Ακούστε ένα απόσπασμα από τον…
«Προφήτη» του Χαλίλ Γκιμπράν
Μιλά για τη Δουλειά…
Μετά ένας γεωργός είπε: «Μίλησέ μας για τη Δουλειά».
Κι εκείνος απάντησε, λέγοντας:
«Δουλεύετε, για να συμβαδίζετε με τη γη και την ψυχή της γης.
Γιατί το να είσαι άεργος σημαίνει να είσαι ξένος με τις εποχές, και να βγαίνεις έξω από την πορεία της ζωής, που βαδίζει μεγαλόπρεπα και περήφανα αλλά και με υποταγή προς το άπειρο.
Όταν δουλεύετε, είστε μια φλογέρα που μέσα από την καρδιά της ο ψίθυρος των ωρών μετατρέπεται σε μελωδία.
Ποιος από σας θα ήθελε να είναι ένα καλάμι, βουβό και άφωνο, όταν όλα τ’ άλλα τραγουδούν μαζί ενωμένα;
Από πάντα σας έλεγαν ότι η δουλειά είναι κατάρα κι ο μόχθος δυστυχία.
Αλλά εγώ σας λέω ότι, όταν δουλεύετε, πραγματοποιείτε ένα μέρος από το πιο μακρινό όνειρο της γης, που ανατέθηκε σε σας όταν το όνειρο αυτό γεννήθηκε.
Κι όταν ζείτε με τη δουλειά, αγαπάτε πραγματικά τη ζωή.
Κι όταν αγαπάτε τη ζωή μέσα από το μόχθο της δουλειάς, σημαίνει ότι επικοινωνείτε με το πιο κρυφό μυστικό της ζωής.
Αλλά αν μέσα στον πόνο σας ονομάζετε τη γέννηση πόνο και τη συντήρηση της σάρκας μια κατάρα, που είναι γραμμένη στο μέτωπό σας, τότε σας απαντώ ότι τίποτ’ άλλο εκτός από τον ιδρώτα του μετώπου σας δε θα σβήσει αυτό που είναι γραμμένο.
Σας έχουν ακόμα πει πως η ζωή είναι σκοτάδι, και μέσα στην απελπισία σας επαναλαμβάνετε σαν ηχώ αυτό που ειπώθηκε από τον απελπισμένο.
Κι εγώ λέω ότι η ζωή είναι πραγματικά σκοτάδι, εάν δεν υπάρχει πάθος.
Κι εγώ λέω ότι η ζωή είναι πραγματικά σκοτάδι, εάν δεν υπάρχει πάθος.
Και κάθε πάθος είναι τυφλό, εάν δεν υπάρχει γνώση.
Και κάθε γνώση είναι μάταιη, εάν δεν υπάρχει δουλειά.
Και κάθε δουλειά είναι άδεια, εάν δεν υπάρχει αγάπη.
Και κάθε γνώση είναι μάταιη, εάν δεν υπάρχει δουλειά.
Και κάθε δουλειά είναι άδεια, εάν δεν υπάρχει αγάπη.
Και όταν δουλεύετε με αγάπη, ενώνεστε με τον εαυτό σας, ο ένας με τον άλλο, και με το Θεό.
Και τι σημαίνει να δουλεύεις με αγάπη;
Σημαίνει να υφαίνεις το ύφασμα με κλωστές που τραβάς από την καρδιά σου, σα να ’ταν να φορέσει το ύφασμα αυτό η αγαπημένη σου ψυχή.
Σημαίνει να υφαίνεις το ύφασμα με κλωστές που τραβάς από την καρδιά σου, σα να ’ταν να φορέσει το ύφασμα αυτό η αγαπημένη σου ψυχή.
Σημαίνει να χτίζεις ένα σπίτι με στοργή, σα να ’ταν να κατοικήσει στο σπίτι αυτό η αγαπημένη σου ψυχή.
Σημαίνει να σπέρνεις σπόρους με τρυφερότητα και να μαζεύεις τη σοδειά με χαρά, σα να ’ταν να φάει τον καρπό η αγαπημένη σου ψυχή.
Σημαίνει να δίνεις σ’ όλα τα πράγματα το δικό σου νόημα με μια ανάσα από το πνεύμα σου.
Και να ξέρεις ότι όλοι οι ευλογημένοι νεκροί στέκονται γύρω σου και σε κοιτάζουν.
Πολλές φορές σας άκουσα να λέτε, σα να μιλούσατε στον ύπνο σας, “Αυτός που δουλεύει το μάρμαρο, και βρίσκει την έκφραση της ψυχής του στην πέτρα, είναι ανώτερος από αυτόν που οργώνει τη γη.
Κι αυτός που πιάνει τα χρώματα του ουράνιου τόξου και τα βάζει πάνω σ’ ένα πανί με ανθρώπινες μορφές, αξίζει περισσότερο απ’ αυτόν που φτιάχνει σαντάλια για τα πόδια μας.”
Αλλά εγώ λέω, όχι στον ύπνο μου, αλλά ολόξυπνος στο καταμεσήμερο, ότι ο άνεμος δεν τραγουδά πιο γλυκά στις γιγάντιες βαλανιδιές απ’ ό,τι στο πιο μικρό και ταπεινό χορτάρι.
Και μεγάλος είναι μόνο που μετατρέπει τη φωνή του ανέμου σε τραγούδι που το κάνει πιο γλυκό με την αγάπη του.
Η Δουλειά είναι αγάπη φανερωμένη.
Κι αν δεν μπορείτε να δουλεύετε με αγάπη παρά μόνο με αηδία, καλύτερα να παρατήσετε τη δουλειά σας και να καθίσετε στην πύλη του ναού και να παίρνετε ελεημοσύνες από εκείνους που δουλεύουν με χαρά.
Γιατί αν ψήσεις το ψωμί με αδιαφορία, ψήνεις ένα πικρό ψωμί, που δε χορταίνει παρά τη μισή μόνο πείνα του ανθρώπου.
Κι αν αγαναχτείς με το πάτημα των σταφυλιών, η αγανάχτησή σου στάζει δηλητήριο στο κρασί.
Κι αν τραγουδάς σαν τους αγγέλους, και δεν αγαπάς το τραγούδι, βουλώνεις τα αυτιά του ανθρώπου στις φωνές της μέρας και τις φωνές της νύχτας.»
(Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το βιβλίο του Χαλίλ Γκιμπράν «Ο Προφήτης» , μτφ. Ευ. Γράψα, εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα 1974, σελ. 42-45.)
Χαλίλ Γκιμπράν (Μπεχάρι Λιβάνου 1883 - Νέα Υόρκη1931) ή «ο άνθρωπος από τον Λίβανο», όπως είναι γνωστός στο παγκόσμιο κοινό, υπήρξε ποιητής, φιλόσοφος και καλλιτέχνης. Γεννήθηκε στο Μπεχάρι του Λιβάνου στις 6 Ιανουαρίου 1883. Η οικογένειά του ήταν εύπορη και καλλιεργημένη, ιδιαίτερα η μητέρα του, η οποία είχε ξεχωριστό ταλέντο στη μουσική. Σπούδασε ζωγραφική στο Παρίσι, με δάσκαλο τον Αύγουστο Ροντέν. Τα σχέδια και οι πίνακές του εκτέθηκαν σε πολλές πρωτεύουσες του κόσμου. Τα πρώτα λογοτεχνικά έργα του ήταν θεατρικά και πεζοτράγουδα γραμμένα στην αραβική γλώσσα. Εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες κι αργότερα άρχισε να γράφει στην αγγλική γλώσσα. Η ποίησή του μεταφράστηκε σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες. Στις 22 Αυγούστου 1931 πέθανε στη Νέα Υόρκη από κίρρωση του ήπατος, σε ηλικία 48 ετών. Η σορός του μεταφέρθηκε τον Ιούλιο του 1931 για να ταφεί σύμφωνα με τη θέλησή του στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Έργα του: «Επαναστατημένα Πνεύματα» (1908), «Σπασμένα Φτερά» (1912), «Δάκρυ και Χαμόγελο» (1914), «Η Λιτανεία» (1918), «Ο Τρελός» (1918), «Ο Πρόδρομος» (1920), «Ο Προφήτης» (1923), «Άμμος και Αφρός» (1926), «Ιησούς ο Γιος του Ανθρώπου» (1928). Έργα που εκδόθηκαν μετά το θάνατό του: «Οι Θεοί της Γης» (1931), «Ο Περιπλανώμενος» (1932), «Ο Κήπος του Προφήτη» (1933), «Ο Λάζαρος κι ο Αγαπημένος του» (1933).
(Πηγές: Βιβλίο Χαλίλ Γκιμπράν «Ο Προφήτης» εκδόσεων Μπουκουμάνη και Βικιπαίδεια.)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου