Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

ΚΟΛΛΥΒΑ-ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ-ΚΟΛΛΥΒΟΖΟΥΜΟΣ-ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΑ

Σαν Μνημόσυνο για τις ψυχές όλων των νεκρών 


Νίκου Αθανασιάδη 

Νεκροί


Είναι κλειστά τα μάτια τους 
ο κόσμος πια γι’ αυτούς δεν είναι. 
Έχουνε φύγει μακριά. 
Κάποτε έζησαν κι αυτοί 
Και πόνεσαν. Και χάρηκαν. 
Κάτι μας είπαν 
κι εμείς κάτι τους είπαμε. 
Μα τώρα… 
Μήτε πονούν και μήτε χαίρονται, 
μήτε να κλάψουνε μπορούν. 
Κανένα, από τα γνωστά τους μέρη 
δεν θα τους ξαναδεί. 
Αχνάρι δεν θ’ αφήσει πια το βήμα τους 
απ’ όπου επερνούσαν ζωντανοί. 
Δεν έχει φως 
μήτε σκοτάδι πια γι’ αυτούς. 
Κι αν βρέχει, κι αν ανθίζουν τα κλωνιά 
τα σύννεφα και αν περνούν… 
αυτοί πια δεν θα ξέρουν τίποτα. 
Μήτε θυμούνται, μήτε ξέχασαν. 
Σταμάτησαν. 
– και τίποτα μαζί τους δεν σταμάτησε. 
Εμείς, 
ακόμα θα τραβήξουμε μπροστά 
κάποιο σημάδι ακολουθώντας φεγγερό 
της Μοίρας, 
ή κάποιο ιδανικό: 
Δόξα ή Πλούτο, ή Αγάπη. 
– Αγάπη…; 
Καλότυχοι Νεκροί! 

(Εφημερίδα «Φως», 28 Μαρτίου 1935 - Δημοσιευμένο και στο βιβλίο του Κώστα Γ. Μίσσιου “Ποικίλα φιλολογικά της Μυτιλήνης – Συμβολή στην ιστορία της λεσβιακής γραμματείας», τόμος 14ος, σελ. 77) 
  

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ 
                                                          
     Ιδιαίτερο έθιμο στο Παλαιοχώρι η «συγχώρεση» (σ’χώρησ’), δηλαδή το μοίρασμα πίτας με κρασί από τους συγγενείς ενός πεθαμένου, για να συγχωρεθεί η ψυχή του. Μαζί με τις λειτουργίες, τη μνημόνευση των ονομάτων των νεκρών, τα κόλλυβα και τον κολλυβόζουμο, που φτιάχνονται σε όλα τα μνημόσυνα (τρεις, εννιά, σαράντα, χρόνος, τρίχρονα/ανοίγματα-εκταφή, Ψυχοσάββατα, αλλά και έκτακτα), η «συγχώρεση» είναι μια ακόμα επιμνημόσυνη συνήθεια που επιβιώνει, καθώς οι Παλιοχωριανές κι οι Παλιοχωριανοί το θεωρούν χρέος να τιμούν συχνά τους νεκρούς συγγενείς τους και σχεδόν ποτέ δεν παραλείπουν να το εκπληρώνουν. 
     Οι προσφορές αυτές σε σίτο, άρτο, κρασί και λάδι φέρνουν στο νου μας τις θρησκευτικές τελετές, χριστιανικές και προχριστιανικές, τα νεκρόδειπνα πάνω στους τάφους των νεκρών, τις νεκρικές χοές οίνου, ελαίου, νερού και αρωμάτων, τις «μειλίχιες» προσφορές, την πανσπερμία (μείγμα σιταριού και άλλων καρπών ως προσφορά στους νεκρούς), τη θυσία μαύρου κόκορα ή κότας, τα προσκλητήρια νεκρών και πολλά άλλα νεκρικά έθιμα, που ονομάζονταν «νεκύσια» (νέκυς = νεκρός). Οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν τα Ανθεστήρια, γιορτή των λουλουδιών και των νεκρών. Οι Ρωμαίοι και οι Βυζαντινοί τα Λεμούρια, τα Ροσάλια ή Ρουσάλια. Η διαχρονική ιδέα για την αθανασία της ψυχής αποκτά με τα μνημόσυνα ουσία και διάρκεια. Έτσι οι πρόγονοι μένουν πράγματι «αθάνατοι» στη θύμηση των απογόνων, αξέχαστοι και τιμημένοι και εξευμενισμένοι, αγαθοποιές σκιές που προστατεύουν την οικογενειακή εστία. Ας μην ξεχνάμε ότι κύριος σκοπός του γάμου στην αρχαία Ελλάδα ήταν η απόκτηση γνήσιων τέκνων, για να τους προσφέρουν τις μεταθανάτιες τιμές.
     Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει καθορίσει δύο Ψυχοσάββατα, ημέρες αφιερωμένες στους νεκρούς: Το ένα Ψυχοσάββατο πριν από την Κυριακή των Απόκρεω. Λέγεται και «Προφωνή» ή «Απολυτή», γιατί πιστεύεται ότι τότε ελευθερώνονται οι ψυχές και κυκλοφορούν στον επάνω κόσμο. Πρέπει, λοιπόν, να τις εξευμενίσουμε με τελετές και προσφορές, για να έχουμε την εύνοιά τους. Το άλλο Ψυχοσάββατο είναι πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής. Η καθιέρωση των Ψυχοσάββατων είναι μία υπενθύμιση ότι το σώμα θα αναστηθεί κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή και να κριθεί οριστικά. Μέχρι τότε η μετά θάνατον κρίση είναι προσωρινή και πρέπει οι ζωντανοί συγγενείς να κάνουν προσευχές και προσφορές (τα «συγχώρια») για τη σωτηρία των νεκρών τους.
     Στο Παλαιοχώρι παλιά ακούγαμε συχνά τις γυναίκες να λένε πως οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν το πρώτο «Σάββατο των ψυχών» («τ’ Ψ’χού»), γυρίζουν στη γη και χαίρονται μέχρι το άλλο Ψυχοσάββατο της παραμονής της Πεντηκοστής, που πρέπει να επιστρέψουν στα σκοτάδια του Άδη, θλιμμένες και δακρυσμένες γιατί αφήνουν το φως. 
     Τα Ψυχοσάββατα πιστεύουν πως είναι αμαρτία να λουστούν ή να πλύνουν, γιατί τα λερά νερά που θα χύσουνε θα τα πιουν οι ψυχές. Ο Παναγιώτης Νικήτας, στο βιβλίο του «Λεσβιακό Μηνολόγιο» (Β΄ έκδοση, στα «Λεσβιακά. Δελτίον της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών», τόμος Α΄, τεύχος Α΄, Μυτιλήνη 2001, σελ. 54-55, 172, 243) αναφέρει το εξής σχετικό τετράστιχο:

                                 «Ανάθιμά τουν π' θα λουστή
                                  τα τρίγια τα Σαββάτα
                                  τ'ς Απουκριγιάς τσι τ' Τυρινής
                                  τσι τ' Άγιου Θουδουράτου.»

     Παρακάτω αναφέρουμε ονομαστικά με ποιους τρόπους τιμούν τους νεκρούς κατά τα Ψυχοσάββατα:
   - Κόλλυβα: βράσιμο, στόλισμα, διάβασμα στην εκκλησία και μοίρασμα.
   - Λειτουργία (πρόσφορο, ανάμα, λάδι, κερί, λιβάνι, ονόματα).
   - Ειδική μνημόνευση ονομάτων-προσκλητήριο νεκρών (γράφουν μόνο το μικρό όνομα, όχι επώνυμο) το βράδυ της προηγούμενης Παρασκευής και το πρωί του Ψυχοσάββατου. +Υπέρ αναπαύσεως της ψυχής...
   - Τρισάγιο στον τάφο του νεκρού από ιερέα.
   - Προσευχή για ανάπαυση των ψυχών.
   - Ελεημοσύνη σε φτωχούς, "για συχώριο νεκρών συγγενών". 
   - Παρασκευή και μοίρασμα κολλυβόζουμου.
   - Μοίρασμα «συγχώρεσης» (πίτα βουτηγμένη σε κρασί με μυρωδικά).
   - Προσφορές ελαίου και χορηγίες για την εκκλησία.

     Σ’ αυτό το γραπτό μας θα περιγράψουμε πώς παρασκευάζονται τα κόλλυβα, ο κολλυβόζουμος («κουλλ’βόζ’μους» < κόλλυβα + ζωμός) και η «συγχώρεση». Οι γυναίκες φυσικά είναι τα πρόσωπα που παρασκευάζουν και μοιράζουν στους συγχωριανούς τα κόλλυβα. Μαυροφορεμένες και σοβαρές, μοιάζουν με ιέρειες, εστιάδες που τιμούν τον οίκο. 
     Το στόλισμα των κολλύβων, που θεωρείται δουλειά δύσκολη και χρονοβόρα, καμιά φορά, κυρίως στα σαράντα και στα ανοίγματα, το αναθέτουν σε γυναίκες που διακρίνονται για την επιδεξιότητά τους στο στολισμό του δίσκου με τα κόλλυβα. Αυτές τρέχουν με προθυμία στο σπίτι όποιου τις καλεί και βάζουν όλη την τέχνη τους, για να στολιστεί όμορφα ο δίσκος με ασημένια κουφετάκια, ξεφλουδισμένα αμύγδαλα, καρυδόψιχα, καρύδα, κανέλα και ροδοπαπούδες. Πληρωμή τους η ικανοποίηση από τη φήμη που αποκτούν στο χωριό, αφού την επόμενη μέρα όλοι θα παρατηρήσουν στην εκκλησιά ποια στολίδια έβαλαν και θα συζητήσουν αργότερα οι γυναίκες καθισμένες στα σκαλιά των σπιτιών τους. Παλιότερα, σπάνια στολίζονταν κόλλυβα με χρηματική πληρωμή, αντίθετα με τη σημερινή εποχή. Ονομαστές ήταν οι αείμνηστες Βούλα Σπ. Μαυραγάνη και η Βούλα Ιππιώτου - Μαυραγάνη, σήμερα η Ευαγγελία Πρωτογύρου - Γιουβανάκη. Σήμερα, αρκετές γυναίκες στο Πλωμάρι παρασκευάζουν κόλλυβα με πληρωμή, ενώ στο Παλαιοχώρι ασχολούνται με αυτή την εργασία η Δέσποινα Γανώση - Παυλίδου και η Μαρία Μαλαμαδέλη - Γανώση. 
     Σπάνια, επίσης, θα δεις άνδρα να φτιάχνει κόλλυβα, αν και μπορεί να κρατά τη λεκάνη με το κρασί στο μοίρασμα της «συγχώρεσης». Δεν απαγορεύεται, απλώς είναι κι αυτή μια από τις άπειρες «γυναικείες» υποχρεώσεις. Οι άνδρες τρώνε τα κόλλυβα με ευχαρίστηση. Βέβαια ο αείμνηστος Γιάννης Καματερός συνήθιζε κάθε χρόνο να φτιάχνει και να στολίζει με πολλή καλαισθησία τα κόλλυβα στη γιορτή του Αγίου Νικολάου στις 6 Δεκεμβρίου, πολιούχου της Φιλοπτώχου Αδελφότητας Παλαιοχωρίου. 
     Θυμάμαι που επέμενε να στολίσει εκείνος τα κόλλυβα στα ανοίγματα του πατέρα μου. Δεν δεχόταν να τα στολίσει άλλος κανείς, αφού μας συνέδεε πολύχρονη φιλία. Βράσαμε το σιτάρι, ετοιμάσαμε τα υλικά και περιμέναμε το Γιάννη για το στολισμό. Μας παρέστεκαν οι γειτόνισσες, ακόμα και η Μαρίτσα Χάλακα - Μαυραγάνη που δεν αγαπούσε τα γειτονέματα. Είχαν μαζευτεί στο ισόγειο του σπιτιού μας και περίμεναν να δουν πώς θα διακοσμήσει ο Καματερός τα κόλλυβα. Κόντευαν έντεκα το βράδυ κι ακόμα περιμέναμε το Γιάννη, ο οποίος, κοινωνικός και πολυπράγμων καθώς ήταν, είχε ξεχαστεί με κάποια παρέα και ξέχασε και τα κόλλυβα! Τελικά, άρχισα κατά τα μεσάνυχτα να στολίζω εγώ ένα μεγάλο δίσκο για το μνημόσυνο του πατέρα μου Μελανδινού Θρ. Βουνάτσου κι ένα μικρό για τη θεία μου Μυρσίνη Καλαϊτζή - Καραμπάση. Οι γειτόνισσες νύσταξαν και έφυγαν κι έμεινα μόνη εγώ να στολίζω με αγωνία τους δυο δίσκους μέχρι τις έξι το πρωί, που ήρθε η Ευαγγελία Μαρρή να μεταφέρει το μεγάλο δίσκο στο νεκροταφείο. Ας είναι συγχωρεμένη η ψυχή του Γιάννη Καματερού, γιατί μας έκανε εκείνη τη νύχτα να γελάμε αντί να κλαίμε! 
  

ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ
                        
     Η 1η συνταγή για τη «συγχώρεση» είναι της αείμνηστης Μυρσίνας Απ. Αχειλαρά - Κουτσουραδή, συζύγου Κωνσταντίνου Χαρ. Κουτσουραδή, η οποία θεωρούνταν ως η καλύτερη συνταγή στη Λαγκαδούρα. Γιατί έχει σημασία η αναλογία των υλικών, ιδιαίτερα των μυρωδικών. Η 2η συνταγή είναι της αείμνηστης Σουλτάνας Πανανή - Χρυσάφη, εγγονής του μυλωνά Δούκα Πανανή και συζύγου του Κωνσταντίνου Χρυσάφη. 
     Τις πίτες τις παραγγέλλουν στο φούρνο του χωριού. Στο Παλαιοχώρι, λειτουργεί στη «Μέσα Βρύση» ένας φούρνος, του Μαυραγάνη Π. Μωραΐτη και σήμερα του γιου του Παναγιώτη Μαυρ. Μωραΐτη. Παλιότερα λειτουργούσε και δεύτερος φούρνος, του Γρηγόρη Π. Σαββέλη, ο οποίος τον πούλησε στον Πλωμαρίτη Μήτσο Αθανασέλλη, που παντρεύτηκε τη συγχωριανή μας Μαρία Π. Σάββα. Η πίτα πρέπει να κοπεί σε μικρά κομμάτια, να μπει σε ένα πανεράκι με πισταμαλένια πένθιμη υφαντή πετσέτα και να μοιραστεί ζεστή στη γειτονιά πρώτα, στην αγορά και σε άλλες γειτονιές έπειτα.


1η ΣΥΝΤΑΓΗ
(Μυρσίνας Αχειλαρά - Κουτσουραδή)

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ «ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ»: 

- 1 μπουκάλι κρασί ημίγλυκο ή γλυκό 
- 1 ποτήρι ζάχαρη ή μέλι 
- 3 σταγόνες λάδι 
- 1 ποτήρι ζεστό νερό 
- κανέλα 
- γαρίφαλο 
- 1 ή 3 (μονός αριθμός πάντα) μεγάλες πίτες ζεστές, κομμένες σε μικρά κομμάτια 
- 1 γυάλινο μπολ 
- 1 πανεράκι για την πίτα 
- 1 υφαντή «πισταμαλένια» πετσέτα 
  
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ «ΣΥΓΧΩΡΕΣΗΣ»: 
                                                             
1. Ζεσταίνουμε το νερό και διαλύουμε σ’ αυτό τη ζάχαρη ή μέλι. 

2. Σε μια μεγάλη γυάλινη λεκάνη ρίχνουμε το κρασί. 

3. Έπειτα ρίχνουμε το μείγμα νερού με ζάχαρη ή μέλι στη λεκάνη με το κρασί κι ανακατεύουμε καλά, για να γίνει ομοιογενές. Προσθέτουμε την κανέλα, το γαρίφαλο και τις 3 σταγόνες λάδι κι ανακατεύουμε. Η επιτυχία εξαρτάται από την ποιότητα του κρασιού και την αναλογία των μπαχαρικών. Το λάδι, τρίτο υλικό μαζί με το κρασί και την πίτα, έχει τελετουργική σημασία, καθώς η ποσότητα των τριών σταγόνων είναι ελάχιστη. Εδώ προστίθεται και το τέταρτο υγρό που χρησιμοποιούσαν στις τελετές οι αρχαίοι και χρησιμοποιούμε κι εμείς, το καθαρισμένο με βρασμό νερό. 

4. Κόβουμε την πίτα ζεστή σε μικρά κομμάτια και τα βάζουμε σε πλεκτό πανεράκι, που το έχουμε σκεπάσει με υφαντή πένθιμη πετσέτα. Τα υφαντά αυτά τα έφτιαχναν με βυσσινιά και μπλε βαμβακερά νήματα ειδικά για τα μνημόσυνα και τα έλεγαν «πισταμαλένια» από το είδος της ύφανσής τους.

2η ΣΥΝΤΑΓΗ
(Σουλτάνας Πανανή - Χρυσάφη)

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ «ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ»:
                                                                    
- 3 φλιτζάνια τσαγιού (περ. 500 gr) κρασί ημίγλυκο ή γλυκό
- 1 φλιτζάνι τσαγιού ζάχαρη (ή μέλι)
- 1-2 κουταλιές σούπας μέλι
- 1 φλιτζανάκι του καφέ λάδι
- 1 φλιτζάνι ζεστό νερό
- μυρωδικά (κανέλαγαρίφαλο, μοσχοκάρυδο – περίπου μισό κουταλάκι γλυκού από το καθένα)
- 1 ή 3 μεγάλες πίτες ζεστές, κομμένες σε μικρά κομμάτια
- 1 φιρφιρένια (πορσελάνινη) κούπα
- 1 πανεράκι για την πίτα
- 1 υφαντή «πισταμαλένια» πετσέτα

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ «ΣΥΓΧΩΡΕΣΗΣ»:
                                               
1. Βάζουμε σε κατσαρόλα το νερό και τη ζάχαρη, ανακατεύουμε και βράζουμε 5-10΄ λεπτά, μέχρι να λιώσει η ζάχαρη και να δέσει λίγο.

2. Σε μια μεγάλη φιρφιρένια λεκάνη ρίχνουμε το κρασί, τα μυρωδικά και το λάδι, προσθέτουμε 1-2 κουταλιές μέλι κι ανακατεύουμε καλά. Τέλος, ρίχνουμε και το ζεστό σιρόπι από νερό και ζάχαρη και ανακατεύουμε μέχρι να γίνει ομοιογενές το μείγμα, οπότε θα είναι έτοιμο για μοίρασμα.  


ΤΟ ΜΟΙΡΑΣΜΑ:  
                                    
     Μία ή δύο γυναίκες, κρατώντας τη λεκάνη με το κρασί και το πανέρι με την πίτα, γυρίζουν στις γειτονιές και στην αγορά του χωριού και μοιράζουν σε μικρούς και μεγάλους, λέγοντας για ποιο νεκρό μοιράζεται η «συγχώρεση», για να τον συγχωρέσουν όσοι θέλουν. 
     Αυτός που θέλει να συγχωρέσει πιάνει από το πανέρι ένα κομμάτι πίτα, το βουτά στο κρασί και λέει «Θεός σ’χωρέσ’ τον/την». Όποιος είχε διαφορές με το νεκρό, όσο ζούσε, αρνείται να πάρει πίτα και να τον συγχωρέσει. Αυτό θεωρείται πολύ βαρύ κι είναι σπάνιο, συμβαίνει όμως καμιά φορά. 
     «Συγχώρεση» μοιράζουν στα σαράντα, στο χρόνο, στα ανοίγματα, τα Ψυχοσάββατα και όποτε άλλοτε θέλουν οι συγγενείς του νεκρού. 
     Η γεύση του μυρωδάτου κρασιού με τη ζεστή πίτα είναι κάτι που αρέσει πολύ, γι’ αυτό καταναλώνεται γρήγορα. Καμιά φορά παρασκευάζεται και δεύτερη δόση (3 πίτες για 1-1,5 λεκάνη κρασιού). Μοιράζουν ή μία ή τρεις πίτες, όχι δύο (χρήση ιερού αριθμού τρία).
     Εκτός απ’ αυτό, σχεδόν όλοι έχουν διάθεση να δώσουν συγχώρεση στο νεκρό, με εξαίρεση μερικούς μνησίκακους ή κάποιους προληπτικούς, που φοβούνται να πάρουν πίτα μήπως πεθάνουν. Λέγεται μάλιστα πως είναι μεγάλη αμαρτία να μην πάρει κάποιος «συγχώρεση» ή καρβελάκι (κλικέλ’» < κλιτς < κουλίκι < κυλίκιον, κολίκιον < μεσν. κουλίκιν < αρχ. κόλιξ – λεξικό Παπάνη, σελ. 189), που μοιράζεται στα σαράντα και στα ανοίγματα του νεκρού, και πιστεύουν πως δεν θα λιώσει το σώμα του όταν πεθάνει. 
     Χαρακτηριστική, επίσης, είναι η έγνοια των ζωντανών για το ποιος θα τους κάνει μνημόσυνα μετά το θάνατό τους. Αυτό βέβαια είναι καθήκον των στενών συγγενών. Μία άτεκνη συγχωριανή μου μου εκμυστηρεύτηκε κάποτε πως έφτιαξε και μοίρασε η ίδια «συγχώρεση» για την ψυχή της! 





ΚΟΛΛΥΒΑ

    
Η λέξη κόλλυβα (τα, ουσ.) σημαίνει σπυριά από βρασμένο σιτάρι, ανακατεμένα με  αλεύρι, ζάχαρη και μυρωδικά, που μοιράζονται στα μνημόσυνα για το μακαρισμό, τη συγχώρεση των πεθαμένων. Το σιτάρι συμβολίζει το θάνατο και την ανάσταση των νεκρών.
     Για τα μνημόσυνα και τα κόλλυβα γράφει ο αείμνηστος Γιάννης Π. Μαυραγάνης (1926-1999) στο βιβλίο του «Παλαιοχώρι Πλωμαρίου – Λέσβου. Παράδοση – Ιστορία – Η Ζωή και τα Έθιμα», Β΄ έκδοση, Αθήνα 1995, σελ. 139-145. Στη σελ. 144 αναφέρει πως το σιτάρι για τα κόλλυβα έπρεπε να το καθαρίσουν τρεις φορές κι ότι δεν κάνει να καθαριστεί τέταρτη φορά. Επίσης, στη σελ. 145, γράφει για τα Ψυχοσάββατα τα εξής: «Τα Ψυχοσάββατα επίσης το κάθε σπίτι κάνει κόλλυβα για όλες τις ψυχές της οικογένειας. Η νοικοκυρά του σπιτιού, μαζί με τα κόλλυβα που πηγαίνει στην εκκλησιά τη μέρα εκείνη, έχει μαζί της γραμμένα σε μια κόλλα χαρτί και τα μικρά ονόματα των νεκρών. Το χαρτί με τα ονόματα το δίνει στον παπά, να διαβαστεί την ώρα που τα γράμματα της εκκλησίας αναφέρονται στην ανάπαυση της ψυχής των νεκρών. Εκείνη την ημέρα αναφέρονται με τα μικρά τους ονόματα όλοι σχεδόν οι νεκροί του χωριού, με τη φροντίδα κάθε οικογένειας, σαν να γίνεται προσκλητήριο νεκρών…». 


Ι. Συνταγή που προτιμώ: 

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΚΟΛΛΥΒΑ: 
  
- 1 πακετάκι 500 gr σιτάρι σκληρό 
- 1 φλιτζάνι αλεύρι ψημένο ή αφράτα στραγάλια τριμμένα ή φρυγανιά τριμμένη 
- ½ φακελάκι ινδική καρύδα τριμμένη 
- ζάχαρη απλή ή άχνη, όση χρειάζεται για να καλύψουμε τα κόλλυβα  
- 1 φλυτζάνι τσαγιού σταφίδες ξανθές 
- ½ φλυτζάνι τσαγιού σταφίδες μαύρες 
- 5 κουταλιές σούπας χοντροαλεσμένα καρύδια 
- 5 κουταλιές σούπας ξεφλουδισμένα αμύγδαλα, χωρισμένα στα δυο 
- 1 ρόδι καθαρισμένο 
- 2 κουταλιές σούπας κανέλα ψιλοκοπανισμένη 
- 1 κουταλιά σούπας ψιλικοπανισμένα γαρίφαλα (μοσχοκάρφια) 
- 0,5 κουταλιά σούπας ξερή, κοπανισμένη πιπερόριζα 
- 0,5 κουταλιά σούπας μοσχοκάρυδο
- [0,5 κουταλιά γλυκού ψιλοκοπανισμένο και κοσκινισμένο γλυκάνισο- προαιρετικά]
- μαϊντανός (προαιρετικά – εγώ δεν βάζω)
ξεφλουδισμένα αμύγδαλα, χωρισμένα στα δυο, για γαρνιτούρα  
- [κουφετάκια ασημένια σε διάφορα σχέδια, προαιρετικά]  
- γυάλινη λεκάνη, χαρτοπετσέτες μωβ, πλαστικά ποτηράκια, κουταλάκια λευκά, κουτάλι για το μοίρασμα 
- λαδόκολλα, μεγάλο κουτί ζαχαροπλαστείου (για να βάλουμε μέσα την πιατέλα) 


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΟΛΛΥΒΩΝ:
                                                   
Α. Βράσιμο σιταριού: 
                                                       
1. Μια μέρα πριν, καθαρίζουμε προσεκτικά το σιτάρι και το πλένουμε 3 φορές [ο αριθμός 3 θεωρείται ιερός]. Το βάζουμε σε πλαστική ή γυάλινη λεκάνη με νερό, να μουσκέψει αρκετές ώρες. 

2. Βάζουμε το σιτάρι σε μια μεγάλη κατσαρόλα με μπόλικο ζεστό νερό. Μέσα ρίχνουμε 3 μικροσκοπικούς κόκκους χονδρό αλάτι και 3 φύλλα δάφνης. Όταν πάρει μια-δυο βράσεις, αφαιρούμε τον αφρό που σχηματίζεται στα τοιχώματα της κατσαρόλας. Το βράζουμε 1 ώρα περίπου και μετά σβήνουμε τη φωτιά και το αφήνουμε 10΄ λεπτά πάνω στο μάτι της κουζίνας, προτού το σουρώσουμε, για να σκάσει λίγο το σιτάρι και να μη σκληρύνουν τα κόλλυβα. 

3. Παίρνουμε έπειτα μία μεγάλη λεκάνη κι ένα σουρωτήρι και σουρώνουμε το σιτάρι, το βάζουμε να στραγγίσει καλά, έπειτα το απλώνουμε πάνω σε λευκές βαμβακερές πετσέτες και το αφήνουμε να στεγνώσει (10 ώρες περίπου). Το φυλάσσουμε στο ψυγείο, μέχρι την επόμενη μέρα. Προσοχή! Το σιτάρι, ιδίως το καλοκαίρι, αλλοιώνεται εύκολα και προκαλεί σοβαρές δηλητηριάσεις. 

5. Το ζουμί από το βρασμένο σιτάρι μπορούμε να το φυλάξουμε μια-δυο μέρες στο ψυγείο και να το πίνουμε λίγο-λίγο για αποτοξίνωση του οργανισμού ή να το κάνουμε κολλυβόζουμο. 
                                              
Β. Φτιάξιμο κολλύβων: 
                                                  
1. Αρχίζουμε να φτιάχνουμε τα κόλλυβα αρκετές ώρες πριν από την εκκλησία, γιατί η ετοιμασία τους είναι χρονοβόρα. Γι’ αυτό, καλό είναι να έχουμε έτοιμα από πριν όλα τα υλικά. Παλιά ήταν απαραίτητο να κάνει λουτρό πρώτα η γυναίκα που θα έφτιαχνε κόλλυβα, ένα είδος καθαρμού. Επίσης, θύμιαζε/λιβάνιζε τρεις φορές τα κόλλυβα. Ο αριθμός 3 θεωρείται ιερός από τα αρχαία χρόνια κι έχει περάσει αυτή η αντίληψη και στο Χριστιανισμό. 

2. Σε μια μεγάλη λεκάνη, ρίχνουμε τα κόλλυβα και τα άλλα υλικά, εκτός από τη ζάχαρη και την καρύδα, και τα ανακατεύουμε καλά. Επίσης, χρησιμοποιώντας ένα πυκνό σουρωτήρι για βότανα και κουνώντας το, κοσκινίζουμε τα μπαχαρικά και πετάμε τα χοντρά κομμάτια που μένουν στο σουρωτήρι. Προσοχή! Μην βάλετε πολλά μπαχαρικά, γιατί τα κόλλυβα θα γίνουν πικρά. Στο μισό κιλό σιτάρι, συνολικά 4 κουταλιές σούπας περίπου.     

3. Σε ένα δίσκο ή μία γυάλινη βαθουλή λεκάνη ρίχνουμε τρεις φορές με τις φούχτες μας κόλλυβα, σχηματίζοντας 3 φορές σταυρό. Έπειτα γεμίζουμε τη λεκάνη με τα υπόλοιπα κόλλυβα και τα πιέζουμε, δίνοντάς τους σχήμα λόφου, που μας θυμίζει τον αρχαίο τύμβο σε μικρογραφία. Από πάνω ρίχνουμε μια στρώση ινδική καρύδα τριμμένη και στο τέλος τη ζάχαρη. Προσοχή! Η ζάχαρη δεν πρέπει να έλθει σε άμεση επαφή με το βρασμένο σιτάρι, γιατί προκαλεί δηλητηριάσεις. Μόνο λίγο πριν το μοίρασμα των κολλύβων ανακατεύουμε τα κόλλυβα με τη ζάχαρη, για να γλυκάνουν. 

Γ. Στόλισμα κολλύβων: 
                                                                   
1. Με ένα μικρό κομμάτι λαδόχαρτο στρώνουμε την επιφάνεια, πριν αρχίσουμε το στόλισμα. Δηλαδή βάζουμε το λαδόχαρτο πάνω από την άχνη και με απαλές κινήσεις από αριστερά προς δεξιά ή αλλιώς πιέζουμε προσεκτικά το χαρτί. Επαναλαμβάνουμε τις ίδιες κινήσεις, μέχρις ότου η επιφάνεια γίνει ευπαρουσίαστη. 

2. Στολίζουμε τα κόλλυβα: σταυρός με ακτίνες στη μέση, αρχικά γράμματα νεκρού αριστερά και δεξιά στο κάτω μέρος του σταυρού, σχέδια με κουφετάκια ή αμύγδαλα ή ρόδι ή καρύδια ή κανέλα ή ινδική καρύδα ή σταφίδες και κλωναράκια μαϊντανού (σχέδια: ήλιος, μαργαρίτα, μισή μαργαρίτα, σταυροί, κλώνοι, ελεύθερα διακοσμητικά μοτίβα, άλλα χριστιανικά συμβολικά μοτίβα). Γύρω-γύρω στο δίσκο κάνουμε μια πλατιά μπορντούρα με ψιλοκοπανισμένα καρύδια ή ινδοκάρυδο. Ωραία διακόσμηση γίνεται, αν, χρησιμοποιώντας ένα ποτηράκι, σχηματίσουμε δαντελωτή τη μπορντούρα και τη γεμίσουμε με καρύδα, βάζοντας στις ενώσεις των ημικυκλίων 3 αμύγδαλα σε σχήμα μισής μαργαρίτας.   

3. Βάζουμε το δίσκο με τα κόλλυβα σε μεγάλο κουτί ζαχαροπλαστείου, για να τον μεταφέρουμε με ασφάλεια στην εκκλησία, όπου ο ιερέας θα διαβάσει τρισάγιο και θα μνημονέψει τα ονόματα των νεκρών συγγενών μας. 

4. Τέλος, με ένα μεγάλο κουτάλι, ανακατεύουμε τα κόλλυβα, για να πάει η ζάχαρη παντού, και τα μοιράζουμε σε μικρά μπολ. Μην ξεχάσουμε κουταλάκια λευκά και χαρτοπετσέτες πένθιμες μωβ. 
                                                
              
ΙΙ. Συνταγή από φακελάκι σιταριού 3 ΑΛΦΑ: 

ΥΛΙΚΑ: 
                                      
- 1 πακετάκι 500 gr σιτάρι σκληρό 
- 1 φλιτζάνι καρύδια χοντροκοπανισμένα 
- 1 φλιτζάνι αμύγδαλα χοντροκοπανισμένα 
- 1 φλιτζάνι σταφίδες μαύρες 
- 1 φλιτζάνι σταφίδες ξανθές 
- 1 κουταλιά σούπας κανέλα 
- 1 ρόδι καθαρισμένο 
- 1 ματσάκι ψιλοκομμένο μαϊντανό (προαιρετικά – εγώ δεν βάζω) 
- 1 κουταλιά του γλυκού ψιλοκοπανισμένο γλυκάνισο 
- 1 φλιτζάνι αλεύρι ψημένο 
- 1 κουταλιά γλυκού γαρίφαλα ψιλοκοπανισμένα 
- 1/2 πακέτο μπισκότα Μιράντα κοπανισμένα 
- ζάχαρη άχνη 
- γυάλινη λεκάνη, χαρτοπετσέτες μωβ, πλαστικά ποτηράκια και κουταλάκια λευκά, κουτάλι 
- λαδόκολλα, μεγάλο κουτί ζαχαροπλαστείου (για να βάλουμε μέσα την πιατέλα) 
  
ΕΚΤΕΛΕΣΗ: 
                                
1. Μια μέρα πριν, καθαρίζουμε προσεκτικά το σιτάρι και το πλένουμε 3 φορές. Το βάζουμε σε λεκάνη με νερό, να μουσκέψει αρκετές ώρες. 

2. Βάζουμε το σιτάρι σε μια μεγάλη κατσαρόλα με μπόλικο ζεστό νερό. Όταν πάρει μια-δυο βράσεις, αφαιρούμε τον αφρό που σχηματίζεται στα τοιχώματα της κατσαρόλας. Το βράζουμε 1 ώρα περίπου και μετά σβήνουμε τη φωτιά και το αφήνουμε 10΄ λεπτά άνω στο μάτι της κουζίνας, προτού το σουρώσουμε. 

3. Σουρώνουμε έπειτα το σιτάρι, το αφήνουμε να στραγγίξει και κατόπιν το απλώνουμε πάνω σε βαμβακερές πετσέτες, για να στεγνώσει (Το ζωμό τον κάνουμε κολλυβόζουμο ή τον πίνουμε. Όταν κρυώσει, πήζει σαν κρέμα. Είναι πολύ υγιεινός, γιατί καθαρίζει τα έντερα).
  
4. Αναμιγνύουμε όλα τα υλικά, εκτός από τη ζάχαρη, την καρύδα και τα υλικά για τη διακόσμηση, με το σιτάρι σε μια μεγάλη λεκάνη. Τα ανακατεύουμε καλά και τα βάζουμε σε δίσκο ή πιατέλα, δίνοντας σχήμα μικρού λόφου, που θυμίζει τύμβο. Επειδή δεν πρέπει να ακουμπά το σιτάρι με τη ζάχαρη, τα πασπαλίζουμε πριν με καρύδα ή ψιλοαλεσμένα σαν σκόνη αμύγδαλα και τέλος βάζουμε από πάνω ζάχαρη άχνη ή απλή. 

5. Ακολουθεί το στόλισμα. Τα προστατεύουμε με σελοφάν και τα βάζουμε σε κουτί ζαχαροπλαστείου, για να τα μεταφέρουμε εύκολα. Προτού τα μοιράσουμε, με ένα μεγάλο κουτάλι τα ανακατεύουμε, για να πάει η ζάχαρη παντού.   
  

ΚΟΛΛΥΒΟΖΟΥΜΟΣ
                                     
     Την 1η συνταγή για τον κολλυβόζουμο μας είχε στείλει γραπτή το 1989 η αείμνηστη Βούλα Σπ. Μαυραγάνη και σας τη γράφουμε παρακάτω, για να κάνετε κι εσείς κολλυβόζουμο. Μια άλλη δοσολογία (2η συνταγή) αντιγράψαμε το 1993 στο Παλαιοχώρι από το τετράδιο συνταγών της Βούλας. 
     Η λέξη είναι αρσενικό ουσιαστικό ο κολλυβόζωμος > κολλυβόζουμος (κόλλυβα+ζωμός), αλλά από παραφθορά ακούγεται και ως ουδέτερο, το κολλυβόζουμο. Στο Παλαιοχώρι χρησιμοποιούμε τον αρσενικό τύπο ο "κολλυβόζουμος", που είναι και ο πιο σωστός.
     Ζητήσαμε τηλεφωνικά και από μία νεότερη συγχωριανή μας σήμερα κάτοικο Γέρακα Αττικής, τη Σουλτάνα Απ. Γανώση - Κουτσουραδή, σύζυγο του Παναγιώτη Κουτσουραδή, να μας δώσει τη δική της συνταγή. Τα υλικά είναι σχεδόν τα ίδια, ο τρόπος παρασκευής του κολλυβόζουμου παραλλάζει κάπως (3η συνταγή). Κυρίως πρέπει να προσέξουμε να μη σβολιάσει και να μην πήξει πολύ. Τη δοσολογία της 4ης συνταγής μου την έδωσε η εξαδέλφη μου Λίτσα Κουτλή - Κωνσταντακέλη, ενώ η εκτέλεση είναι όμοια με τις προηγούμενες συνταγές. Αντί για ανθόνερο ή ξύσμα λεμονιού, η Παρασκευή Χρυσάφη - Λούπου αρωματίζει τον κολλυβόζουμο βράζοντας μαζί με το ζωμό φύλλα λεμονιάς. Η Δέσποινα Γανώση - Παυλίδη μας έδωσε τη δοσολογία 9 ποτήρια ζωμό - ένα ποτήρι αλεύρι ψημένο για πιο νερουλό και περισσότερο κολλυβόζουμο, που τον βάζουν σε φλιτζάνια ζεστό και τον μοιράζουν στα μνημόσυνα. 
     Ο κολλυβόζουμος γίνεται πολύ ωραίος, αν, ενόσω είναι ζεστός, ρίξουμε μέσα σταφίδες, καρύδια ή αμύγδαλα ξεφλουδισμένα και κομμένα στα δυο. Τον αρωματίζουμε, ρίχνοντας στο τέλος λίγο ξύσμα λεμονιού ή ανθόνερο, όταν σβήσουμε τη φωτιά ή κατά το σερβίρισμα σε μπολ ή φλιτζάνες παλιότερα. Η μητέρα μου δεν έριχνε στην κατσαρόλα το ανθόνερο, έβαζε  2-3 σταγόνες ανθόνερο σε κάθε φλιτζάνα και μετά τις γέμιζε με κολλυβόζουμο. Από πάνω ρίχνουν πιπερόριζα και ψιλοκοπανισμένα καρύδια ή καρύδα και αμύγδαλα ή κανέλα, σταφίδες και κοπανισμένα στραγάλια και κόλλυβα, αν θέλουν. Τον μοιράζουν σε όλη τη γειτονιά.
     Παλιά δοξασία στο Παλαιοχώρι πως πρέπει να επιστραφούν άπλυτες οι φλιτζάνες στην οικογένεια. Τις έπλεναν όλες μαζί στο σπίτι και δεν άφηναν το νερό να τρέξει στον υπόνομο. Το μάζευαν και το έριχναν σε κήπο ή στο κατώι τους, πίσω από τα κιούπια με το λάδι, γιατί το θεωρούσαν αγιωτικό. Το ίδιο έκαναν κι όταν έπλεναν το καντήλι τους. 
     Παλιότερα έβαζαν τον κολλυβόζουμο σε μεγάλα χάλκινα ταψιά, τον άφηναν να κρυώσει κι έπειτα τον έκοβαν σε κομμάτια τετράγωνα ή σε σχήμα ρόμβου ή τρίγωνα. Κατόπιν τα τύλιγαν σε λαδόχαρτο, τα έβαζαν σε μεγάλο δίσκο ή πιατέλα και τα μοίραζαν στα σπίτια ή στην εκκλησία, για να συγχωρέσουν το νεκρό συγγενή που τιμούσαν τη μνήμη του. 
     Κολλυβόζουμο μοιράζουν στα εννιάμερα, στα σαράντα, στα τρίχρονα, που κάνουν την εκταφή του νεκρού, αλλά και σε κάθε άλλη περίσταση, πάντα όμως για νεκρούς. 
     Το βασικό υλικό του προέρχεται από το σιτάρι, που η χρήση του στις τελετουργίες είναι πανάρχαια και παγκόσμια. Η λατρεία των νεκρών είναι βασικό καθήκον των συγγενών, "γυναικεία" υποχρέωση θα λέγαμε, όπως και τα μαύρα ρούχα. Τέλος, η θρεπτική αξία του κολλυβόζουμου είναι πολύ μεγάλη.   

1η ΣΥΝΤΑΓΗ
(Βούλας Σπ. Μαυραγάνη)

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΚΟΛΛΥΒΟΖΟΥΜΟ: 
                               
- 6 ποτήρια νερού ζωμό από τα κόλλυβα 
- 1 ποτήρι αλεύρι ψημένο λίγο 
- 2 κουταλιές σούπας γεμάτες κορν-φλάουρ 
- 1 ποτήρι ζάχαρη 


Για γαρνίρισμα:

- 1 κουταλιά σούπας βρασμένο σιτάρι
- 2 κουταλιές χονδροκοπανισμένα καρύδια ή αμύγδαλα
- 1 κουταλιά ινδική καρύδα
- σταφίδες ξανθές
- κανέλα
- πιπερόριζα


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: 
                             
1. Βάζουμε σε μια κατσαρόλα 5 ποτήρια ζωμό από βρασμένο σιτάρι και βράζουμε σε σιγανή φωτιά. Κρατάμε 1 ποτήρι κρύο ζωμό, για να διαλύσουμε το αλεύρι. 

2. Διαλύουμε τα στεγνά υλικά [αλεύρι, κορν-φλάουρ, ζάχαρη] μέσα σε ένα ποτήρι από τον κρύο ζωμό. Αφού διαλυθούν καλά, τα περνάμε από τρυπητό και τα προσθέτουμε μέσα στον υπόλοιπο ζωμό που βράζει σε σιγανή φωτιά, ανακατεύοντας συνέχεια, μέχρι να πήξει. 

3. Το δοκιμάζουμε, όταν με ένα κουταλάκι στάξουμε λίγο μέσα σε ένα ποτηράκι με κρύο νερό. Και θα είναι έτοιμο, όταν μαζέψει και ανεβεί σχεδόν στην επιφάνεια.

4. Αν θέλουμε, στο τέλος ρίχνουμε μέσα στον κολλυβόζουμο, όταν είναι ακόμα ζεστός, βρασμένο σιτάρι και ξανθές σταφίδες, που τον κάνουν πιο γλυκό.

5. Σερβίρουμε σε μπωλ τον κολλυβόζουμο και γαρνίρουμε με μπαχαρικά και ξηρούς καρπούς της αρεσκείας μας: χονδροκοπανισμένα καρύδια ή αμύγδαλα, ινδοκάρυδο, σταφίδες, κανέλα, πιπερόριζα κ.ά.   


2η ΣΥΝΤΑΓΗ
(Βούλας Σπ. Μαυραγάνη)

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΚΟΛΛΥΒΟΖΟΥΜΟ:
                                 
- 7,5 ποτήρια νερού ζωμό από τα κόλλυβα
- 1 ποτήρι αλεύρι ψημένο λίγο
- μισό ποτήρι κορν-φλάουρ
- 1,5 ποτήρι ζάχαρη

Καλή Επιτυχία!  
                                                         Βούλα Σπ. Μαυραγάνη


3η ΣΥΝΤΑΓΗ
(Σουλτάνας Γανώση - Κουτσουραδή)

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΚΟΛΛΥΒΟΖΟΥΜΟ: 
                                    
- 6 φλιτζάνια ζωμό από το σιτάρι 
- 1 φλιτζάνι αλεύρι ψημένο 
- 3 κουταλιές σούπας γεμάτες νισεστέ 
- 1 φλιτζάνι ζάχαρη 
- ξύσμα από φλούδα μισού λεμονιού 
- 1 κουταλιά ανθόνερο 

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ: 
                                                          
1. Σε μια μεγάλη κατσαρόλα ρίχνουμε τα 5 φλιτζάνια ζωμό βρασμένου σιταριού (κρατούμε το 1 φλιτζάνι, για να διαλύσουμε τα στερεά υλικά). Βράζουμε σε σιγανή φωτιά, ρίχνουμε τα 2 φλιτζάνια ζάχαρη και ανακατεύουμε, μέχρι να διαλυθεί. 

2. Σε ένα μπολ ρίχνουμε 1 φλιτζάνι κρύο ζωμό σιταριού που κρατήσαμε. Προσθέτουμε το ψημένο αλεύρι και το νισεστέ και τα διαλύουμε με προσοχή. Για να αποφύγουμε τον κίνδυνο να πέσουν σβόλοι στην κατσαρόλα, μπορούμε να το περάσουμε από λεπτό σουρωτήρι. 

3. Με μία βαθιά κουτάλα παίρνουμε τρεις φορές ζεστό ζωμό και τον ρίχνουμε στο κρύο μείγμα, για να το ζεστάνουμε λίγο. Τέλος το ρίχνουμε στην κατσαρόλα κι ανακατεύουμε συνέχεια, για να μη σβολιάσει. 

4. Βράζουμε σε σιγανή φωτιά 15΄ λεπτά περίπου, ανακατεύοντας συνεχώς. Όταν πήξει, σβήνουμε τη φωτιά, κατεβάζουμε την κατσαρόλα από το μάτι και ρίχνουμε το ξύσμα λεμονιού και 1 κουταλιά σούπας ανθόνερο. 

5. Σερβίρουμε σε μικρά μπολ και γαρνίρουμε τον κολλυβόζουμο με χοντροκοπανισμένα καρύδια ή αμύγδαλα, κανέλα, ελάχιστη πιπερόριζα, ινδική καρύδα, σταφίδες. 
Καλή Επιτυχία!
                                                              Σουλτάνα Γανώση - Κουτσουραδή


4η ΣΥΝΤΑΓΗ
(Λίτσας Κουτλή - Κωνσταντακέλη)

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΚΟΛΛΥΒΟΖΟΥΜΟ:
                    
- 8 ποτήρια ζωμό από το σιτάρι
- ⅔ ποτηριού αλεύρι ψημένο
- ⅓ ποτηριού νισεστέ
- 1 ποτήρι ζάχαρη
- ξύσμα από φλούδα μισού λεμονιού
- ξύσμα λεμονιού (στο τέλος)

Σημείωση: Αυτή η σελίδα είναι ακόμα ημιτελής, καθώς σκοπεύουμε να τη συμπληρώσουμε με αναφορές σε όλα τα νεκρικά έθιμα του Παλαιοχωρίου και με γραπτές και προφορικές μαρτυρίες. Συμπληρώσεις και διορθώσεις θα γίνονται ευχαρίστως δεκτές… 

                                                                        
*Απλές διακοσμήσεις κόλλυβων από Γαλατσιώτισσες το Ψυχοσάββατο 22 / 6/ 2013...

   

 



* Στο φίλο/στη φίλη που ρωτά αν κάνουν κόλλυβα τη Μεγάλη Παρασκευή απαντάμε πως στο Παλαιοχώρι δεν κάνουν κόλλυβα αυτή τη μέρα, αν και δεν απαγορεύεται. Είναι μέρα αφιερωμένη αποκλειστικά στον Εσταυρωμένο. Το πρωί στολίζουν τον επιτάφιο και μετά λένε το μοιρολόι της Παναγιάς. Το βράδυ τα κορίτσια ντύνονται Μυροφόρες και ραίνουν με τριαντάφυλλα το νεκρό θεό. Κατά την περιφορά του επιταφίου στο χωριό, γυναίκες από τα μπαλκόνια ραίνουν με αρώματα τον επιτάφιο. Η συνήθεια να πηγαίνουν τη Μεγάλη Παρασκευή στο νεκροταφείο και να κάνουν τρισάγια για τους νεκρούς τους έχει εισαχθεί τα τελευταία χρόνια από την Αθήνα. Οι ιερείς δεν κάνουν μνημόσυνα από το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι την Κυριακή του Θωμά.


*****

Διαβάστε επίσης το κείμενό μας 
"Ψυχοσάββατο - Χριστιανικοί συμβολισμοί για τα κόλλυβα" 
στο: 
 

*****

Λαϊκά μοιρολόγια και ποιητικά και πεζά λογοτεχνικά κείμενα
θα διαβάσετε στο: 


*****

Κι ένα ποίημα του Πλωμαρίτη ποιητή Άλκη Γεωργαντέλη:

Άλκη Γεωργαντέλλη
ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ 
                                                   
Μέσα στο βήμα ο παπάς κάποια ευχή διαβάζει 
κάποια ευχή που μυστικά από τα χείλη βγαίνει· 
ξεχύνει γύρω τη γλυκειά, τη θείαν ευωδιά του 
στο θυμιατήρι που σιγά μοσχολιβάνι καίει. 
Έξω γυναίκες σκυθρωπές και μαυροφορεμένες 
σκύφτουνε τα κεφάλια τους με πόνο προς το χώμα, 
γυναίκες χήρες και φτωχές, μάνες χαροκαμένες, 
μα και παιδάκια ανήλικα με σφραγισμένο στόμα. 
Λες κι έγιναν αγάλματα, λες και μιλιά δεν έχουν 
ακίνητοι και σιωπηλοί τίποτα πια δεν λένε· 
μα τα καντήλια από ψηλά λες κάτι ψιθυρίζουν, 
κάποια κουβέντα, πως πονούν γι’ αυτούς που κάτω κλαίνε. 
Πάει ο ήλιος στο βουνό να γείρει από πίσω 
κι οι χλωματίδες του οι στερνές που από τα τζάμια μπαίνουν 
πέφτοντας πάνω στις γλυκές εικόνες των αγίων 
τον θλιβερό, τον υστερνό χορό τους λες χορεύουν. 
Ως έδυσεν απ’ του βουνού ο ήλιος την κορφούλα 
κι άρχισε τότες θλιβερό το σούρουπο να γέρνει 
κι έφυγαν απ’ την εκκλησιά οι χήρες κι οι μανάδες, 
των πεθαμένων τις ψυχές παράπονο τις παίρνει. 
                                                                     1933
                           
(Γεωργαντέλλης Άλκης, «Φωνή βοώντος», Αθήνα 1991 - Δημοσιευμένο και στο βιβλίο του Κώστα Γ. Μίσσιου «Ανθολόγιο Λεσβίων Ποιητών. Β΄. Οι δημιουργοί της “Λεσβιακής Άνοιξης” και οι διάδοχοί τους. Συμβολή στην ιστορία της λεσβιακής γραμματείας», τόμος 9ος, σελ. 471)

*****


Την αρχαία συνήθεια της λατρείας των νεκρών συγγενών, συνυφασμένη με τη νεοελληνική μας παράδοση, εικόνες ζώντων και νεκρών, θα βρείτε στο παρακάτω ποίημα της ζωγράφου ποιήτριας και φιλολόγου Κωνσταντίας Δασκαλάκη-Θεοδούλου, ως κατακλείδα της ανάρτησής μας αυτής:  

Κωσταντίας Δασκαλάκη - Θεοδούλου
Ψυχοσάββατο
…ομήγυρις στείχει γυναικών φάρεσιν μελαγχίμοις…
χοάς φερούσας νερτέροις μειλίγματα
(Χοηφόροι, στ. 14,18)
                                                                  Εσπερινός
Σάββατο των ψυχών άφησαν πίσω τους
το φως του εσπερινού οι μαυροφόρες
και ήρθαν εγκύκλιες σπονδές να κάμουν.
Δάκρυα εξερχόμενα, βουβά αισθήματα εισερχόμενα
άλλων κόσμων σ’ αγαπώ ανεπίδοτα
που ξέμειναν στο μάρμαρο επάνω να κοιτούν
με τα τυφλά τους μάτια ίδια αγάλματα.

Η ώρα να παρέρχεται και γύρω
απ’ τον καπνό του θυμιάματος
ψυχές νεκρών και ζωντανών ένα κουβάρι
κουβέντες να ματίζουν που έμειναν μισές
και κάνουνε απόπειρες να διηθίσουν
τα καλά και συμφέροντα της τρυφεράδας
που την κατάπιε η σκόνη.

Βασιλεμένο το φεγγάρι και η πούλια
πυκνό το σκότος και έμειναν
κάτι ψιλές κλωστίτσες ξέφτια αγάπης
ακόμα να πασχίζουν γέφυρες να στήσουν
για να μπορούνε οι ψυχές να πηγαινοέρχονται
– έστω κι εκπρόθεσμα –
να καταθέτουν στα όνειρά μας
τους αναστεναγμούς τους.
                                                     
                                                   Όρθρος
Μετρημένες οι μέρες ελευθέρας εξόδου
κι έφτασαν σμάρι οι ψυχές να πάρουν
το όνομά τους απ’ του παπά το στόμα
Εμμανουήλ, Μαρία, Ιωάννης, Φλώρα,
Ευτύχιος, Χαρίκλεια, Γεώργιος, Στεφανία…
γεύονται τον γλυκασμένο σίτο
με ρόδι και σταφίδες και αρχίζουν
χορταστική βουβή κουβέντα
με συγγενείς και φίλους.

Μα εσύ άφαντος. Μου είπαν
ίωση σε κράτησε στο στρώμα του Άδη
να κείτεσαι στη μοναξιά κι εγώ
μάταια να κάνω επικλήσεις μπροστά
στον άμβωνα και να κρατώ υπό μάλης
την κυνηγετική σου καραμπίνα
που μου παράγγειλες να σκοτώνεις την ώρα σου
τη στρατιωτική σου χλαίνη να μην κρυώνεις
όταν φυλάς σκοπιά τις αναμνήσεις
και ένα πλεκτό χειροποίητο σ’ αγαπώ
να βαλσαμώνει την τελευταία πληγή σου.

Μείναν στα χέρια μου ανεπίδοτα
τα δώρα, οι σπόροι άθικτοι.
Όμως εσύ το ξέρω αδέσποτος
θα έρχεσαι στον ύπνο μου
χωρίς να ρίχνεις μια ζακέτα επάνω σου.
Και μια αιωνιότητα θα παίρνεις αντιβίωση
ίσως βιώσεις εκείνη την ανάσα
που άφησες ημιθανή στο χώμα.
  
(Από την ποιητική συλλογή "Διαστρωματώσεις", εκδόσεις "Δωδώνη', Αθήνα 2010, σελ. 23-24)  


*****

Διαβάστε το παρακάτω κείμενο με ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το θέμα των μνημοσύνων, που βρήκαμε στην ιστοσελίδα: http://www.agioritikovima.gr/diafora/theologikos-log/diafora/17804-ta-kollyba-tin


 
Κόλλυβα ετοιμάζουμε τα Ψυχοσάββατα (δηλ. τα Σάββατα πριν τις Κυριακές της Απόκρεω, της Τυρινής και της Α΄ Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και το Σάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής), καθώς και κάθε φορά που θέλουμε να τελέσουμε στο Ναό επιμνημόσυνη δέηση για την ανάπαυση των αγαπημένων κεκοιμημένων μας προσώπων.

Τα κόλλυβα συμβολίζουν την κοινή ανάσταση των ανθρώπωνΔηλαδή, όπως ο σπόρος του σιταριού πέφτει στη γη, θάβεται και χωνεύεται και σαπίζει, χωρίς όμως να φθαρεί, και στη συνέχεια φυτρώνει καλύτερος και ωραιότερος, έτσι και το νεκρό σώμα του ανθρώπου θάβεται στη γη και σαπίζει, για να αναστηθεί και πάλι άφθαρτο και ένδοξο και αιώνιο. Την ωραία αυτή εικόνα μας δίδει ο Απόστολος Παύλος στην Α΄ Προς Κορινθίους Επιστολή (κεφ. 12, στίχοι 35-44). Την ίδια εικόνα για την Ανάστασή Του χρησιμοποίησε και ο Χριστός (ευαγγέλιο Ιωάννη, κεφ. 12, στίχ. 24).
  
Κόλλυβο είναι βρασμένο σιτάρι, το οποίο είναι σύμβολο του ανθρώπινου σώματος, επειδή το ανθρώπινο σώμα τρέφεται και αυξάνει με το σιτάρι. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Κύριος παρομοίασε το θεο-ϋπόστατο Σώμα Του με το σπυρί του σιταριού, έτσι λέγοντας στο 12ο κεφάλαιο του κατά Ιωάννη αγίου Ευαγγελίου: «Το σπυρί του σιταριού, εάν πέφτοντας στη γη δεν πεθάνει, μένει μοναχό του (και δεν πολλαπλασιάζεται), εάν όμως πεθάνει, πολύ καρπό φέρνει». Είπε εξάλλου και ο μακάριος Παύλος στην Προς Κορινθίους Α’ επιστολή (κεφάλαιο 16): «Εκείνο που εσύ σπέρνεις δεν ζωογονείται, εάν πρώτα δεν πεθάνει», και τούτο, γιατί θάβεται στη γη το νεκρό σώμα και σαπίζει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το σπυρί του σιταριού. Απ’ αυτή, λοιπόν, την παρομοίωση πήρε την αφορμή η Εκκλησία του Χριστού και τελεί τα αποκαλούμενα κόλλυβα, τόσο αυτά που προσφέρονται στις εορτές των αγίων, όσο και αυτά που προσφέρονται στα μνημόσυνα των κεκοιμημένων εν Χριστώ αδελφών μας.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο βράζουμε το σιτάρι είναι για να φανερώνεται με το βράσιμο η διάλυση και η φθορά των σωμάτων των κεκοιμημένων, των οποίων σύμβολα είναι τα κόλλυβα. Και όπως το βρασμένο σιτάρι δεν μπορεί βέβαια να βλαστήσει με φυσικό τρόπο, μπορεί όμως και παραμπορεί με υπερφυσικό, δηλαδή με την άπειρη δύναμη του Θεού, ο οποίος μπορεί να πραγματοποιήσει τα πάντα, έτσι παρομοίως και τα νεκρά σώματα, που έχουν διαλυθεί στα μέρη από τα οποία συναρμόσθηκαν, δεν μπορούν βέβαια με φυσικό τρόπο να αναστηθούν και να ξαναζωντανέψουν, με υπερφυσικό όμως τρόπο, δηλαδή με την παντοδυναμία του Θεού, μπορούν και πάρα πολύ μάλιστα. Γι' αυτό όλοι ομολογούμε ότι η ανάσταση των νεκρών είναι έργο πού ξεπερνά όλους τους όρους της φύσεως.

Η καθιέρωση από την Εκκλησία ειδικών τελετών και προσευχών «υπέρ μακαρίας μνήμης και αναπαύσεως των ψυχών» των εν Χριστώ κοιμηθέντων, εκ μέρους των ζώντων ακόμη αδελφών τους, οφείλεται σε δογματικούς λόγους, αλλά και λόγω κληρονομιάς προχριστιανικών θρησκευμάτων.

Με αυτά υποβάλλουμε αίτηση χάριτος για τους κεκοιμημένους μας στο δίκαιο Κριτή, επειδή ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και η τελική κρίση ακόμη δεν έγινε. Κατά την τελετή της σχετικής ιεροπραξίας, ο ιερέας εύχεται υπέρ των κεκοιμημένων (προσευχές), ενώ οι συγγενείς, τρώγοντας τα κόλλυβα με το σχετικό κέρασμα ή το γεύμα που συνήθως προσφέρεται (ελεημοσύνες), εύχονται: «Ο Θεός να τον αναπαύσει».
                               
Συγκεκριμένα τους κεκοιμημένους μας τους βοηθάμε:  

Πρώτον με προσευχές:
α. Με την ευχή, "Κύριε Ιησού Χριστέ ανάπαυσε τον ή τους δούλους σου…".
β. Με το πρόσφορο, που το πάμε στον ναό και τα ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων.
γ. Με τα κόλλυβα, τα τρισάγια ή τα μνημόσυνα.
δ. Με τη συμμετοχή μας σε σαρανταλείτουργα.
ε. Με ιδιαίτερες Θείες Λειτουργίες και σωστή συμμετοχή μας σ’ αυτές (είναι η πιο ευπρόσδεκτη θυσία και προσφορά στο Θεό).

Δεύτερον τους βοηθάμε με ελεημοσύνες. Πρόκειται για τη βοήθεια που προσφέρει ο πιστός στο Θεό (στο παγκάρι ναού για το κερί, χρήματα για το κτίσιμο ναού, συμμετοχή στην αγιογράφηση ναού κ.ά.) και στον άνθρωπο (σε πτωχούς, ιδρύματα, φιλανθρωπικούς συλλόγους, γραφεία εξωτερικής ιεραποστολής, για τους κεκοιμημένους μας).
  
Η αξία της ελεημοσύνης

Ο κάθε χριστιανός, βάσει της Αγίας Γραφής και των αγίων Πατέρων, οφείλει να προσφέρει βοήθεια κάθε μήνα το ένα δέκατο από τα έσοδά του (τη λεγόμενη δεκάτη), κατ’ ελάχιστον. Η αξία και η ωφέλεια της ελεημοσύνης είναι τεράστια και γι' αυτή μιλούν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας. «Ακούστηκε η προσευχή σου και ο Θεός θυμήθηκε τις ελεημοσύνες σου και γι’ αυτό πραγματοποιεί τους πόθους σου» (Πράξ. ι΄ 31).
  
«Αυτά που προσφέρονται με πίστη στο Θεό, φέρνουν πίσω πλούσια την ανταμοιβή, τόσο σε εκείνον που προσφέρει, όσο και σε εκείνον για τον οποίο προσφέρονται» (Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος). «Στη διαθήκη σου βάλε να σε κληρονομήσει μαζί με τα παιδιά σου ο Δεσπότης Χριστός. Βάλε στο χαρτί και το όνομα του Κριτή και μη παραλείπεις τους πτωχούς»«Ας προσφέρουμε γι’ αυτούς που έφυγαν ελεημοσύνες, διότι πραγματικά αυτές τους εξασφαλίζουν μεγάλη βελτίωση και ωφέλεια»(Άγιος Ι. Χρυσόστομος). «Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.τ.λ. που τους πηγαίνουμε, έτσι τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους» (Γέροντας Παΐσιος). Η ανωτέρω βοήθεια φαίνεται εναργέστατα και στη διήγηση του Παπαδημήτρη Γκαγκαστάθη στο ομώνυμο βιβλίο, στη σελ. 81. «Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για τη σωτηρία τους… Με τα κόλλυβα του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει… Γι’ αυτό η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα και τα μνημόσυνα… Έχουν τη δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν ψυχή» (Γ. Παΐσιος, ΛΟΓΟΙ Δ΄, σελ. 278)
  
Χρόνος των μνημοσύνων
                                             
     Η διάκριση των Μνημόσυνων σε «τρίτα»«ένατα» και τα λοιπά είναι παλαιότατη και απαντά στις Αποστολικές Διαταγές. Τα «τριήμερα» που κάνουμε μετά το θάνατο του ανθρώπου μας, τελούνται κατά τον τύπο της Αγίας Τριάδας και διά τον τριημέρως εγερθέντα Χριστό, τον οποίο παρακαλούμε να αναπαύσει τον κοιμηθέντα μετά δικαίων. Τα "εννιάμερα" μνημόσυνα τελούνται, επειδή στις εννέα ημέρες αρχίζει να διαλύεται ο κοιμηθείς «εις τα εξ ών συνετέθη» και παρακαλούμε το Θεό να τον συγκαταριθμήσει με τα εννέα άυλα τάγματα των Αγγέλων.
     Τα "σαραντάμερα"  ή "τεσσαρακονθήμερα" τελούνται, επειδή την τεσσαρακοστή ημέρα λαμβάνεται η απόφαση για τον κοιμηθέντα και απέρχεται όπου κρίνει ο φιλάνθρωπος Θεός (εκ δεξιών ή εξ αριστερών), ανάλογα με τη ζωή του.
     Εκτός αυτών των μνημόσυνων, κάνουμε τα "τρίμηνα""εξάμηνα""εννιάμηνα" και τα "ετήσια". Μπορούμε όμως και όποτε θέλουμε να κάνουμε κόλλυβα, οποιαδήποτε ημέρα της εβδομάδας, εφόσον θέλουμε να φροντίσουμε συχνότερα τα προσφιλή μας κεκοιμημένα πρόσωπα. «Τα καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους μας είναι η προσεκτική ζωή μας, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας… εκτός από τη δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενεάς μας» (Γέροντας Παΐσιος, σελ. 279).
     Τα μνημόσυνα τελούνται κανονικά την ημέρα του Σαββάτου, που είναι ημέρα των κεκοιμημένων, ενώ τις καθημερινές τελούνται τρισάγια. Τις Κυριακές, κανονικά, δεν τελούνται μνημόσυνα, επειδή είναι ημέρα αναστάσεως. Επειδή παρατηρούνται συγχύσεις, διευκρινίζεται ότι τα Ψυχοσάββατα είναι δύο: της Απόκρεω και της Πεντηκοστής.
  
* Μνημόσυνα τελούνται καθ’ όλο το έτος, εκτός των εξής ημερών:
  
1. Από του Σαββάτου του Λαζάρου μέχρι και της Κυριακής του Θωμά.

2. Από της 25ης Δεκεμβρίου μέχρι και της 6ης Ιανουαρίου.

3. Την Κυριακή της Πεντηκοστής και την 15η Αυγούστου.

4. Μνημόσυνα δεν τελούνται, επίσης, κατά τις ημέρες όπου δεν τελείται τελεία Θεία Λειτουργία. Τέτοιες περιπτώσεις είναι οι ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (πλην Σαββάτου, Κυριακής και της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου). Επίσης, Θεία Λειτουργία δεν τελείται κατά την Τετάρτη και την Παρασκευή της Εβδομάδος της Τυροφάγου.

5. Επίσης, καλόν είναι να αποφεύγονται, για πρακτικούς λόγους, κατά τις Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές και κατά την πανήγυρη του Ναού.

*Τρισάγια τελούνται από ιερέα όλες τις ημέρες του έτους, όσο συχνά επιθυμούμε.


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου