρώιμο στάδιο. Παγκόσμια Ημέρα κατά της λέπρας έχει καθιερωθεί από το 1954 η τελευταία Κυριακή του Ιανουαρίου (Βικιπαίδεια κ.ά.).
9. φυσιοδίφης: συστηματικός μελετητής κι ερευνητής της φύσης.
10. Θεόδωρος Bargigly, ιατρός παθολόγος και υποπρόξενος της Αυστροουγγαρίας στην τουρκοκρατούμενη Μυτιλήνη από το 1848 μέχρι το θάνατό του το 1884. Ασκούσε με ανιδιοτέλεια την ιατρική, περιθάλποντας φτωχές οικογένειες και λεπρούς. Πίστευε πως η λέπρα ήταν νόσος κληρονομική. Με την άδεια του Ριζά πασά αγόρασε το τσιφλίκι της Κρατήγου.
11. «Λεπροσεριά» Σάμου: Λεπροκομείο, έργο του προτελευταίου Ηγεμόνα της Σάμου Αλέξανδρου Καραθεοδωρή πασά. Χώρισε τους λεπρούς άνδρες από τις λεπρές γυναίκες κι απαγόρευσε με νόμο το γάμο μεταξύ λεπρών. Έτσι πέτυχε να ελαττώσει σημαντικά τον αριθμό των λωβών, που ζούσαν εκεί απομονωμένοι σαν αιχμάλωτοι. Βλέπε Ενεπεκίδη «Αρχιπέλαγος…», σελ. 272-273.
12. Πάουλ Λίνταου (Paul Lindau, 1839-1919), Πρώσσος συγγραφέας, δραματουργός και μυθιστοριογράφος, περιηγητής στα ελληνικά νησιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου